του Pawel Pawlikowski
ida.jpg

Έχοντας στο κέντρο μια επιστροφή στις σκοτεινές εποχές της ιστορίας –την περίοδο του ολοκαυτώματος-, η σκηνοθεσία εστιάζει σε μια νεαρή γυναίκα καθώς αναζητά τις διαδρομές που θα ακολουθήσει στη ζωή, αλλά και την αληθινή ταυτότητα της.
Κεντρική ηρωίδα της ταινίας είναι μια 20χρονη που πρόκειται να καρεί μοναχός. Λίγο πριν εγκαταλείψει τα εγκόσμια, ως μια ύστατη δοκιμασία, βγαίνει το μοναστήρι. Επισκέπτεται την θεία της και μαζί της προσπαθεί να μάθει τι απέγιναν οι γονείς της που χάθηκαν την περίοδο της ναζιστικής κατοχής στην Πολωνία.
Αν και η αφήγηση οργανώνεται γύρω από την νεαρή ηρωίδα είναι η προσωπικότητα της θείας που τοποθετείται απέναντι της και η οποία συνιστά μια πρόκληση. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργείται μια γοητευτική αντίθεση: μια νεαρή γυναίκα αφοσιωμένη στη θρησκεία, αποφασισμένη να τηρήσει την παρθενία και απέναντι της μια κομουνίστρια με ελευθεριάζουσα συμπεριφορά, παραδομένη συχνά στις έκδοτες απολαύσεις. Είναι η αντίθεση ανάμεσα στην εικόνα της αρμονίας, της γαλήνης αλλά και της παθητικότητας που αναδύεται από το πρόσωπο της νεαρής δόκιμης μοναχής και η εικόνα μιας πιο ενεργητικής και διεκδικητικής στάσης στη ζωή που χαρακτηρίζει τη θεία της. Όπως είναι προφανές η προσωπικότητα της θείας λειτουργεί διαρκώς ως ένας πειρασμός, μια δοκιμασία για τη νεαρή μοναχό, μια υπόμνηση της κοσμικότητας, του τι συνιστά η ζωή εκτός των προστατευμένων μοναστηριακών τοίχων.
Η επιστροφή στο παρελθόν –οικογενειακό αλλά και εθνικό- που γίνεται μέσα από το ταξίδι αναζήτησης που επιχειρούν οι δύο γυναίκες, πέρα από την υπαρξιακή του διάσταση που ‘χει και για τις δύο γυναίκες, έχει κυρίως μια πολιτική σημασία: φέρνει στην επιφάνεια τα κρυμμένα μυστικά της χώρας, δηλαδή το γεγονός ότι υπεύθυνοι του ολοκαυτώματος δεν υπήρξαν μόνο οι ναζί κατακτητές αλλά και μερίδα του τοπικού πληθυσμού. Αυτό είναι ένα ανοικτό εθνικό τραύμα, το οποίο παραλληλίζεται με το οικογενειακό -προσωπικό που στιγματίζει τις δύο γυναίκες.
Μια επιπλέον επισήμανση πρέπει να γίνει για το οπτικό ύφος της ταινίας. Υπενθυμίζοντας με το ασπρόμαυρο της ταινίας το σινεμά του Jerzy Skolimowski και του Andrzej Wajda, ο σκηνοθέτης κινηματογραφεί τα πρόσωπα μ’ ένα τρόπο ιδιαίτερο: τα τοποθετεί συνήθως στο κάτω μισό του κινηματογραφικού κάδρου, αφήνοντας το πάνω μισό σχεδόν κενό. Έχοντας μια φωτογραφία με χαμηλούς τόνους κοντράστ, οι ισορροπίες του κινηματογραφικού κάδρου γίνονται πολλές φορές το κέντρο βάρους της ταινίας: πώς διευθετούνται εντός της εικόνας, οι όγκοι, πώς διασταυρώνονται οι κάθετες, οριζόντιες ή διαγώνιες γραμμές, οι καμπύλες.
Κατά έναν ανάλογο τρόπο και η νεαρή ηρωίδα της ταινίας αναζήτα την ισορροπία στη ζωή της ανάμεσα σ’ ένα παρόν που βιώνει με τρόπο έντονο –η καθολική θρησκεία-, ένα οικογενειακό παρελθόν μέχρι πριν λίγο άγνωστο –η εβραϊκή καταγωγή-, και την αληθινή ζωή με τις προκλήσεις της…

Δημήτρης Μπάμπας