O Andreas Dresen συνιστά μια ιδιαίτερη περίπτωση στο χώρο του σύγχρονου γερμανικού κινηματογράφου. Ανατολικογερμανός στην καταγωγή αλλά με κινηματογραφική παραγωγή που αναδύεται μέσα από το νέο τοπίο της ενωμένης Γερμανίας θεωρείται από τους σημαντικότερους νέους σκηνοθέτες της χώρας του, αλλά και ένας από τους λίγους ομοεθνείς του με διεθνή αναγνώριση.
Ο κινηματογράφος του, ρεαλιστικός αλλά και βαθιά συγκινητικός, εστιάζει στον απλό και καθημερινό άνθρωπο ενός μικροαστικού περιβάλλοντος, για να αναδείξει μερικά από τα σημαντικότερα υπαρξιακά ζητήματα, όπως τη μοναξιά, την επιδίωξη της προσωπικής ολοκλήρωσης και ευτυχίας, τη συντροφικότητα και την αλληλεγγύη, τον έρωτα και το θάνατο. Η αγάπη και το εύθραυστο των ανθρώπινων σχέσεων παραμένουν ωστόσο στο επίκεντρο αυτής της θεματικής. Έχοντας χαράξει από νωρίς ένα προσωπικό ύφος όσον αφορά τη φόρμα και τις μεθόδους σκηνοθεσίας- που συνδυάζει τον καθαρό αυτοσχεδιασμό με το ακριβές σενάριο- και κρατώντας συνειδητά αποστάσεις από γνωστές κινηματογραφικές σχολές, ο Dresen θα μπορούσε να θεωρηθεί ένας ιδιότυπος, καθαρά ανθρωποκεντρικός γερμανός σκηνοθέτης.
Οι ήρωές του, απλοί καθημερινοί άνθρωποι της διπλανής πόρτας, κινούνται σε ένα κοινότοπο, όχι ιδιαίτερα ελκυστικό περιβάλλον, με όλες τις αδυναμίες και τα αδιέξοδά τους. Ο σκηνοθέτης τους παρακολουθεί από κοντινή απόσταση με συμπάθεια και γνήσιο ενδιαφέρον, προσπαθώντας να τους καταλάβει, χωρίς όμως να τους αναλύει ή να τους δικάζει. Ο ρόλος του είναι περισσότερο αυτός του παρατηρητή που καταγράφει με ντοκιμενταρίστικο συχνά ύφος αλλά και ποιητική διάθεση τις απεγνωσμένες τους προσπάθειες απόδρασης και τις αποτυχίες τους. Ίσως από εκεί να πηγάζει και το κωμικοτραγικό στοιχείο που χαρακτηρίζει τις ταινίες του. Η καθημερινότητα για τον Dresen δεν είναι ποτέ μόνο η μαύρη εικόνα που συνοδεύει συνήθως τα κοινωνικά δράματα. Με παιχνιώδη, σχεδόν αναρχική διάθεση, ο δημιουργός ανατρέπει συνεχώς τη βαρύτητα και τη σοβαροφάνεια των καταστάσεων για να προβάλει μια πιο ανθρώπινη και αισιόδοξη προοπτική. Ακόμα κι αν πρέπει να έρθει σε ρήξη με την ισχύουσα ηθική και τα κοινωνικά στερεότυπα, ο Dresen έχει έναν ειλικρινή και τολμηρό τρόπο να αφιερώνεται σε αυτά που ο ίδιος θεωρεί ως τα ουσιαστικά στοιχεία της ζωής.
Halbe Treppe (2002)
H ταινία που έκανε γνωστό τον Dresen και του χάρισε την αργυρή άρκτο στο Φεστιβάλ του Βερολίνου αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της κινηματογραφικής του γραφής. Χωρίς ακριβές σενάριο και στηριγμένη σχεδόν αποκλειστικά στους αυτοσχεδιασμούς των ηθοποιών της, η ταινία παρακολουθεί με ψηφιακή βιντεοκάμερα τις συζυγικές ζωές δύο φιλικών ζευγαριών, λίγο πριν τα σαράντα. Ζωές και σχέσεις που έχουν φθαρεί από τη ρουτίνα της καθημερινότητας και στις οποίες είναι θέμα χρόνου να εισβάλει η απιστία. Το ειδύλλιο που πλέκεται μεταξύ του συζύγου του ενός ζευγαριού με τη σύζυγο του άλλου, δεν αργεί να αποκαλυφθεί και να τινάξει στον αέρα τις λεπτές οικογενειακές ισορροπίες. Σε ένα θλιβερό μικροαστικό περιβάλλον, όπου τίποτα δεν ωραιοποιείται, το κωμικό με το μελαγχολικό στοιχείο συνυπάρχουν και οι ήρωες με όλες τους τις ατέλειες προβάλλουν ως κατεξοχήν αυθεντικοί και συμπαθείς χαρακτήρες. Το χιούμορ που πηγάζει τόσο από τους διαλόγους όσο κυρίως από τις καταστάσεις είναι εξάλλου ένα από τα δυνατά σημεία της ταινίας. Το παράδοξο των προσωπικών συνεντεύξεων που δίνουν οι ήρωες σε έναν αόρατο συνομιλητή και οι οποίες παρεμβάλλονται στην ταινία, κάνουν το Halbe Treppe την πιο ντοκιμαντερίστικη ταινία του σκηνοθέτη, συμβάλλουν σε μια μπρεχτική αποστασιοποίηση, κυρίως όμως προδίδουν την πειραματική διάθεση του δημιουργού της.
