Κανείς δεν αμφιβάλλει πια ότι ο Ζαν Ρενουάρ (Jean Renoir) είναι ένας από τους πέντε-έξι μεγαλύτερους δημιουργούς του κινηματογράφου. Όχι μόνο έπλασε νέους κόσμους και καινούριες μορφές, όχι μόνο διέσχισε σαν ογκόλιθος σχεδόν πενήντα χρόνια του γαλλικού (και του αμερικανικού) κινηματογράφου αλλά προσέφερε το εύρος και την πυκνότητα της κλασικής όσο και της πρωτοποριακής τέχνης, την ποιότητα του μυθιστορήματος, του θεάτρου και της ζωγραφικής και ιδιαίτερα τον παλμό, την αναπνοή, τον αυθορμητισμό της ζωής, τα πάθη και τα αισθήματα των ανθρώπων, τη λαμπρότητα και την πλαστικότητα του φωτός. Όλες μαζί τις ιδιότητες που συνεισέφερε ο κινηματογράφος στην τέχνη του 20ου αιώνα.
Η «Κινηματογραφική Λέσχη» παρουσιάζει ένα μικρό αφιέρωμα, χαρακτηριστικό όμως των διαφορετικών μορφών και της πολύπλευρης δημιουργικότητας του Ζαν Ρενουάρ, αυτού του δευτερότοκου γιου του μεγάλου ζωγράφου Αυγούστου Ρενουάρ.
Το «Τονί (Toni)» (1935) προηγείται του Ιταλικού Νεορεαλισμού κατά πολλά χρόνια. Ένα αληθινό γεγονός της χρονογραφίας, η ρατσιστική δολοφονία ενός Ιταλού μετανάστη, που κατηγορήθηκε άδικα για φόνο, γυρισμένο σε πραγματικούς χώρους του γαλλικού Νότου, με σχεδόν ερασιτέχνες, είναι πρωτοποριακή κοινωνική τέχνη.
«Ο κανόνας του παιχνιδιού (La Regle du jeu)» (1939) επανέρχεται, σε όλες τις «σφυγμομετρήσεις», στις πρώτες-πρώτες θέσεις των αριστουργημάτων της 7ης Τέχνης.
Τέλος το «Φρεντς Κανκάν (French Cancan)» (1954) σημαδεύει όχι μόνο τη νοσταλγική επιστροφή του Ρενουάρ στην πατρίδα του και στην καλλιτεχνική της παράδοση αλλά και την κορυφαία σύνθεση της τελευταίας του περιόδου, όπου η ζωγραφική του ιμπρεσιονισμού ενώνεται με την ποιητική φαντασία και την εκρηκτική έκφραση της ζωής.
Τονί (Toni)
(1935)
Σκην: Jean Renoir
Σενάριο: Jean Renoir, Carl Einstein (βασισμένο σε μια ιστορία του Andre Levert)
Παίζουν: Charles Blavette, Celia Montalvan, Jenny Helia, Edouard Delmont
Μουσική: Paul Bozzi
Φωτογραφία: Claude Renoir
Μοντάζ: Marguerite Renoir, Suzanne de Troeye
Διάρκεια: 90'.
Ένας Ιταλός μετανάστης, ο Τονί, εργάζεται στα νταμάρια ενός χωριού της Προβηγκίας. Ζευγαρώνει με τη Μαρί, όμως ερωτεύεται τη σπανιόλα Ζοζεφά, η οποία φλερτάρει με πολλούς άντρες και παντρεύεται τον εργοδηγό του νταμαριού, τον Αλμπέρ. Η Ζοζεφά επιχειρεί να κλέψει τον Αλμπέρ στον ύπνο του, τελικά όμως τον σκοτώνει. Ο Τονί, που έχει εγκαταλείψει τη Μαρί, δηλώνει ότι αυτός σκότωσε τον Αλμπέρ, για να σώσει τη Ζοζεφά….
