(Δημοτικό Σχολείο)
του Jan Svěrák
Το Δημοτικό Σχολείο/ Obecná škola/ The Elementary School (1991) του Jan Svěrák (Γιαν Ζβέρακ), προσπαθεί να περιγράψει τους μύθους και τις αγωνίες της παιδικής ηλικίας αλλά ταυτόχρονα και να ορθώσει ένα βλέμμα πάνω στην πολιτική κατάσταση της Τσεχοσλοβακίας, την περίοδο μετά τον πόλεμο. Η ταινία κινείται γύρω από ένα νεαρό μαθητή του δημοτικού σχολείου και την παρέα του, σε μία πόλη κάπου στην επαρχία της Τσεχοσλοβακίας. Ο χρόνος της ταινίας είναι το διάστημα αμέσως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο και την νίκη των Συμμάχων. Μια περίοδο μεταβατική, καθώς την ευφορία της νίκης κατά του Ναζισμού, άρχισε ήδη να την αντικαθιστά το τέλος των ελπίδων και των αυταπατών, η επιστροφή στην πεζότητα και κυνικότητα της πολιτικής.
Η σκηνοθεσία αποπειράται διαμέσου τόσο του προσώπου του νεαρού ήρωα, όσο και μέσω της σχολικής και κοινωνικής ζωής της μικρής επαρχιακής πόλης, να προχωρήσει σε μια διαδικασία κριτικής ανάγνωσης της συγκεκριμένης κατάστασης. Χωρίς να αποφεύγει την εύκολη λύση που συνεπάγεται η εκ των υστέρων κριτική αλλά ταυτόχρονα και χωρίς να ενδιαφέρεται για μια σε βάθος προσέγγιση της συγκεκριμένης περιόδου- είναι κυρίως αυτό το παιδικό βλέμμα, με την απλοποίηση και την εύκολη συγκίνηση, που κυριαρχεί στην προσέγγιση που επιχειρείται, εξορίζοντας τελικά τις όποιες πολιτικές νύξεις στα κράσπεδα του μύθου. Μια προσέγγιση όμως που κυριαρχείται αναπόφευκτα από την έντονη μυθοποίηση του πολέμου, όπως αυτός γίνεται αντιληπτός στο βλέμμα των νεαρών μαθητών.
Μέσα από τις εικόνες της ταινίας η παιδική ηλικία δηλώνεται ως μια διαρκής αναζήτηση μύθων και προσώπων, που να λειτουργούν απελευθερωτικά απέναντι στην πεζότητα της καθημερινότητα. Μύθων και προσώπων τα οποία αναζητούνται στο κοντύτερο περιβάλλον. Είναι ο πόλεμος που μόλις τελείωσε, αλλά και το σχολικό περιβάλλον που θα προμηθεύσει την πρώτη ύλη για την διαδικασία του παιχνιδιού. Εδώ ο πόλεμος ορίζεται από τις πρώτες εικόνες της ταινίας ως ο Ζωτικός Μύθος του παιδικού παιχνιδιού. Ο νεαρός κεντρικός ήρωας και μαζί η παρέα του, προσπαθεί να βιώσει την ευφορία και την λάμψη που προσφέρει η νίκη, μέσα από την γοητευτική ένταση του πολεμικού παιχνιδιού. Αυτή την ένταση θα την συναντήσουν και στο πρόσωπο του νεαρού δασκάλου που έρχεται να διδάξει στο δημοτικό σχολείο.
Στο πρόσωπο του νεαρού δασκάλου, οι μαθητές του δημοτικού σχολείου, θα βρουν τον απαραίτητο Μυθοποιητικό λόγο, που θα τους βοηθήσει να αποδράσουν από την πεζότητα, τον καταναγκασμό και την ανία της σχολικής ζωής. Μέσα λοιπόν από την αφήγηση αναδύεται, έντονα η προσωπικότητα του νεαρού δασκάλου, καθώς αυτός προσπαθεί να υποτάξει τους ανυπότακτους μαθητές του. Η στρατηγική του είναι απλή: προσφέρει στο άτακτο κοινό του, εκτός από την απαραίτητη πειθαρχία και έναν ιδιότυπο κώδικα τιμής. Συνθέτοντας τελικά μέσα από την παρουσία του και τον λόγο του, τον μύθο που συνόδευσε την αντίσταση ενάντια στο φασισμό. Στο παιδικό βλέμμα δάσκαλος φαντάζει ως ένα πρόσωπο διαφορετικό από τον φυσικό πατέρα. Μια παρουσία που είναι ελάχιστα ελκυστική, καθώς έχει υποστεί τις αναπόφευκτες φθορές της καθημερινότητας. Ορίζει ο δάσκαλος στο επίπεδο του μύθου τελικά μια νέα συμβολική πατρική παρουσία, απαλλαγμένη από τις τριβές της καθημερινής παρουσίας, ικανή να καθοδηγήσει άλλα και να εμπνεύσει. Στα μάτια των μικρών μαθητών φαντάζει ιδιαίτερα επιβλητικός και γοητευτικός, καθώς ο κώδικας ηθικής και συμπεριφοράς που προσφέρει μαζί με την ηγετική του παρουσία, διαχέεται μέσα στους απόηχους της αντίστασης ενάντια στο ναζισμό.
