(για την ταινία La balia του Marco Bellocchio)
Μια νεαρή γυναίκα περιπλανιέται, άσκοπα, μέσα στους αχανείς χώρους ενός αστικού σπιτιού. Μέσα από τους μισοφωτισμένους διαδρόμους και τα σκοτεινά δωμάτια οδηγείται στην εσωτερική αυλή. Πίσω από τα σιδερένια κάγκελα της πόρτας θα αντικρίσει μία σκηνή που θα της προκαλέσει την προσοχή: Λουσμένες από το εκτυφλωτικό φως του ήλιου (αυτό που λείπει από τα εσωτερικό του αστικού σπιτιού) δύο υπηρέτριες εκτελούν μια αγροτική εργασία. Υπόμνηση μιας απουσίας; Η σκηνή προκαλεί στην νεαρή γυναίκα ανάμεικτα συναισθήματα ευχαρίστησης και ζήλιας. Λίγο αργότερα η ίδια γυναίκα θα βρεθεί μέσα στην εσωτερική αυλή. Τώρα ο λόγος είναι πολύ συγκεκριμένος: βοηθά τις υπηρέτριες να μαζέψουν τα ρούχα. Μια ξαφνική καταιγίδα είναι η αιτία. Η βροχή και οι λάμψεις από τις αστραπές φωτίζουν το πρόσωπο της. Μια απρόσμενη ελευθερία καταλαμβάνει αυτήν την νεαρή κοπέλα, μια ευθυμία, αταίριαστη με την αυστηρότητα του χώρου την κυριεύει. Παραδομένη στις προσταγές των στοιχείων της φύσης αποκαλύπτει την μυστική της σχέση με τον φυσικό κόσμο, τον κόσμο που απουσιάζει από τον περίκλειστο χώρο του αστικού σπιτιού (αλλά και από τον συμπαγή οικιστικό ιστό της πόλης). Αυτές οι δύο σκηνές που βρίσκονται στο μέσο της αφήγησης, στην ταινία La balia / Η Παραμάνα του Marco Bellocchio, μας υποδεικνύουν το κέντρο της δραματικής πλοκής. Αυτό που καταγράφει η ταινία είναι τη βίαιη, αναπάντεχη εισβολή στοιχείων που ανήκουν στον φυσικό κόσμο μέσα σ' ένα αποστειρωμένο "πολιτισμένο" σύμπαν (1). Όπως οι δυνατές ακτίνες του ήλιου και οι λάμψεις των αστραπών καταυγάζουν το γεμάτο έξαψη πρόσωπο της νεαρής γυναίκας, έτσι και η ίδια η παρουσία της, η ανεπιτήδευτη δράση της θα φωτίσει, με την δύναμη και ένταση της αστραπής, τους σκοτεινούς χώρους μίας τυπικής συμβατικής συζυγικής ζωής. Παράλληλα η ταινία καταγράφει πώς οι ένοικοι του σπιτιού -ένα ζευγάρι μεσοαστών- αντιδρούν απέναντι σ' αυτήν απρόοπτη εισβολή, πώς διαχειρίζονται τόσο το σκότος μέσα στο όποιο ζουν όσο και το φως το οποίο ξαφνικά αντικρίζουν.
