(για την ταινία El Bruto του Luis Buñuel)
Ο ήρωας κατεβαίνει τα μισοφωτισμένα σκαλοπάτια. Στο δωμάτιο του, στην αποθήκη του σπιτιού, η πρώτη έκπληξη: στο άνοιγμα της πόρτας διακρίνει τη γυναίκα να κεντά. Όταν θα μπει στο δωμάτιο οι εκπλήξεις συνεχίζονται: το χάος που επικρατούσε στο χώρο έχει εξαφανιστεί, είναι τακτοποιημένο. Υπεύθυνη για τη μεταμόρφωση του δωματίου είναι η γυναίκα του αφεντικού. Ο ήρωας, που όλοι τον αποκαλούν Κτήνος, αντιμετωπίζει το γεγονός με μια κρυφή αίσθηση ευγνωμοσύνης. Όταν η γυναίκα τον πλησιάζει για να ράψει ένα κουμπί στο πουκάμισο που φορεί, ο ήρωας αντιλαμβάνεται ότι εδώ υπάρχει κάτι παραπάνω από ένα απλό ενδιαφέρον -και γίνεται απροσδόκητα εξομολογητικός. Το κόψιμο της κλωστής με τα δόντια, φέρνει τη γυναίκα σε άμεση επαφή με το στήθος του ήρωα. Όμως αυτό που θα μπορούσε να είναι η αρχή μίας σκηνής παθιασμένου έρωτα, καταλήγει να γίνει το τέλος μίας γεμάτης ερωτισμό συνάντησης. Η ηρωίδα, παρόλο που με δυσκολία αποκρύπτει τον πόθο της, απωθεί ενοχλημένη τον ήρωα, όταν αυτός εκφράζει με αμεσότητα την επιθυμία του. Αυτό που υπήρξε προσβλητικό γι' αυτήν δεν ήταν η εν γένει παρουσία του ήρωα (την οποία μάλλον την επιζητούσε) αλλά η έκφραση της επιθυμίας του. Μέσα στο σπίτι αυτό, ο ήρωας έχει τη θέση ενός εργαλείου: η έκφραση της επιθυμίας τού απαγορεύεται.
Το ζευγάρι και το Κτήνος
Στην ταινία El Bruto, ο ήρωας, το Κτήνος, είναι ένα πρόσωπο δραματικό. Είναι ένα πρόσωπο χωρίς όνομα (λέγεται Κτήνος), χωρίς πατέρα [1], χωρίς οικογένεια [2], βρίσκεται στο επίπεδο ενός ζώου: προσδιορίζεται από τα φυσικά, τα σωματικά του χαρακτηριστικά, από τη ζωώδη δύναμή του. Υποχείριο της εξουσίας και σκεύος της ηδονής, ο ήρωας αποτελεί ενσάρκωση της ανεξέλεγκτης και απόλυτης δύναμης: όλα τα στοιχεία του χαρακτήρα του προκύπτουν απ' αυτό. Είναι λιγότερο ένας αληθινός χαρακτήρας και περισσότερο ένα πρόσωπο-σύμβολο, εκπλήρωση μίας επιθυμίας: κατάγεται από τους χώρους του φαντασιακού, αποτελεί τέκνο της φαντασίας του κεντρικού ζευγαριού, της Παλόμα και του Δον Αντρές.
Οι αρχικές σκηνές της ταινίας, που συστήνουν το ζευγάρι, είναι αυτές που υποδεικνύουν και την ανάγκη της ύπαρξής του: στην πρώτη σκηνή της ταινίας ο Δον Αντρές, αδύναμος και χωρίς επιβολή, σύρεται και φέρεται από τους ενοικιαστές του. Ενώ στη δεύτερη, η Παλόμα απευθύνει το γεμάτο ηδυπάθεια και λαγνεία, βλέμμα της στον καθρέφτη. Στο ζευγάρι αυτό υπάρχει ένα έλλειμμα, ένα κενό, μια απουσία. Είναι λόγω των προηγουμένων που το Κτήνος συνιστά μία επινόηση αυτού του ζεύγους, έναν τρόπο για να καλυφθεί το κενό, για να πληρωθεί η απουσία. Υποδοχέας της λαγνείας και εκτελεστής των επιθυμιών, ο ήρωας είναι μια οντότητα χωρίς ανθρώπινη υπόσταση, ανώριμος και άλογος. Έτσι στη σχέση Δον Αντρές και Κτήνος, αλλά και στη σχέση Παλόμα -Κτήνος διακρίνεται μια διάσταση γονέα -παιδιού, δημιουργού -δημιουργήματος ή αφέντη -σκλάβου. Η τυφλή υπακοή, η εκπλήρωση της επιθυμίας του Patron (αφεντικού) ή η μητρική συμπεριφορά της Παλόμα απέναντι στο Κτήνος, η περιφρόνηση και επιθετικότητα απέναντι στους "εχθρούς" του ζεύγους: όλα αυτά προσδιορίζουν το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται ο κεντρικός χαρακτήρας.
