(Μια καλύτερη ζωή)
του Cédric Kahn
(το σημείωμα του σκηνοθέτη)
Ξεκινήσαμε με μια παραδοχή: είναι πολύ δύσκολο να ξεφύγεις των συνθηκών. Ζούμε σε ένα κόσμο που οι μόνες δουλειές για τους φτωχούς είναι οι κακές δουλειές, ένα κόσμο στον οποίο είναι καταδικασμένοι να πληρώσουν ακριβά για όλα.
Αυτοί που δε μπορούν να πληρώσουν μετρητά για το νέο τους ψυγείο, θα πληρώσουν διπλά λόγω πίστωσης. Οι τράπεζες κρατούν τα καλύτερα ποσοστά, για τους καλύτερους πελάτες, τους πλούσιους. Τα δάνεια στους λιγότερο προνομιούχους είναι πολύ περιοριστικά, οπότε αυτοί αναγκάζονται να καταφύγουν σε δάνεια με υπέρογκους τόκους, δάνεια από τα οποία πολύ γρήγορα αποδεικνύεται ότι δεν υπάρχει διαφυγή.
Η ελεύθερη αγορά έχει κατασκευαστεί έτσι ώστε να δίνει στον καθένα μας την ευκαιρία να βελτιώσει τη ζωή του. Υποτίθεται ότι προσφέρει τη δυνατότητα ανόδου σε όλες τι επιχειρήσεις. Σήμερα, επιτυγχάνει το ακριβώς αντίθετο: η ελεύθερη αγορά είναι μια μηχανή εξαθλίωσης των φτωχών, μια καταδίκη των νοικοκυριών τους. Η πρόσφατη κρίση είναι το πιο πρόσφατο και εξαιρετικό παράδειγμα όλων αυτών.
Οι χαρακτήρες της ταινίας είναι καταδικασμένοι λόγω της επιθυμίας τους να βελτιώσουν το εισόδημα τους. Πληρώνουν πολύ ακριβά το γεγονός ότι θέλανε να είναι λιγότερο φτωχοί.
Γρήγορα συνειδητοποιήσαμε ότι δε θα μπορούσε η ιστορία τους να βασιστεί απλά στα οικονομικά χρέη. Κατασκευάσαμε ένα συναισθηματικό και ψυχολογικό κόσμο, που εμπλέκει τους χαρακτήρες σε εντάσεις πολύ πιο πολύπλοκες από οικονομικά προβλήματα. Πολύ γρήγορα αποκαλύφθηκε ότι το πραγματικό θέμα της ιστορίας μας, πέρα από την κοινωνική φιλοδοξία και τα χρέη, ήταν η επιβίωση της ενότητας της οικογένειας. Όλοι μας έχουμε γίνει μάρτυρες μιας τέτοιας ιστορίας: τα οικονομικά προβλήματα καταστρέφουν οικογένειες. Το οικονομικό πρόβλημα αναγκάζει τη Νάντια να φύγει. Να αποχωριστεί το παιδί της. Ένα παιδί για το οποίο αρχικά , είχε παρατήσει τις σπουδές και την καριέρα της. Εκείνη θέτει σε κίνηση τη ρομαντική πλοκή της ιστορίας με τη φυγή της. Εκείνη πρέπει να αναζητήσει τώρα εκείνος, και να την ξανακερδίσει. Ο Γιαν όμως είναι αυτός που κρατάει την πλοκή. Η φιλοδοξία του τον παγιδεύει. Ο ίδιος θέτει τους κανόνες και τους καταρρίπτει.
Η ταινία ξετυλίγει σιγά σιγά τη σχέση ενός άντρα κι ενός παιδιού, την αμοιβαία αποδοχή δύο ανθρώπων που έχουν στερηθεί την αγάπη. Το παιδί είναι το κλειδί, ο κρυφός ήρωας της ταινίας. Επιτρέπει την επιβίωση ενός συναισθηματικού δεσμού όταν όλες οι κοινωνικές συνδέσεις έχουν καταρρεύσει. Μέσω αυτού, οι ενήλικες σώζονται και βρίσκουν νόημα στη ζωή τους. Χάρη σ’ αυτόν μπορούν να ξεκινήσουν και πάλι τη ζωή τους.
(πηγή σημειώσεις για την παραγωγή)