Μια γέννα
Έγκλειστοι και υπόδουλοι στη δυναστική εξουσία του αστικού σπιτιού, οι κάτοικοί του, το ζευγάρι -ο καθηγητής Μόρι και η σύζυγός του Βιτόρια- απροετοίμαστοι θα βρεθούν αντιμέτωποι με το έλλειμμα της κοινής τους ζωής. Μια γέννα είναι η αφετηρία και η αδυναμία (ή η άρνηση) θηλασμού από την πλευρά του νεογέννητου είναι το πρόβλημα, που στο περίκλειστο χώρο του σπιτιού θα πάρει απρόσμενα μεγάλες διαστάσεις, διαταράσσοντας τις ισορροπίες της συμβατικής τους ζωής. Η λύση δεν είναι απλώς και μόνο η πρόσληψη ως τροφού της νεαρή γυναίκας. Η μελαγχολία της λοχείας στην οποία βυθίζεται η Βιτόρια είναι απλώς το επιφαινόμενο -και ως τέτοιο γρήγορα αποκτά απροσδόκητες διαστάσεις, ακριβώς γιατί γίνεται αποκαλυπτική: αποκομμένη η μητέρα από το νεογέννητο, βρίσκεται σε μια θέση αδυναμίας, μπροστά σ' ένα κενό. Η μη εκπλήρωση των μητρικών της καθηκόντων δεν είναι χωρίς σημασία, ούτε περιστασιακή: καταρχάς κάνει φανερή με τον πιο δραματικό τρόπο την απομάκρυνση του ζευγαριού από την φυσική τάξη -η απώλεια για την μητέρα του μητρικού ενστίκτου είναι απόρροια αυτής της απομάκρυνσης. Η ψυχρότητα, η αδυναμία έκφρασης του συναισθήματος, η υποταγή στις ιεραρχικές δομές της επιστήμης ή της εξουσίας, ο εγκλεισμός τους μέσα στον απομονωμένο αποστειρωμένο και ιεραρχικά οργανωμένο χώρο του σπιτιού (όπου ούτε οι απόηχοι της κοινωνικής εξέγερσης δεν εισβάλλουν) οδηγούν το ζευγάρι μακριά από ατίθασο και ανυπότακτο ρεύμα της ζωής και της φύσης. Αυτά τα δύο πρόσωπα έχουν απομακρυνθεί -και λόγω θέσης αλλά και λόγω πεποιθήσεων (όπως συμβαίνει με τον καθηγητή)- από τον φυσικό κόσμο. Και το τίμημα γι' αυτή την απομάκρυνση θα το πληρώσει η Βιτόρια: η αντικατάσταση της στον μητρικό ρόλο από την Ανέτα θα ανοίξει τους ασκούς του Αιόλου, θα διαρρήξει τους δεσμούς, θα αποσταθεροποιήσει τα σαθρά θεμέλια της οικογενειακής τους ζωής, θα αμφισβητήσει τις βεβαιότητες τους. Ευρισκόμενη λόγω φύλου σε μια θέση αδυναμίας, υπάκουη και υποταγμένη, θα έρθει αντιμέτωπη με την πιο ευθεία αμφισβήτηση του ("προκαθορισμένου") ρόλου της ως μητέρα: η άρνηση του νεογέννητου να τραφεί από το στήθος της είναι μια πράξη απόρριψης, μια επίθεση στο πρόσωπο της· συνειδητοποιεί, μέσω αυτής και εξαιτίας της, το μάταιο της βούλησής της ως συζύγου, ως μητέρας, ως γυναίκας.
Επιπλέον η ίδια η παρουσία της τροφού μέσα στο σπίτι δημιουργεί τις αναπόφευκτες συγκρίσεις και τον συνακόλουθο ανταγωνισμό. Οι συγκρίσεις αυτές γρήγορα ξεφεύγουν από το πλαίσιο της δραματικής πλοκής (μια σύγκρουση χαρακτήρων) και τοποθετούνται σ' ένα ευρύτερο πλαίσιο: είναι μια σύγκρουση ταξική και συγχρόνως πολιτισμική. Ματαιόδοξη, ζηλόφθονη, κτητική και δύσθυμη η αστή Βιτόρια έχει μέσα στο ίδιο της το σπίτι, στον προνομιακό της χώρο, την ντροπαλή, αποφασιστική, γεμάτη αυτοπεποίθηση και θηλυκότητα χωρική Ανέτα. Η σύγκρουση αυτή -που μπορεί να θεωρηθεί και ως ένα άλλο επεισόδιο της πάλης των τάξεων, όπου αυτό που διεκδικείται είναι η μητρική σχέση-, τροφοδοτεί όλο το πρώτο μισό της αφήγησης: απέναντι στην αδέξια συμπεριφορά της Βιτόρια υπάρχει η φυσικότητα της Ανέτα , απέναντι στην δυσθυμία και ψυχική της δυσανεξία υπάρχει η ευεξία, απέναντι στην ψυχρότητα και την αμηχανία η στοργή και η θέρμη. Αυτή η αντιπαράθεση μέσα στο σύστημα της ταινίας συστοιχίζεται με μια ομάδα αντιθέσεων που είναι διάσπαρτες στην δραματική