του Blake Edwards
theretu.jpg

Τρίτη και πιο πετυχημένη ταινία της σειράς, σ’ αυτήν αναδεικνύεται η κωμική persona του Peter Sellers, καθώς υποδύεται τον διαβόητο για τις γκάφες του επιθεωρητή Clouseau.
Το μυθικό διαμάντι “Ροζ Πάνθηρ” έχει κλαπεί και οι ιθύνοντες στην φανταστική χώρο Lugash υποψιάζονται ένα μυστηριώδη αριστοκράτη ληστή κοσμημάτων, το “Φάντασμα”. Αναγκασμένοι από τα γεγονότα, προστρέχουν για βοήθεια στον διάσημο επιθεωρητή Clouseau, ο οποίος στο μεταξύ έχοντας πέσει στη δυσμένεια των ανωτέρων εκτελεί χρέη απλού αστυφύλακα. Καθώς διαπιστώνει ότι η ληστεία έχει γίνει από το “Φάντασμα” ρίχνεται στο κυνήγι. Όμως τα πράγματα δεν είναι όπως δείχνουν: η ληστεία δεν έχει γίνει από αυτόν –αντίθετα και το “Φάντασμα” επίσης αναζητά τον/ την ληστή.
Διαπλέκοντας το κωμικό με στοιχεία μιας ταινίας με ληστείες, ο σκηνοθέτη δίνει χώρο για να αναπτυχθεί το κωμικό ταλέντο του πρωταγωνιστή του. Έχοντας ως αφορμή την κοσμοπολίτικη ατμόσφαιρα ταινιών τύπου James Bond, ο Blake Edwards καθοδήγησε τον Peter Sellers στην κατασκευή μιας πετυχημένης και λειτουργικής κωμικής persona. Σ’ αυτήν την ταινία βλέπουμε την αποθέωση της: εξωφρενικές μεταμφιέσεις, μια ξεκαρδιστική προφορά των αγγλικών, μια ισχυρή αίσθηση κωμικού timing και ένας απαραίτητος φόρος τιμής στην κωμωδία slapstick, όλα αυτά ανήκουν στο κωμικό του ρεπερτόριο. Έτσι δεν είναι παράξενο που αυτή η ταινία αποτελεί σε αρκετά σημεία μια αναβίωση των κωμωδιών του βωβού κινηματογράφου. Η αρχική σκηνή όπου ο επιθεωρητής Clouseau συνομιλεί μ’ ένα τυφλό, ενώ πίσω του βρίσκεται σε εξέλιξη μια ληστεία, καθώς επίσης και ο ιδιόμορφος αγώνας πάλης του με τον υπηρέτη του, αποτελούν ανεκτίμητες συνεισφορές στην κινηματογραφική κωμωδία.
Το κεντρικό θέμα της ταινίας αποτελεί μια lounge επιτυχία της εποχής γραμμένη από τον Henry Mancini.
Δ.Μ.