(Οι ομπρέλες του Χερβούργου)
του Jacques Demy
demy2.jpg
(...) Καθώς η ιστορία της ταινίας -ο έρωτας των δύο νέων και η συναισθηματική απομάκρυνσή τους-, η δραματουργία της, οι χαρακτήρες και η αφήγηση μοιάζουν ελάχιστα πρωτότυπα, οι σκηνοθετικές επιλογές καθίστανται κεντρικές για την μεταλλαγή της μορφής, για να αποκτήσει η ιστορία το αληθινό δραματικό περιεχόμενο της: αποτελούν εντέλει το raison d' etre της ταινίας. Είναι η μουσική, το τραγούδι και το χρώμα που δίνουν μορφή στην ταινία, αυτά συνιστούν τον κινηματογραφικό λόγο, μέσω του οποίου εκφέρεται η αφήγηση, αυτά προσδιορίζουν και καθορίζουν την τελική εικόνα της ταινίας, αυτά τέλος δίδουν υπόσταση και βάρος στα πρόσωπα και τα γεγονότα. Το κοινότυπο της ερωτικής ιστορίας (οι αντιρρήσεις της μάνας, ο πλούσιος αντίζηλος που εμφανίζεται και διεκδικεί την ηρωίδα) και ο ενυπάρχων σ' αυτήν μελοδραματισμός, υπονομεύονται από τον τρόπο που η μουσική, τα τραγούδια, και το χρώμα χρησιμοποιούνται. Τόσο για να δημιουργήσουν το περιβάλλον μέσα στο οποίο θα αναπτυχθεί η αφήγηση, όσο και ως στοιχεία που διαμορφώνουν την δραματική πλοκή: δηλαδή για να δηλώσουν τις άρρητες σχέσεις ανάμεσα στα κεντρικά πρόσωπα, ανάμεσα στα πρόσωπα και τους χώρους, να περιγράψουν ή να υπαινιχθούν την ψυχολογία των προσώπων.
Για την μουσική συνοδεία της ταινίας ελάχιστες παρατηρήσεις μπορούν να γίνουν, καθώς χρησιμοποιείται σύμφωνα με τα χολιγουντιανά ειωθότα κυρίως για να δημιουργήσει την ατμόσφαιρα της σκηνής -αν και σε κάποιες σκηνές είναι αυτή που στα αλήθεια πρωταγωνιστεί (όπως στην σκηνή του αποχαιρετισμού στον σιδηροδρομικό σταθμό, όταν εκεί η χρήση του χρώματος υπακούει στον ρεαλισμό του χώρου). Είναι στους "τραγουδιστούς" διάλογους της ταινίας που αξίζει κυρίως να σταθούμε. Συνιστούν αυτοί μια μορφή έμμετρου λόγου, που έχει την βάση της στην ίδια την μουσικότητα και τον ρυθμό της γαλλικής γλώσσας· δημιουργούν ένα ρυθμό και προσφέρουν την ρυθμική βάση της ταινίας, σε αρμονία ή σε αντίστιξη, με τον ρυθμό που παράγει η μουσική. Οι πλήρεις μελωδίας διάλογοι και η μουσική υπόκρουση δημιουργούν μια συνεχή και αδιάκοπη ροή χρώματος, ρυθμού, λέξεων και μουσικής η οποία απαλύνει τις κορυφώσεις της δραματικής πλοκής, μειώνοντας την ένταση και την οξύτητα τους. Ένας λυρισμός αναδύεται μέσα απ' αυτήν την ροή, καθώς εξυμνείται ο άδολος έρωτας ή σκιαγραφείται η αβάσταχτη θλίψη της εγκατάλειψης. Παράλληλα ο τρόπος με τον οποίο τραγουδιούνται-ερμηνεύονται οι διάλογοι προσδιορίζει και κάτι άλλο: αποτελούν τα "τραγούδια" και τον βασικό χώρο στον οποίο εκτίθεται η υποκριτική των ηθοποιών -εδώ η υποκριτική δεν έχει μια κινηματογραφική ή θεατρική καταγωγή αλλά αποτελεί ένα δάνειο από τον χώρο των δημοφιλών αισθηματικών τραγουδιών. Η σκηνή όπου η μητέρα της ηρωίδας περιγράφει την οικτρή οικονομική κατάσταση της οικογένειας και αναλογίζεται για τις εναλλακτικές δυνατότητες που υπάρχουν ή ο ερμηνευτικός τρόπος του πλούσιου αντίζηλου του ήρωα όταν αναφέρεται στον παρελθόν του είναι δείγματα τού πως η ερμηνεία ενός τραγουδιού μπορεί να μεταφέρει συναισθήματα, πως μπορεί να περιγράψει καταστάσεις που υπερβαίνουν τα αφηγηματικά δεδομένα της σκηνής και τους στίχους -διάλογους .

Δημήτρης Μπάμπας

(απόσπασμα απο κείμενο που δημοσιεύεται στην σχετικά για τον Jacques Demy έκδοση του Φεστιβάλ Θεσ/νίκης )