πλοκή. Υπάρχει η αντίθεση ανάμεσα στην διαισθητική ευαισθησία και την ψυχρότητα, ανάμεσα στους γεμάτους ζωή δρόμους της πόλης και στην απουσία ήχων στο εσωτερικό του αστικού σπιτιού, ανάμεσα στην αγροτική κοινοτική ζωή που συμμετέχει η Ανέτα και την αποστειρωμένη οικογενειακή ζωή των συγγενών της Βιτόρια, ανάμεσα στους εξεγερμένους και τους υποταγμένους, ανάμεσα στον γεμάτο αμηχανία για την επιστήμη και την ζωή νεαρό γιατρό και τον πλήρη βεβαιοτήτων καθηγητή Μόρι -είναι τέλος η αντίθεση ανάμεσα στην παραφορά του πάθους και στα υπό έλεγχο και επιτήρηση συναισθήματα (2). Καθώς η Βιτόρια απομακρύνεται συναισθηματικά και σωματικά από το νεογέννητο, καθώς βυθίζεται στο σκοτάδι και το μαύρο σύννεφο της μελαγχολίας καλύπτει την ψυχή της, η ήττά της είναι προδιαγραμμένη και βέβαιη: δεν έχει λόγο ύπαρξης μέσα στο οργανωμένο σύστημα του αστικού σπιτιού -πρέπει να αποχωρήσει.
Η άφατη χαρά της μητρότητας
Από την άλλη στο πρόσωπο της Ανέτα θα αντικρίσουμε την άφατη χαρά της μητρότητας - η παρουσία της ακτινοβολεί ένα εσωτερικό φως, γίνεται η αληθινή κυρίαρχος του οίκου. Όταν η Ανέτα δέχεται το δυνατό φως του ήλιου, που εισβάλλει με ορμητικότητα από το παράθυρο, όταν ξεγυμνώνει τον αριστερό της μαστό για να θρέψει το νεογέννητο, μια σημαντική αλλαγή έχει συντελεστεί σ' αυτό το σπίτι: δεν πρόκειται για μια νίκη που έχει επιτευχθεί απλώς στο πεδίο της ταξικής πάλης, αλλά για την επιβολή, την εγκαθίδρυση της, μέχρι τώρα απούσας, φυσικής τάξης, μέσα στο χώρο. Σ' αυτή την εικόνα, εμβληματική της δυτικής εικονοποιίας (3), από την οποία δεν λείπουν οι ερωτικές παραδηλώσεις, απεικονίζεται η θηλυκότητα στην πλήρη ολοκλήρωση της, αντικρίζουμε μία αληθινή γυναίκα σε πλήρη αρμονία με την φύση, το ένστικτο, τα συναισθήματά της.
Η επιβολή της φυσικής τάξης, μέσα στον περίκλειστο αστικό σπίτι έχει κάποιες ουσιαστικές συνέπειες για τους ενοίκους του. Η σταδιακή απώλεια της εξουσίας τους -πρώτα για την Βιτόρια και μετά για τον γιατρό Μόρι- αμφισβητεί τις βεβαιότητες μιας ολόκληρης ζωής. Τα δύο αυτά πρόσωπα οδηγούνται μέσα από δαιδάλους και ατραπούς σε μια διαδικασία αυτογνωσίας. Αντικρίζουν το κενό του κοινού τους βίου, ένα κενό που προκαλείται από την ίδια την οργάνωση της κοινωνίας, από τον ρόλο που τους επιφυλάσσεται λόγω της ταξικής τους θέσης, από τις συμπεριφορές, τα ήθη, το ύφος ζωής που έχουν εγκολπωθεί. Το οριακό γεγονός της απώλειας της μητρικής σχέσης οδηγεί την Βιτόρια σε εξορία, σε περισυλλογή, σε ησυχασμό. Καλείται μακριά από την οικογενειακή εστία να επανασυνδεθεί μ' αυτό το κομμάτι του εαυτού της που λόγω της ταξικής της θέσης έχει εγκαταλείψει: δηλαδή με το συναίσθημα και το ένστικτο. Καλείται να ανακαλύψει ότι έχει θάφτει κάτω από τα στρώματα του αστικού πολιτισμού. Στο σύστημα της ταινίας το αστικό σπίτι και η πόλη είναι μία φυλακή, ένας χώρος που αλλοιώνει το πρόσωπο, που διαστρέφει την φυσική τάξη, που συνθλίβει το ένστικτο -μόνο μακριά απ' αυτόν τον χώρο τα πρόσωπα μπορούν να ανακαλύψουν και να αποκαλύψουν την αληθινή ουσία της προσωπικότητάς τους. Γι' αυτό το πρόσωπο, για την Βιτόρια, η εκούσια απομόνωση οδηγεί στην αλήθεια, και τέλος στην μεταμόρφωση. Όμως όπου και να πάει η Βιτόρια η παρουσία της Ανέτα θα την ακολουθεί σαν σκιά: είναι έκθετη στις θύελλες που έχει προκαλέσει εντός της η ανεπιτήδευτη μητρική παρουσία της Ανέτα (4).