Καθώς ο άξονας της αφήγησης αρχίζει σιγά σιγά να μετατοπίζεται από την ομάδα των παιδιών στο νεαρό δάσκαλο, η ταινία αρχίζει να αποκτά κάποιες νέες διαστάσεις. Είναι ο συγκεκριμένος χαρακτήρας που δίνει στην ταινία μια αίσθηση των κρυφών όψεων του καθημερινού βίου, αφού στην γλυκανάλατη αθωότητα της ταινίας αντιπαραθέτει κάτι από την σκληρότητα της πραγματικότητας. Πιο συγκεκριμένα, ένα τμήμα της ταινίας ασχολείται με την ελεύθερη σεξουαλική συμπεριφορά του δασκάλου, που αντιμετωπίζει κάποια προβλήματα καθώς τον κατηγορούν ότι αποπλάνησε δύο νεαρές μαθήτριες.
Εδώ η παρουσία του στοιχείου της σεξουαλικότητας συνδέεται με ορισμένες αναπόφευκτες ηθικές διαστάσεις και διαχωρίζεται από την χρήση που γίνεται σε αντίστοιχες ταινίες με ήρωες παιδιά (χρήση με αρκετά έντονο το ηδονοβλεπτικό στοιχείο και τη μη ρεαλιστική απεικόνιση).
Η αποκάλυψη στο τέλος του Ψεύδους του δασκάλου και η συμβολική αποκατάσταση του κύρους του πατέρα του ήρωα, προσγειώνουν τον μύθο και τους χαρακτήρες στις συμβατικότητες της καθημερινότητας. Είναι η χαμένη πατρική εξουσία που επανέρχεται στο προσκήνιο, φέρνοντας ταυτόχρονα στην επιφάνεια κάποιες πλευρές της πραγματικότητας, που ο νεαρός ήρωας αγνοούσε. Τώρα ο πατέρας του ήρωα αντιπαραθέτει στον μυθοποιημένο ηρωισμό του δασκάλου, την συνεχή πάλη και τις ευθύνες της ειρηνικής ζωής.
Το τέλος της ταινίας φαίνεται λίγο πικρό. Στην σχολική εορτή που γίνεται στο τέλος της χρονιάς, ο νεαρός δάσκαλος και η τάξη του, παρουσιάζουν ένα θεατρικό έργο, συγγραφέας του οποίου είναι ο δάσκαλος . Εδώ κυριαρχεί η αντίσταση και το τέλος του πολέμου και το έργο είναι ένας ύμνος στους συμμάχους. Ενώ λοιπόν το θεατρικό έργο εξελίσσεται, ο ξαφνικός καυγάς επί σκηνής, ανάμεσα στους νεαρούς ηθοποιούς που υποδύονται την Αμερική και την Σοβιετική Ένωση -οδηγεί την σχολική γιορτή στο τέλος, την αφήγηση του μύθου στην ολοκλήρωση της και την ευφορία της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου στα παγωμένα χρόνια του Ψυχρού πολέμου. Μια ιστορική περίοδος της οποίας την σημασία οι νεαροί μαθητές δεν μπορούν ακόμα να αντιληφθούν. Γι' αυτούς είναι η απόσυρση του εγκαταλελειμμένου, από την περίοδο του πολέμου, τεθωρακισμένου (χώρου αναφοράς αλλά και παιχνιδιού για την παιδική παρέα) που θα ορίσει συμβολικά το τέλος ενός Μύθου.
Δημήτρης Μπάμπας