(Αγρύπνια)
της Ana-Felicia Scutelnicu
Μια πομπή που ψέλνει θρησκευτικούς ύμνους κατευθύνεται προς ένα εκκλησάκι στην εξοχή. Το πλάνο είναι μακρινό. Μια λιτανεία ή μια κηδεία; Η αρχή της ταινίας μοιάζει διφορούμενη, αλλά η συνέχεια της είναι απολύτως σαφής για τον θεατή.
Ό,τι παρακολουθούμε είναι μια πανάρχαια θρησκευτική τελετή, την αγρυπνία και την κηδεία μιας ηλικιωμένης. Χωρισμένη σε δύο μέρη –το πρώτο η αγρυπνία και το δεύτερο η πορεία προς το νεκροταφείο- η αφήγηση της ταινίας καταγράφει συχνά με τους τρόπους ενός εθνογραφικού ντοκιμαντέρ, τη λαογραφία αυτή της πανάρχαιας τελετής. Η σωρός στο φέρετρο, ο τελευταίος αποχαιρετισμός, ο θρήνος του πένθους, το μοιρολόι, η πομπή με επικεφαλής τον ιερέα, οι ηλικιωμένοι που κουβαλούν το βαρύ φέρετρο και η μακρά πορεία προς την τελευταία κατοικία, η κορυφογραμμή και ο αργός βηματισμός των συνοδών, η στάση για ξεκούραση, η μουσική λυρική και μελαγχολική, τα στατικά πορτραίτα των συμμετεχόντων, ο ήλιος που κρύβεται πίσω από τα σύννεφα για να εμφανιστεί ξανά στη συνέχεια, και τέλος η ταφή: είναι η κοινή μας μοίρα που παρακολουθούμε να διαδραματίζεται με φόντο τις αχανείς πεδιάδες της Μολδαβίας.
Η σκηνοθέτις εστιάζει στα πρόσωπα όσων συμμετέχουν σ’ αυτήν την πένθιμη τελετουργία. Τα ρυτιδωμένα πρόσωπα των (προφανώς) συνομηλίκων της νεκρού, έρχονται σε μια ακραία αντίθεση με το αρυτίδωτο πρόσωπο της εγγονής . Στα πρώτα είναι τα βαθιά σημάδια από το πέρασμα του χρόνου που χαρακώνουν το πρόσωπο, ενώ στο δεύτερο είναι η άσπιλη και ανέγγιχτη από το χρόνο επιφάνεια. Στα πρώτα είναι τα θολωμένα από τα δάκρυα του θρήνου και το βάρος του χρόνου βλέμματα, ενώ στο δεύτερο είναι η καθαρότητα και η διαύγεια ενός βλέμματος που θέλει να δει τον κόσμο. Είναι το επερχόμενο τέλος της διαδρομής που αναγνωρίζουμε στα πρόσωπα των ηλικιωμένων. Και είναι η αφετηρία που αναγνωρίζουμε στο πρόσωπο της έφηβης εγγονής…
Δημήτρης Μπάμπας