(Αθώες και ένοχες)
του Patrick Grandperret
(οι δηλώσεις του σκηνοθέτη)
Η ταινία είναι βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα. Αυτό που με συνάρπασε σε αυτήν την ιστορία ήταν ότι επρόκειτο για δύο νέα κορίτσια. Η πρόκληση για μένα ήταν να τοποθετήσω την ιστορία στο παρόν και όχι στη δεκαετία του 60. Τα παιδιά μου είναι στην ηλικία της Νίνα και της Λίζι και ήθελα να καταλάβω πως δύο κορίτσια, στο τέλος της εφηβείας τους, αθώα ακόμα και με δίψα για ζωή, οδηγούνται σε ένα τέτοιο αποτρόπαιο έγκλημα. Πιο πολύ από την πράξη την ίδια, με ενδιέφερε η πορεία προς την πράξη.
Μελετώντας το φάκελο της αστυνομίας καταλάβαμε πώς έγινε το έγκλημα και η ταινία είναι βασισμένη στα πραγματικά γεγονότα παρ όλο που κάναμε κάποιες αλλαγές. Στην πραγματική ιστορία, η μία κοπέλα ήταν Αραβικής καταγωγής, η οποία είχε τσακωθεί με τον πατέρα της όταν αυτός κατάλαβε ότι κάνει παρέα με αγόρια. Ο πατέρας της, της κούρεψε τα μαλλιά γουλί και μάλιστα όταν είχε γίνει το έγκλημα, φορούσε περούκα. Εμείς, αφαιρέσαμε αυτήν την πλευρά της ιστορίας. Αυτό που με ενδιέφερε ήταν δύο συνηθισμένα κορίτσια ελαφρώς ευάλωτα. Τα κορίτσια γίνονται αμέσως φίλες. Αφενός μεν γιατί βρίσκονται μέσα σε μία κλινική και αφετέρου γιατί είναι οι πιο φυσιολογικές από τους υπόλοιπους τρόφιμους. Δεν νοιώθουν κανέναν ανταγωνισμό ίσα, ίσα, πολύ γρήγορα θα αδελφοποιηθούν απέναντι σε έναν κόσμο που τις απορρίπτει. Ήθελα ο θεατής να τις αντιπαθήσει, αφού έτσι και αλλιώς δεν κάνουν και πολλά για να κερδίσουν το σεβασμό μας. Στο τέλος όμως να καταλήξει να τις αγαπήσει.
Τα κορίτσια αυτά, δεν έχουν σκοπό να επαναστατήσουν ενάντια στο κατεστημένο. Ίσα, ίσα, οι απαιτήσεις τους είναι πολύ απλές και καθημερινές: θέλουν να χαλαρώσουν λιγάκι, να κάνουν ένα μπάνιο, να φάνε ένα σάντουιτς ...αλλά όταν είσαι 20 χρονών και δεν έχεις λεφτά, όλα αυτά γίνονται άπιαστα όνειρα. Δεν έχουν τα απαραίτητα εφόδια για να ενσωματωθούν στο σύστημα και συνήθως το σύστημα τους απορρίπτει αυτούς που δεν παίζουν με τους κανόνες του. Κατά συνέπεια, η απόρριψη οδηγεί στην απομόνωση. Αυτό όμως που έχει ενδιαφέρον είναι ότι η Νίνα και η Λίζι, δεν έχουν αυτοκαταστροφικές τάσεις, θέλουν να ζήσουν, να ενταχθούν, να είναι ευτυχισμένες.
(Πηγή σημειώσεις για την παραγωγή)