(Κραυγές και ψίθυροι)
του Ingmar Bergman
Σ ’ένα υποστατικό στις αρχές του αιώνα, η Άγκνες πεθαίνει χτυπημένη από τον καρκίνο μέσα σε αφόρητους πόνους και της συμπαραστέκεται με αφοσίωση και αγάπη, η πιστή υπηρέτρια του σπιτιού, Άννα. Όταν οι δύο αδελφές της, η Κάριν και η Μαρία έρχονται να σταθούν στο πλάι της ετοιμοθάνατης, οι σχέσεις ανάμεσά τους- παρά την εγγύτητα του θανάτου- είναι εξαιρετικά τεταμένες και προβληματικές. Γύρω τους, ο γιατρός, οικογενειακός φίλος και πρώην εραστής της Μαρίας, ο σύζυγος της οποίας έχει αποπειραθεί να αυτοκτονήσει, ο αντιπαθητικός άντρας της Κάριν που την οδήγησε σε μια αποτρόπαια πράξη ενάντια στον ίδιο της τον εαυτό. Όλοι τους μοιάζουν να είναι κλεισμένοι εγωιστικά στους εαυτούς τους, χωρίς να έχουν την παραμικρή διάθεση ουσιαστικής επικοινωνίας με τους υπόλοιπους και η Άννα, η μόνη που νοιάζεται πραγματικά για την γυναίκα που αργοπεθαίνει, είναι και η μόνη που δεν έχει κανένα συγγενικό δεσμό μαζί της. Όταν η Άγκνες πεθαίνει, «εμφανίζεται» για μια τελευταία φορά, από τον άλλο κόσμο, ικετεύοντας τις αδελφές της να συμφιλιωθούν μεταξύ τους. Μάταια όμως. Επιστρέφοντας από την κηδεία, οι δύο οικογένειες τακτοποιούν ψυχρά τις κληρονομικές υποθέσεις και η Άννα που είναι πια ανεπιθύμητη φεύγει. Τα όποια συναισθήματα αδελφικής αγάπης έχουν κι αυτά πεθάνει. Στο οριστικά άδειο κι έρημο πατρικό σπίτι, το μόνο που θα μείνει θα είναι οι αναμνήσεις της απατηλής ευτυχίας της νιότης, έτσι όπως θα ζωντανεύουν μέσα από το ημερολόγιο της Άγκνες.
«Αγαπητοί μου φίλοι, να που θα κάνουμε και πάλι μια ταινία μαζί... Η ιδέα της ταινίας γυρίζει αδιάκοπα μέσα στο μυαλό μου και μοιάζει με χείμαρρο, γοργό και σκοτεινό: πρόσωπα, κινήσεις, φωνές, χειρονομίες, κραυγές, ψίθυροι, ίσκιοι, φως, ατμόσφαιρες και όνειρα... Τίποτα το συγκεκριμένο, τίποτα το αληθινά χειροπιαστό, εκτός από μια φευγαλέα αίσθηση. Με δυο λόγια, εντυπώσεις, ένα όνειρο, μια νοσταλγία, μια ελπίδα, ίσως κάποιος φόβος, μια απειλή που ποτέ δεν εκφράζεται φανερά... Η δράση εκτυλίσσεται στις αρχές του αιώνα. Γυναίκες με φορέματα κομψά, ακριβά, που τις καλύπτουν την ίδια στιγμή που τις προβάλλουν. Τα εσωτερικά του σπιτιού πρέπει να έχουν μια συγκεκριμένη φωτεινότητα... αυγές που να μην μοιάζουν με τα δειλινά... απαλές ανταύγειες ξύλου... ένα φως μυστηριακό και θαμπό, όμοιο μ’ αυτό μιας μέρας που χιονίζει... το αργό σβήσιμο μιας λάμπας πετρελαίου... η τρυφεράδα των ηλιόλουστων φθινοπωρινών ημερών... ένα κερί χαμένο στα σκοτάδια της νύχτας... ίσκιοι που σαλεύουν ξαφνικά, όταν μια μορφή διασχίζει τις μεγάλες κάμαρες. Θα υπάρξει ωστόσο μια ιδιομορφία: όλα τα εσωτερικά θα είναι κόκκινα, με πολλές και διαφορετικές αποχρώσεις. Μη με ρωτήσετε γιατί, δεν ξέρω να σας απαντήσω... Το μοναδικό που μπορώ να σκεφτώ είναι ότι το χρώμα αυτό αφορά κάτι εσωτερικό. Από μικρός φανταζόμουν πάντα την ψυχή σαν μια υγρή μεμβράνη με κόκκινες αποχρώσεις...».
Ίνγκμαρ Μπέργκμαν
(απόσπασμα από το σενάριο της ταινίας)
Στην ταινία απονεμήθηκαν τα βραβεία Όσκαρ καλύτερης φωτογραφίας στον Σβεν Νίκβιστ 1974, Μεγάλο Ειδικό τεχνικό βραβείο Φεστιβάλ Κανών 1973, Καλύτερη ταινία του Κύκλου Κριτικών Κινηματογράφου της Νέας Υόρκης
(δ.τ.)