(Συνήθεις Εραστές)
του Philippe Garrel
amants1.jpg

Ο Φρανσουά Ντερβιέ είναι 20 χρόνων, όταν ξεσπάει ο Μάης του ’68 στο Παρίσι. Είναι ποιητής , λίγο συγκεχυμένος ως προς την ζωή του, αλλά με την παρέα του μετέχει ενεργητικά, ανεβαίνει στα οδοφράγματα, αν και όχι στην πρώτη γραμμή των συγκρούσεων με την αστυνομία. Αναποδογυρίζει αυτοκίνητα, πετάει πέτρες, τρέχει μπρος πίσω, κυνηγιέται, κρύβεται. Ένα βράδυ τραυματίζεται ελαφρά στο χέρι , τον κυνηγούν οι αστυνομικοί, χώνεται στα σπίτια, κρύβεται σε μια εσοχή στέγης, φοβάται. Ονειρεύεται επανάστασεις του παρελθόντος, του 1789, του 1848 με τον εαυτό του παρόντα, «ξαναφτιάχνει» τον κόσμο με τους φίλους του και εγκαθίσταται μαζί με άλλους , στο μεγαλόπρεπο διαμέρισμα ενός φίλου, πλούσιου κληρονόμου και άεργου ντιλετάντη. Κλεισμένοι εκεί μέσα συζητούν, «κάνουν τέχνη» και καπνίζουν όπιο τελετουργικά. Εκεί γνωρίζεται με την Λιλύ, γλύπτρια που εργάζεται σε χυτήριο αγαλμάτων, για να κερδίσει την ζωή της. Ερωτεύονται…
amants2.jpgΟ Philippe Garrel (Φιλίπ Γκαρέλ), σημαντικός Γάλλος κινηματογραφιστής, όχι πολύ γνωστός στην Ελλάδα, τιμήθηκε στο Φεστιβάλ Βενετίας, γι’ αυτήν την ταινία, μνήμη αλλά και σχόλιο για την νεολαία των καλλιτεχνών, που έζησε την εξέγερση του Μάη του ’68 στο Παρίσι. Ο Philippe Garrel, ήταν κατεξοχήν αρμόδιος να μας μιλήσει για τον Μάη’, αφού ο ίδιος ήτανε τότε είκοσι χρόνων όσο και ο ήρωας του, μετείχε στα γεγονότα, γύρισε μάλιστα και ένα σχετικό ντοκιμαντέρ. Όμως ο Philippe Garrel είναι ένα κατ’ εξοχήν κριτικό πνεύμα και η αφήγηση του δεν είναι νοσταλγική ή υμνητική. Η ταινία του χαρακτηρίζεται από ελευθερία και λιτότητα, από συμμετοχή και κριτική απόσταση. Μέσα στην ίδια κίνηση, αγκαλιάζει την συλλογική και την ατομική ιστορία, με θαυμαστή αίσθηση των βιωμάτων εκείνων που συμμετείχαν.
Σε ασπρόμαυρο φιλμ , με τα βαθιά κοντράστα του οπερατέρ William Lubtchansky (Γουίλιαμ Λουμπτσάνσκι), με κλασσικό σχήμα εικόνας 1:1.33, παραμένει ένας ζωντανός και δημιουργικός συνεχιστής του αυθεντικού πνεύματος της νουβέλ βάγκ, αναθέτοντας μάλιστα τον κεντρικό ρόλο στον γιο του Luis Garrel .

(πηγή δελτίο τύπου)