Sommer vorm Balkon (2005)
Από την καταθλιπτική ανατολικογερμανική Φρανκφούρτη του Halbe Treppe ο Dresen μεταφέρει το θεατή στο μπαλκόνι δύο φιλενάδων στο καλοκαιρινό ανατολικό Βερολίνο. Άλλοτε με χαλαρή και άλλοτε με σοβαρή διάθεση ο σκηνοθέτης παρακολουθεί τις δύο του ηρωίδες να επιδίδονται σε έναν διαρκή αγώνα επιβίωσης αλλά και επιδίωξης της προσωπικής ευτυχίας. Η γυναικεία φιλία, ο έρωτας και το σεξ ως υποκατάστατό του, η μοναξιά και η πραγματική ανάγκη για αγάπη και επικοινωνία αποτελούν τα κύρια θέματα της ταινίας. Εδώ ο Dresen κινείται στην πόλη αναζητώντας την ομορφιά σε λεπτομέρειες της καθημερινότητας, στην προσφορά και την αλληλεγγύη αλλά και στη ρεαλιστική αποδοχή μιας πραγματικότητας που δεν αλλάζει εύκολα. Με μια πιο τρυφερή διάθεση αλλά και με έντονο τον τόνο της ειρωνείας με τον οποίο αντιμετωπίζει τον αντρικό κυρίως χαρακτήρα του έργου, στήνει τα πορτρέτα τριών ανθρώπων που παλεύουν στην ουσία για τα ίδια πράγματα, με διαφορετικό τρόπο ο καθένας. Συνδυάζοντας με σκηνοθετική μαεστρία το αυστηρό σενάριο με τον αυτοσχεδιασμό και με ένα ιδιότυπα λακωνικό χιούμορ, το Sommer vorm Balkon μιλάει για σοβαρά θέματα με έναν ευχάριστο και ελαφρύ τόνο, για να γίνει έτσι η πιο δημοφιλής ταινία του σκηνοθέτη.
Wolke 9 (2008)
Η ταινία που προκάλεσε τις περισσότερες συζητήσεις εξαιτίας του θέματός της και του τρόπου με τον οποίο το διαπραγματεύεται, το Wolke 9 είναι παράλληλα και η ταινία που καταξίωσε το δημιουργό της. Σπάζοντας τα κοινωνικά ταμπού και την ισχύουσα κινηματογραφική εικόνα για το ωραίο, ο Dresen επιχειρεί να μιλήσει για το σεξ και τον έρωτα σε προχωρημένη ηλικία με τον πιο ρηξικέλευθο και ειλικρινή τρόπο. Ένα ερωτικό τρίγωνο στο λυκόφως της ζωής, όπου τα σώματα και οι ψυχές ξεγυμνώνονται με εφηβικό ενθουσιασμό αλλά και με τραγική κατάληξη. Με καθαρά αυτοσχεδιαστικούς διαλόγους, όπως και στο Halbe Treppe και με έμφαση στην αισθησιακή σύλληψη των προσωπικών στιγμών η ταινία αναπνέει μέσα από τα βλέμματα και τις σιωπές των ηρώων της. Στην πιο μινιμαλιστική του ταινία ο Dresen καταφέρνει να αποτυπώσει το πάθος και το παράλογο ενός παρορμητικού έρωτα σε μια ηλικία που είναι πολύ κοντά στο θάνατο. Η ταινία σοκάρει όχι τόσο με τη γυμνότητα των φθαρμένων από το χρόνο σωμάτων, όσο με την απογύμνωση των προσώπων και των ψυχών, όταν τίθεται το ηθικό δίλημμα της αποκάλυψης της αλήθειας. Για άλλη μια φορά ο Γερμανός σκηνοθέτης αποδεικνύεται συνεπής στο ανοιχτό και ασυμβίβαστο πνεύμα του αλλά και σε μια ιδέα που διατρέχει στο σύνολο το κινηματογραφικό του έργο. Το ότι στη ζωή δεν υπάρχουν βεβαιότητες και ότι αυτή μας επιφυλάσσει εκπλήξεις ως το τέλος.