(Η φυλή)
του Myroslav Slaboshpytskiy
Διαδραματιζόμενη μέσα στον περιορισμένο χώρο ενός οικοτροφείου κωφαλάλων, η ταινία στιγματίζεται από μια ιδιαιτερότητα της: είναι μια σύγχρονη βωβή ταινία, αφού όλοι οι διάλογοι της είναι στη νοηματική γλώσσα.
Κεντρικός χαρακτήρας της ταινίας είναι ο Sergey (Grigory Fesenko), ένας νεαρός που καταφθάνει σ’ ένα οικοτροφείο- σχολείο κωφαλάλων. Η αφηγηματική γραμμή συντίθεται από τα διάφορα επεισόδια της εισόδου, προσαρμογής και ανόδου του μέσα στον κλειστό και ιεραρχικά δομημένο περιβάλλον του οικοτροφείου. Αυτό που αντικρίζει ο ήρωας είναι η κυριαρχία μιας οργανωμένης ομάδας, μιας μαφίας κα στους κόλπους της εισέρχεται. Νεαρές οικότροφοι που εκπορνεύονται, μικρο-ληστείες, διακίνηση, επαιτεία, περιστατικά σχολικού εκφοβισμού, εκβιασμοί: ο νεαρός ήρωας θα μυηθεί στα της συμμορίας και εν τέλει θα γίνει αποδεκτός. Ωστόσο, σύντομα θα βρεθεί μπροστά σ’ ένα δίλημμα: θα ερωτευθεί μια συν-οικότροφο του που εκπορνεύεται και θα εκδιωχθεί από τη συμμορία.
Χρησιμοποιώντας κάμερα στο χέρι, με πλάνα- τράβελιγκ μεγάλης χρονικής διάρκειας που ακολουθούν τα πρόσωπα, ο πρωτοεμφανιζόμενος Ουκρανός σκηνοθέτης Myroslav Slaboshpytskiy/ Μίροσλαβ Σλαμποσπίτσκιι, εστιάζει στον νεαρό του ήρωα, καθώς κινείται μέσα στους χώρους του οικοτροφείου, καθώς συμμετέχει στις τελετουργίες και τις δράσεις της συμμορίας. Και από την σχεδίαση του πορτραίτου του νεαρού ήρωα, αυτό που βρίσκεται στο κέντρο και εν τέλει κυριαρχεί είναι η σεξουαλική σχέση του με την συν-οικότροφο του. Το ερωτικό πάθος, η εμμονή, ο αγώνας του για επιβίωση και εν τέλει κυριαρχία -στοιχεία οικεία από ανάλογες μυθοπλασίες: αυτά σημαδεύουν τον ήρωα.
Ό,τι όμως σημαδεύει την εμπειρία θέασης της ταινίας είναι η απουσία διαλόγων, η χρήση της νοηματικής γλώσσας. Ο θεατής -ο οποίος δεν γνωρίζει την ουκρανική νοηματική-, έχει μια ελλιπή κατανόηση των διαδραματιζόμενων. Καλείται λοιπόν, να μαντεύει για το τι διαμείβεται μεταξύ των χαρακτήρων, να υποθέτει διαρκώς για το τι γίνεται. Μόνο ήχοι του περιβάλλοντος, κραυγές πόνου και ηδονής, αναστεναγμοί και το κλάμα -σχεδόν βουβό και γι’ αυτό αβάσταχτο: αυτό είναι το ηχητικό περιβάλλον της ταινίας. Τελικά αυτό το ηχητικό περιβάλλον επιβάλλεται στον θεατή και αυτή η επιβολή -η αποδοχή του ηχητικού σύμπαντος της ταινίας- είναι που επιτείνει και ισχυροποιεί τις διαδικασίες ταύτισης του θεατή με τον κεντρικό χαρακτήρα. Εμπλουτίζοντας, έτσι, μ’ ένα τρόπο ιδιότυπο και γι’ αυτό πρωτότυπο, την εμπειρία θέασης.
Δημήτρης Μπάμπας