Εξαρτημένος συναισθηματικά από το ζεύγος, το Κτήνος είναι ένας χαρακτήρας χωρίς αίσθηση ατομικότητας: δεν ακολουθεί μια μοναχική διαδρομή, δεν ακολουθεί μία αυτόνομη πορεία, δεν βαδίζει στο δικό του δρόμο. Η απουσία βούλησης, ο καθορισμός της συμπεριφοράς του από τη σωματική του διάπλαση, αλλά και η αδυναμία του να αναγνωρίσει (και εν τέλει να εκπληρώσει) τις επιθυμίες του, καθιστούν τον ήρωα ένα άδειο σαρκίο, ένα κενό πρόσωπο.
Η εξέγερση
Ωστόσο στην αφηγηματική ανέλιξη της ταινίας καταγράφεται μία διολίσθηση: από το ζεύγος -τον Δον Αντρές και την Παλόμα- η οπτική του Luis Bunuel σιγά- σιγά μετατοπίζεται προς το Κτήνος. Turning point ή το κομβικό σημείο για τον ήρωα, αποτελεί η συνάντησή του με την Μέτσε. Κυνηγημένος από τους διώκτες του και τραυματισμένος βρίσκει καταφύγιο στο σπίτι της νεαρής κοπέλας: εκεί ως άλλος Σαμψών θα συναντήσει την Δαλιδά του. Σ' αυτήν τη συνάντηση, η έκκληση του προς αυτήν -"Βγάλτο μου" -συνιστά έκφραση μίας αδυναμίας ανεπίτρεπτης για τον μέχρι τότε σκηνοθετικό χειρισμό του χαρακτήρα: ακούγεται ως μια απεγνωσμένη έκκληση για βοήθεια [3]. Ευάλωτος και αδύναμος, ο ήρωας προβαίνει σ' αυτήν τη σκηνή σε μια εκ βαθέων εξομολόγηση: αποκαλύπτει για πρώτη φορά το πραγματικό του όνομα. Υπό το κράτος του κεραυνοβόλου έρωτα και πλήρης ερωτικής επιθυμίας, ο Πέδρο εισέρχεται στις επικράτειες του έρωτα. Σ' αυτήν τη σκηνή διαπράττει, την πρώτη Ύβρη απέναντι στους δημιουργούς του: εκφράζει ερωτικό πόθο και επιθυμία για τη νεαρή κοπέλα, αμφισβητεί την εξουσία του πατέρα αφέντη, καθώς συγχρωτίζεται με τους εχθρούς του. Απεκδυόμενος τη δύναμη και τραυματισμένος από τα βέλη του έρωτα, ο Πέδρο από αυτήν τη στιγμή θα βαδίσει το δικό του μοναχικό δρόμο. Και καθώς βρισκόμαστε στις επικράτειες του μελοδράματος, ο δρόμος αυτός είναι η οδός του πεπρωμένου.
Είναι λοιπόν η εξέγερση απέναντι στην Πατρική και Μητρική εξουσία, η ρήξη με την Αγία Οικογένεια, που θα οδηγήσει στη συνειδητοποίηση του Κτήνους, στην ανακάλυψη της ανθρώπινης υπόστασης, στην αποκάλυψη του αληθινού του προσώπου. Έτσι η γεμάτη βιαιότητα δολοφονία του Δον Αντρές, αλλά και η ερωτική απόρριψη της Παλόμα, καθίσταται εκ των πραγμάτων αναγκαία: Αυτή η μεταφορική μητροκτονία, αλλά και η κυριολεκτική πατροκτονία, είναι τελετουργικές πράξεις που στο επίπεδο της δραματικής πλοκής επισφραγίζουν και επιβεβαιώνουν τη γέννηση του νέου προσώπου για τον ήρωα. Όμως η ίδια η βία της πατροκτονία υπογραμμίζει και κάτι άλλο, πέρα από τα προηγούμενα: είναι η έκφραση ενός σταθερού μοτίβου της μπουνουελικής κοσμοθεωρίας. Η σκηνή της δολοφονίας του Δον Αντρές από το Κτήνος, δεν είναι παρά η πάλη της Φύσης ενάντια στη θεσπισμένη Εξουσία. Για τον Luis Bunuel, σ' αυτήν τη διαμάχη, ο νικητής είναι πάντα μόνο ένας: δύναμη της Φύσης υπερνικά και κατατροπώνει τη δύναμη της θεσπισμένης Εξουσίας.
