(Τα κόκκινα παπούτσια)
των Michael Powell & Emeric Pressburger
(το σχόλιο του Ian Christie)
the-red-shoes.jpg

Στο παραμύθι του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν με το σκληρό ηθικό δίδαγμα, τα κόκκινα παπούτσια που θέλει να φορέσει ένα κορίτσι θα το οδηγήσουν στην καταστροφή καθώς θα το υποχρεώσουν να χορέψει μέχρι τελικής πτώσης.
Στην ταινία των Άρτσερς /The Archers το κορίτσι ζει μια πιο σύνθετη εκδοχή της ιστορίας τόσο στη σκηνή και στη ζωή: χορεύοντας για έναν διεθνώς επιτυχημένο θίασο το ομώνυμο μπαλέτο "Τα Κόκκινα Παπούτσια" θα της φέρει δόξα και αγάπη, αλλά και πίεση να υποστεί τις απαιτήσεις του αυστηρού ιμπρεσάριου προκειμένου να ζήσει το όνειρό της. Το 1948 ήταν επαναστατικό για το σινεμά να γυριστεί και να προβληθεί μια δεκαπεντάλεπτη σκηνή μπαλέτου, που θα μεταφέρει το θεατή από το εικονικό κόσμου της σκηνής σε αυτόν των επιθυμιών και των εσωτερικών συγκρούσεων της πρωταγωνίστριας. Η μουσική του Ήσντεϊλ, τα σουρεαλιστικά σκηνικά του Χέκροθ, η χρήση του τεχνικόλορ από τον Κάρντιφ στη διεύθυνση φωτογραφίας και η εμπνευσμένη σύμπραξη των κορυφαίων χορευτών Χέλπμαν και Μασίν με την Σίρερ, όλα συνδυάζονται μοναδικά ώστε να αναδειχθεί η ταινία ως ορόσημο στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου και να γίνεται λόγος συνολικά για ένα "έργο τέχνης". Η ταινία έγινε άμεσα πηγή έμπνευσης και σημείο αναφοράς για τους σύγχρονους της εποχής κινηματογραφιστές όπως οι Βινσέντε Μινέλι και Στάνλεϊ Ντόνεν. Όντας κάτι μοναδικό μεταξύ ενός avant-garde ψυχοδράματος της Μάγια Ντερέν όπως "Το Απόγευμα" (1943) και της ποιητικής αλληγορίας του Ζαν Κοκτό "Ορφέας" (1950), η ταινία ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΠΑΠΟΥΤΣΙΑ πλέον αναγνωρίζεται ως σημαντικό επίτευγμα του νέο-ρομαντικού κινήματος της Βρετανίας, που συνήθως ταυτίζεται με την ζωγραφική και την ποίηση, αλλά εδώ μεταφέρθηκε θριαμβευτικά στο σινεμά.
Η ταινία επίσης υπήρξε για το κοινό, το οποίο ήταν κουρασμένο μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, μια υπενθύμιση του ευρύτερου κόσμου. Τα ταξίδια στο Παρίσι και τη Γαλλική Ριβιέρα, η φυσική ομορφιά της Μεσογείου ως φόντο της ρομαντικής σχέσης των νέων εραστών και η ανεμελιά της ζωής των μελών του θιάσου, ήταν τόσο μακρινά για τους περισσότερες θεατές το 1948 και αποτέλεσαν ευκαιρία για επαφή με το ωραίο στην εποχή της αυστηρής λιτότητας που ακολούθησε τον πόλεμο.

(πηγή σημειώσεις για την παραγωγή)