Από την αφήγηση ενός αληθινού εγκληματικού περιστατικού, που του έκανε ένας φίλος του αξιωματικός της αστυνομίας στη Μαρτίγκ της Προβηγκίας, ο Ρενουάρ έγραψε ένα «ωμό» σενάριο, ένα λαϊκό κοινωνικό δράμα και έπεισε τον παραγωγό του να το γυρίσει σε αληθινούς χώρους, με ημιερασιτέχνες, οι οποίοι ανήκαν στην ομάδα του Μαρσέλ Πανιόλ. Λιτοί διάλογοι, απλά γεγονότα απλών ανθρώπων, εξωτερικά γυρίσματα χωρίς φώτα, αδούλευτη φωτογραφία. Η ταινία είναι χρονογραφική αλλά η απελπισμένη κοινωνική προοπτική της έχει πρωτοφανή τόλμη για την εποχή και προλαμβάνει τον Ιταλικό Νεορεαλισμό κατά 7 – 8 χρόνια.
Ο κανόνας του παιχνιδιού (La regle du jeu)
(1939)
Σκην: Jean Renoir
Σενάριο: Jean Renoir, Carl Koch
Παίζουν: Nora Gregor, Paulette Dubost, Mila Parely.
Μουσική: Pierre-Alexandre Monsigny
Φωτογραφία: Jean-Paul Alphen Jean Bachelet
Μοντάζ: Marguerite Renoir, Marthe Huguet
Διάρκεια: 106'.
Ο αεροπόρος Αντρέ Ζιριέ προσγειώνεται στο Παρίσι, αφού διέσχισε τον Ατλαντικό σε χρόνο ρεκόρ. Απογοητεύεται που δεν συναντά μέσα στο πλήθος των θαυμαστών του, στο αεροδρόμιο του Ορλί, τη γυναίκα που έχει ερωτευθεί, Κριστίν ντε λα Σεσνέ. Οδηγώντας το αυτοκίνητό του προκαλεί αυτοκινητικό δυστύχημα. Ο φίλος του Οκτάβ προσπαθεί να τον παρηγορήσει και επιτυγχάνει να προσκαλέσουν τον Ζιριέ στον πύργο του μαρκησίου ντε λα Σεσνέ, στη Σολόν, όπου διοργανώνεται ένα μεγάλο κυνήγι. Η Κριστίν είναι η σύζυγος του μαρκησίου, ο οποίος αποφασίζει να τα χαλάσει με την επίσημη ερωμένη του Ζενβιέβ ντε Μαράστ και να «επιστρέψει» στη σύζυγό του. Ο θηροφύλακας Σουμάχερ πιάνει το συμπαθητικό λαθροκυνηγό Μαρσό αλλά ο μαρκήσιος τον προσλαμβάνει στην υπηρεσία του. Ο Μαρσό φλερτάρει τη γυναίκα του Σουμάχερ Λιζέτ, καμαριέρα της μαρκησίας. Οργανώνεται μεγάλη γιορτή στον πύργο, όπου τα ζευγάρια μπερδεύονται ενώ ο έξαλλος Σουμάχερ κυνηγάει οπλισμένος τον Μαρσό….
«Ο κανόνας του παιχνιδιού» γυρίστηκε ακριβώς στις παραμονές του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, με τον Ρενουάρ στο απόγειο της δημιουργικής του δύναμης. Είναι τόσο σύνθετο, τολμηρό και μορφολογικά νεωτεριστικό έργο, ώστε σημείωσε παταγώδη αποτυχία και κόπηκαν μέρη του από τον παραγωγό του. Αποκαταστάθηκε σχεδόν 20 χρόνια αργότερα, όταν η φήμη του είχε ξαπλωθεί σ’ όλο τον κόσμο. Σήμερα κερδίζει σταθερά μια από τις πρώτες θέσεις, σε όλες τις «σφυγμομετρήσεις» κριτικών και σκηνοθετών για τις καλύτερες ταινίες του κινηματογράφου. Ο Ρενουάρ εμπνέεται από τους «Γάμους του Φίγκαρο» του Μπομαρσέ. Εξωτερικά είναι ένα μεγάλο ντιβερτιμέντο, ένα πολυπρόσωπο γιορτινό παιχνίδι ερώτων, εξαπατήσεων, μεταμφιέσεων, σε σχεδόν χορευτική μορφή. Στο βάθος είναι μια ανελέητη έκθεση των παθών και των διαβρωμένων ηθών μιας κοινωνίας σε «τέλος εποχής». Οι πλούσιοι και οι ευγενείς χορεύουν θαρρείς ανεύθυνα πάνω στο ηφαίστειο, διεφθαρμένοι και κυνικοί, οι λαϊκοί άνθρωποι «πέφτουν με τα μούτρα» στο υπονομευμένο παιχνίδι και τιμωρούνται, όπως και οι λίγοι αθώοι και ειλικρινείς, γιατί παραβαίνουν τον «κανόνα του παιχνιδιού».