Σφάγιο στο βωμό της εξουσίας και του πόθου, ο Πέδρο στο τέλος της ταινίας έχει κατορθώσει κάτι σημαντικό [4]: απελευθερώνεται από την πανοπλία του συμβόλου και το άδειο του σαρκίο γεμίζει από συναίσθημα. Δεν προσδιορίζεται πλέον από τα σωματικά του χαρακτηριστικά ή από το βλέμμα και τις προσδοκίες των άλλων, αλλά από τη δική του συναισθηματική αντίδραση απέναντι στα πράγματα. Μετατρέπεται λοιπόν από ανώνυμος ήρωας, που αποτελεί μέρος ενός ντεκόρ (του σφαγείου), σε κεντρικό πρόσωπο μίας τραγωδίας -από πρόσωπο χωρίς επιθυμίες και πόθους σε φλεγόμενο ερωτευμένο -από το Κτήνος, εκτελεστικό όργανο της οικονομικής εξουσίας, στον Πέδρο, εξεγερμένο ενάντια στη Πατρική και Μητρική εξουσία…
Δημήτρης Μπάμπας
Θεσσαλονίκη, Ιούλιος 2000
Σημειώσεις
1 Στην ταινία ο πατέρας είναι ένα δευτερεύον πρόσωπο, που όμως προσδιορίζει τους κεντρικούς χαρακτήρες. Η σχέση του Δον Αντρές με τον γέρο πατέρα του, συνιστά κάτι παραπάνω από το κωμικό ιντερλούδιο της ταινίας. Ενώ η σχέση της Μέτσε με τον πατέρα της, τη συστήνει στους θεατές στην πρώτη σκηνή της ταινίας. Για το Κτήνος, μόνο στο μέσο της ταινίας, θα υποψιαστούμε ποιος είναι ο πατέρας του…
2 Η παρωδία οικογένειας του ήρωα, όπως παρουσιάζεται στις αρχικές σκηνές της ταινίας, υπογραμμίζει τη συναισθηματική του απομόνωση: και εκεί είναι το αντικείμενο εκμετάλλευσης.
3 Ο σκηνοθέτης στην αυτοβιογραφία του Η Τελευταία Πνοή (Μετάφραση Μαρία Μπαλάσκα, εκδόσεις Οδυσσέας, 1984) περιγράφει ένα περιστατικό από τα γυρίσματα που μοιάζει να υπογραμμίζει τη βαρύτητα της δήλωσης του πρωταγωνιστή του και τη σημασία της σκηνής. Ο ηθοποιός που υποδυόταν τον Πέδρο, ο Πέντρο Αρμενταρίζ, θεωρούσε ότι η φράση που περιείχε το αρχικό σενάριο -"Arrancame eso que llevo ahi detras " (Τράβα μου αυτό από πίσω) - συνιστούσε μία ευθεία αμφισβήτηση του machismo του και έθιγε την υπόληψη του -αρνιόταν δε να την πει. Ο Luis Bunuel, μετά από τις διαμαρτυρίες του, την άλλαξε.
4 Η τελική αίσθηση που ο θεατής αποκομίζει από την ταινία, δεν είναι η συντριβή και ο θάνατος του ήρωα, αλλά ένας κόκορας. Με μια κίνηση, που μοιάζει ως ο ορισμός της υπέρβασης, ο Luis Bunuel παρακάμπτει τα αδιέξοδα του τέλους και αποκαλύπτει μία απροσδόκητη, για το είδος της ταινίας, μεταφυσική διάσταση. Κινηματογραφώντας το θάνατο του ήρωα από απόσταση, κλείνει την ταινία με μία περίεργη σκηνή: Η Παλόμα, αποχωρώντας από τη σκηνή του δράματος, κοιτάζει έντρομη έναν κόκορα. Το βλέμμα του κόκορα μοιάζει ως η Θεία Δίκη, για την ένοχη Παλόμα.
Ίσως λοιπόν ο θάνατος του ήρωα δεν είναι το τίμημα που πρέπει να πληρώσει για την εξέγερσή του -μοιάζει μάλλον ως η απελευθέρωσή του από τα δεσμά του σώματος.