Mια φορά κι έναν καιρό, σε κάποια προάστια, ζούσε μια έφηβη κοπέλα που την έλεγαν Aλίς. Ήταν ένα όμορφο κορίτσι που της άρεσε να παίζει πολλά παιχνίδια. Παιχνίδια αποπλάνησης. Παιχνίδια βίας. Mια μέρα η Aλίς αποφάσισε να σκοτώσει τον Σαΐντ, έναν όμορφο και υπερόπτη συμμαθητή της. Όμως ήταν αδύνατο να το κάνει μόνη της. Έτσι, η Aλίες έπεισε τον αφελή φίλο της Λικ να τη βοηθήσει στη διάπραξη αυτού του στυγερού εγκλήματος, ως απόδειξη της αληθινής αγάπης του προς εκείνη. ...
Ο François Ozon δηλώνει: "Βρίσκω ότι τα παραμύθια και τα συμβάντα των ειδήσεων, η ειδησεογραφία, έχουν αρκετά κοινά σημεία: λόγω των σκοτεινών και τρομακτικών λεπτομερειών. Έτσι δεν ήθελα να ακολουθήσω την κυρίαρχη τάση στο Γαλλικό σινεμά -να δηλαδή πάρω την ειδησεογραφία και να κάνω μία κλασική ταινία, με μια κοινωνικά υπεύθυνη αντιμετώπιση, όπως πιθανόν να έκανε ο [Bertrand] Tavernier. Ήθελα να ακολουθήσω μια άλλη κατεύθυνση. Ήθελα να κάνω μία ταινία, που να ανήκει σ' ένα κινηματογραφικό είδος και να χρησιμοποιήσω, σ' αυτήν, τους τρόπους του παραμυθιού για να αποκαλύψω, μ΄ ένα διαφορετικό τρόπο, τους χαρακτήρες.
Ήξερα ότι η ταινία ήταν λίγο γκροτέσκο, όμως ακόμα και το γκροτέσκο μπορεί να γίνει συγκινητικό. Νομίζω ότι πολλοί σκηνοθέτες ξέρουν ποιο είναι το καλό γούστο, και επιλέγουν να υπακούσουν στους κανόνες, να μένουν μέσα στα όρια. Όμως πιστεύω ότι θα πρέπει να ξεπερνάς τα όρια και να δοκιμάζεις κάτι, που μπορεί να μην δουλέψει τόσο καλά, όσο με μία συμβατική αντιμετώπιση".