Διαφορετική είναι η περίπτωση για τον σύζυγό της, τον γιατρό Μόρι. Σε μία σκηνή ο καθηγητής Μόρι, εκπληρώνοντας την παράκληση της Ανέτα τής διδάσκει γραφή και ανάγνωση. Ξεκινά το μάθημα με την επισήμανση ότι είναι και για εκείνον η πρώτη φορά (που διδάσκει). Καθώς τα μαθήματα διεξάγονται αυτό που γίνεται φανερό είναι το ερωτικό βλέμμα του καθηγητή προς την μαθήτρια του. Πέρα λοιπόν από την διδασκαλία μία σημαντική αλλαγή συμβαίνει: αντιμέτωπος με την ανυπόκριτη και ανεπιτήδευτη γοητεία της Ανέτα ο καθηγητής Μόρι εγκαταλείπει τις άμυνές του, παραδίδεται αμαχητί στην λάμψη του προσώπου της. Κατά την διάρκεια αυτών των μαθημάτων, οι ρόλοι έχουν αντιστραφεί: η παρουσία της Ανέτα θα οδηγήσει τον σοβαρό καθηγητή στην σταδιακή συνειδητοποίηση, στην συναισθηματική κατανόηση της κατάστασης. Η συνάφεια και η επαφή του με την Ανέτα τον απελευθερώνει. Σε μία οριακή στιγμή θα βρεθούμε αντιμέτωποι μ' αυτή την αλλαγή που έχει συντελεστεί. Η Ανέτα καλεί τον καθηγητή να πάρει στην αγκαλιά το νεογέννητο -είναι η πρώτη φορά που το κάνει- και στην συνέχεια τον βλέπουμε να τραγουδά διστακτικά και εμφανώς αμήχανα ένα νανούρισμα (;). Η μεταμόρφωση έχει συντελεστεί: τώρα αντικρίζουμε το πρόσωπό του χωρίς τα ψιμύθια της γνώσης ή του επαγγέλματος. Αναγνωρίζουμε μία πιο συναισθηματική, πιο ενστικτώδη πλευρά της προσωπικότητας του. Γίνεται πιο διαλλακτικός, πιο ανοικτός στο διαφορετικό. Περισσότερο ικανός να προσεγγίσει από άλλους, πιο συναισθηματικούς, δρόμους τους ασθενείς του: Τώρα μπορεί να λύσει τα δεσμά τους (5).
