(Στα βαθιά)
του Baltasar Kormákur
(η συνέντευξη του σκηνοθέτη)
the-deep.jpg

ΤΑ ΓΥΡΙΣΜΑΤΑ
[Για τα γυρίσματα στη θάλασσα] Είδα πολλές δεξαμενές στο Αλικάντε και σε άλλα μέρη αλλά αυτό που συνειδητοποίησα είναι ότι πουθενά δεν είναι σαν στον ωκεανό. Αν επιλέξεις δεξαμενή, πρέπει να κάνεις πολλή δουλειά στον υπολογιστή. Και το πιο δύσκολο στην επεξεργασία είναι το νερό. Κι ύστερα χρειάζεσαι μεγάλο προϋπολογισμό, όπως στη «Ζωή του Πι» ή στο “Kon-Tiki”, που κόστισε περίπου 16εκ. δολάρια. Εγώ είχα μόνο 3εκ. Επίσης, το 80% της χώρας μου ζει δίπλα στη θάλασσα και σκέφτεσαι «αν πρόκειται να κάνει αίσθηση στον κόσμο τότε ας το κάνουμε στον ωκεανό.» Έτσι, περάσαμε έναν μήνα στον ωκεανό. Γυρίστηκε σε μεγάλα κύματα, μέχρι κι εγώ κολυμπούσα με τον ηθοποιό για να τον κρατήσω μέσα στο πλάνο με ένα σχοινί. Εγώ απλώς ήλεγχα, καθώς η κάμερα έπρεπε να είναι πάνω σε μια εξέδρα και κάποιος να ρίχνει νερό στον φακό γιατί γέμιζε συνεχώς αλάτι. Και αυτό γιατί δεν είχαμε κλειστό χώρο, δεν είμαστε [γέλια] τόσο χαζοί όσο θα νόμιζε κανείς, ήμασταν στον ωκεανό! Δεν μπορούσες με την κάμερα να ακολουθήσεις τους ηθοποιούς. Έτσι, έπρεπε να το κάνω εγώ. Είχαμε λήψεις κάτω από το νερό. Πήγαμε σε πισίνα για να κάνουμε τέτοια κοντινά πλάνα. Τα περισσότερα, όμως, κάτω από το νερό είναι στον ωκεανό. Και με αυτόν τον θεότρελο τρόπο φτάναμε στη στεριά. Απλώς το κάναμε. Και μάλιστα για τρεις μέρες. Δεν έχουμε πολλούς κασκαντέρ στην Ισλανδία. Κάναμε ό,τι ο πραγματικός ήρωας, τα κύματα ήταν εκεί όπως πάντα. Εγώ είχα ανθρώπους της διάσωσης μαζί μου. Ένας που ήταν να κάνει τον κασκαντέρ, είπε «δεν πρόκειται να το κάνουμε, είναι γελοίο.» Εγώ, όμως, ως παραγωγός είπα «μας πήρε πέντε ώρες να έρθουμε εδώ με τις κάμερες και όλα. Χάνω μια ολόκληρη μέρα.» Και μέσα στην απόγνωση είπα «θα πάω.» Κολύμπησα ως εκεί, τα κύματα με πέταγαν στους βράχους και μετά σύρθηκα μέχρι την παραλία και είπα «εντάξει, δεν υπάρχει κίνδυνος.» Αυτό που σκέφτηκα ήταν ότι η ομάδα διάσωσης δε θέλει να βάζει κανέναν σε κίνδυνο αλλά να τον σώζει.
djupid.jpg
Η ΣΚΗΝΗ ΣΤΑ ΒΡΑΧΙΑ
Γυρίζαμε τη σκηνή επί τρεις μέρες προσπαθώντας να πετύχουμε τις πιο επικίνδυνες λήψεις. Και υπάρχει μια υπέροχη σκηνή που βρισκόμαστε εντελώς εκτός ελέγχου. Μέχρι και ο διευθυντής φωτογραφίας μπήκε σε κίνδυνο – κολυμπούσαμε με την κάμερα. Πήγα μαζί του για να τον κρατάω, για να μην πέσουμε σε βράχο ή κάτι τέτοιο. Κολυμπούσαμε για να τραβήξουμε υποκειμενικό πλάνο! [γέλια] Και μετά βουλιάξαμε το πλοίο. Αγόρασα ένα που δεν είχε αξία. Δε χρειαζόταν άδεια ψαρέματος, έτσι αγόρασα ένα φθηνό. Και το βυθίσαμε. Σε αυτή τη σκηνή το έκανα εγώ γιατί δεν ήθελα να βάλω ηθοποιούς που δεν ήταν έτοιμοι για κάτι τέτοιο και ούτε είχαμε πολλούς κασκαντέρ. Το να βλέπεις το νερό να μπαίνει και να κρατιέσαι... δεν κάνω ελεύθερες πτώσεις ούτε πηδάω από αεροπλάνα αλλά χρειάζεται να ζεις και λίγο κάτι από την ιστορία σου. Μου αρέσει να το ζω σαν να είναι αληθινό. Τη βρίσκω με κάτι τέτοιο.