French Cancan
(1954)
Σκην: Jean Renoir
Σενάριο: Jean Renoir
Παίζουν:Jean Gabin, Francoise Arnoul, Maria Felix
Μουσική: Georges Van Parys
Φωτογραφία: Michel Kelber
Μοντάζ: Borys Lewin
Διάρκεια: 102'.
Παρίσι, 1900. Ο Ανρί Ντανγκλάρ διευθύνει ένα καμπαρέ της Μονμάρτρης, το ‘Κινέζικο Παραβάν’, όπου πρωταγωνιστεί η πανέμορφη Μπελ Αμπές. Έχει όμως φιλοδοξίες. Να φτιάξει ένα πιο εντυπωσιακό και ευπρεπές καμπαρέ, όπου θα προσελκύσει και τους πιο εύπορους αστούς, δίνοντάς τους την ευκαιρία να γλεντήσουν μαζί με τους λαϊκούς ανθρώπους. Σ’ ένα λαϊκό κέντρο, τη Λευκή Βασίλισσα, ανακαλύπτει μια μικρή πλύστρα, τη Νινή, η οποία χορεύει υπέροχα. Σκέπτεται αμέσως να την κάνει βασίλισσα του νέου του υπερθεάματος, στο καινούριο του καμπαρέ, που ονομάζεται Μουλέν Ρουζ. Ανασταίνει ένα παλιό χορό των καταγωγίων, το Κανκάν, τον «λουστράρει» και τον ονομάζει Φρεντς Κανκάν. Ο Ντανγκλάρ και η Νινή ερωτεύονται ο ένας τον άλλον. Όμως η Μπελ Αμπές δε συμφωνεί και χρησιμοποιεί τις γνωριμίες της….
Είναι το πιο λαμπερό, δημοφιλές και δεξιοτεχνικό φιλμ της τελευταίας περιόδου του Ζαν Ρενουάρ, όταν επιστρέφει οριστικά στην πατρίδα του, τη Γαλλία. Φόρος τιμής στο θέαμα και στους ανθρώπους του, με τις φιλοδοξίες, τους κόπους, την εξάρτηση από το χρήμα αλλά και τη δυνατότητα του δημιουργού να υλοποιήσει τα καλλιτεχνικά οράματά του, όταν αφιερωθεί απόλυτα στο στόχο του και παραιτηθεί από την ιδιοκτησία ανθρώπων και πραγμάτων, από τη συντηρητική κατοχύρωση. Ο Ρενουάρ αναβιώνει μια ολόκληρη εποχή ανεμελιάς και απόλαυσης, που έζησε και ο ίδιος ως παιδί, στον ηδονικό κύκλο του πατέρα του ζωγράφου Αυγούστου Ρενουάρ. Αναβιώνει τον κόσμο αυτών των ζωγράφων του ιμπρεσιονισμού, του Ντεγκά και του Λοτρέκ. Μέσα σε μια πανδαισία χρωμάτων και μια θαυμαστή ρυθμική κινησιολογία, που κορυφώνεται στο οργιαστικό χορευτικό φινάλε.
(πηγή δελτίο τύπου Κινηματογραφική Λέσχη ET1)