Καθ' όλη την διάρκεια της ταινίας εσωτερικές αλλαγές έχουν συμβεί σ' αυτά τα δύο πρόσωπα -στον καθηγητή Μόρι και την Βιτόρια. Μη ορατές από τα βλέμματα του θεατή, αυτές οι αλλαγές μεταμορφώνουν το εσωτερικό τους τοπίο, αλλάζουν τον χάρτη των συναισθημάτων τους (6). Είναι οι στιγμές όταν οι ήχοι του περιβάλλοντος σιγά - σιγά αποσύρονται και σβήνουν, όταν επικρατεί η σιωπή, όταν στην εικόνα εισβάλλει η μουσική. Αυτές είναι οι στιγμές: τότε η θύελλα κυριεύει την ψυχή τους, τότε ο άρρητος λόγος του συναισθήματος και του ενστίκτου σαν μια ξαφνική καταιγίδα ανατρέπει τα πάντα. Τότε μεταγγίζεται στο άνυδρο τοπίο της ψυχής τους η ζωτικότητα· τότε διδάσκονται, ίσως για πρώτη φορά, την αρμονία και την γαλήνη με την φύση, το συναίσθημα και το ένστικτο· τότε αλλάζουν. Γι' αυτά τα πρόσωπα (και όχι για το νεογέννητο) υπήρξε η Ανέτα τροφός. Και τώρα μπορεί να αποχωρήσει…
Δημήτρης Μπάμπας
Θεσσαλονίκη, Αύγουστος 2002
Σημειώσεις
1 Ανάλογες εικόνες ξαφνικής εισβολής της φύσης μέσα στον αστικό χώρο είναι διάσπαρτες στην ταινία: σε μια θα δούμε ένα κοπάδι να περνά μέσα στους στενούς δρόμους της πόλης. Επίσης οι σκηνές της διαδήλωσης και των συγκρούσεων μπορούν επίσης να θεωρηθούν ως τέτοιες: καθώς διαταράσσουν την ευταξία στον αστικό ιστό, επιτρέπουν να εισβάλλει στους στενούς δρόμους της πόλης με ορμητικότητα και ένταση το άτακτο και ανυπότακτο ρεύμα της ζωής.
2 Σε μια σκηνή στην αρχή της ταινίας γινόμαστε μάρτυρες αυτού του πλέγματος των αντιθέσεων. Ο γιατρός Μόρι μέσα στο βαγόνι ενός τραίνου ξυπνά μόλις αυτό μπαίνει στον σταθμό. Αντικρίζει από το παράθυρο το γεμάτος πάθος φιλί ενός ζευγαριού (είναι η Ανέτα και ο σύντροφός της ). Στο επόμενο πλάνο βλέπουμε το γεμάτο συμβατική συζυγική τυπικότητα φιλί του Μόρι προς την σύζυγό του Βιτόρια.
3 Στον πίνακα του Ελ Γκρέκο, Η Αγία Οικογένεια με την Αγία Άννα (περίπου 1590-1595, ελαιογραφία σε πανί, Νοσοκομείο Αγίου Ιωάννη Βαπτιστή, Τολέδο) βρίσκουμε μια ανάλογη σκηνή. Όμως για τις φωτιστικές συνθήκες του πλάνου θα πρέπει να ανατρέξουμε στους πίνακες του Vermeer.
4 Αξίζει μιας επισήμανσης ο τρόπος που ο σκηνοθέτης χειρίζεται αυτήν την μεταμόρφωση. Παρουσιάζει ένα άδειο δωμάτιο όπου ακούγεται η φωνή της Βιτόρια καθώς νανουρίζει ένα μωρό. Λαμβάνοντας υπόψη την ασταθή ψυχική της κατάσταση και την μελαγχολία, οι υποψίες για επιδείνωση είναι εύλογες και αναπόφευκεές. Όμως στην συνέχεια είναι ο ήχος από το κλάμα ενός μωρού και η είσοδος στο πλάνο της Βιτόρια να κρατά στην αγκαλιά το μωρό μιας υπηρέτριας: Τώρα η Βιτόρια έχει υπερνικήσει τους δαίμονες της μελαγχολίας, έχει "μάθει" να είναι μητέρα.
5 Στο τέλος της ταινίας ο καθηγητής Μόρι λύνει τα δεσμά μιας αρρώστου και της διαβάζει μια επιστολή που γράφει.
6 Ο Gianni Canova σημειώνει σχετικά: "Η Παραμάνα είναι μια ταινία για τις πράξεις που δεν φαίνονται: μια γραμματική αισθημάτων, μια εγκυκλοπαίδεια συναισθημάτων, ένα συντακτικό του μη ορατού".