Ο ΡΟΛΟΣ ΚΑΙ Ο ΗΘΟΠΟΙΟΣ
Δεν είχα κάνει διανομή [των ρόλων] πριν αποφασίσω να γυρίσω την ταινία στον ωκεανό. Το θέμα είναι ότι γνώριζα τον [Ólafur Darri] Ólafsson από πριν, είχα ξαναδουλέψει μαζί του. Κάναμε θέατρο μαζί και ήξερα ότι ήταν ο καταλληλότερος. Ήμουν πολύ σίγουρος για αυτόν γιατί έμοιαζε στον πραγματικό ήρωα. Είναι λίγο πικρό αυτό. Αλλά αυτός που στέκεται εκεί δίπλα μου είναι ένας από τους καλύτερους ηθοποιούς της χώρας και το βασικότερο, μοιάζει ακριβώς στον πραγματικό ήρωα και αυτό είναι σπάνιο. Ήταν σαν να με περίμενε στο κάστινγκ για να του μιλήσω αλλά δεν το έκανα. Σκεφτόμουν κι άλλους ανερχόμενους ηθοποιούς που είχαν ίδιο σωματότυπο. Και τότε μου είπε «θέλω στ’ αλήθεια να το κάνω. Θέλω να με έχεις υπόψη σου για τον ρόλο.» Και αυτό ήταν τέλειο, του είπα «ωραία, αν είσαι έτοιμος να μείνεις έναν μήνα στη θάλασσα, να πέφτεις στα βράχια και να περπατάς ξυπόλυτος στη λάβα, ο ρόλος είναι δικός σου.» [γέλια] Και είπε «Θα το κάνω.»
Και όταν κάποιος λέει ναι σε κάτι τέτοιο, αυτό σημαίνει ότι μπορεί να υποβάλλει τον εαυτό του σε πολλά περισσότερα. Αλλά μετά από τρεις μήνες, το είχε ήδη ξεχάσει αυτό [γέλια]. Τα καταφέραμε όμως. Είναι πολύ θαρραλέος και εξαιρετικός άνθρωπος. Δε δίστασε να λυγίσει μετά από δύο μέρες πάνω στα βράχια. Έλεγε κλαίγοντας «δεν μπορώ να το κάνω, φοβάμαι, δεν μπορώ». Ήταν τρομακτικό γιατί εγώ έπρεπε να τον πιέσω. Δεν είχα ακόμη τη σκηνή. Ούτε φοβόμουν μήπως τον σκοτώσω. Ήξερα κάπως τι έκανα έχοντας υποβληθεί σε αυτό αρκετές φορές μπαίνοντας στη θάλασσα. Του έδειξα, πήγαμε εκεί και περιμέναμε να έρθουν εφτά κύματα. Το έκανα δυο τρεις φορές για να του δείξω. Όταν τον πίεζα να το κάνει, φοβήθηκα γιατί συνειδητοποίησα ότι είχα την ευθύνη. Έκανε κάτι που νόμιζε πως δε θα μπορούσε να ελέγξει. Τον πιέσα να το κάνει. Και ξαφνικά σκέφτηκα «αν συμβεί κάτι, θα είμαι ο μόνος υπεύθυνος.» 

[Αποσπάσματα από συνέντευξη που δόθηκε στον Nick Dawson για το Filmmaker Magazine (http://filmmakermagazine.com) Απόδοση από τα αγγλικά, Θωμαΐς Καρύδη]