του Ken Loach
jimmys-hall.jpg

Ιρλανδία, 1932. Ύστερα από δεκαετή παραμονή στις Ηνωμένες Πολιτείες ο πολιτικός ακτιβιστής Jimmy Gralton επιστρέφει στον τόπο του, στην κομητεία του Leitrim, με σκοπό να ξεκινήσει μια φιλήσυχη αγροτική ζωή στο πλευρό της ηλικιωμένης μητέρας του. O Εμφύλιος που είχε ξεσπάσει μετά το τέλος του απελευθερωτικού αγώνα των Ιρλανδών και την υπογραφή συνθήκης με τους Βρετανούς έχει κι αυτός τελειώσει, αν και οι πληγές είναι ακόμα ανοιχτές και τα προβλήματα εντονότερα από ποτέ. Παρά τους προσωπικούς του δισταγμούς και κάτω από την πίεση των νέων της περιοχής και των παλιών του συντρόφων, ο Gralton αποφασίζει να ξαναθέσει σε λειτουργία το πολιτιστικό κέντρο που είχε στήσει δώδεκα χρόνια πριν με τη βοήθεια κατοίκων της κοινότητας. Ένα εντευκτήριο, τόπο συνάντησης και δωρεάν διδασκαλίας μαθημάτων λογοτεχνίας και ζωγραφικής. Ένα χώρο συνεύρεσης και ανταλλαγής απόψεων. Κυρίως όμως μία αίθουσα χορού. Με την επαναλειτουργία του κέντρου η τοπική κοινότητα ενώνεται και πάλι έχοντας ένα κοινό στόχο. Μέσα από την προσωπική δουλειά και τη συλλογικότητα τα μέλη της ξαναβρίσκουν το χαμένο τους ενθουσιασμό. Την αισιοδοξία τους, τη δίψα για ζωή. Και μυούνται στους πρωτόγνωρους ρυθμούς της τζαζ μουσικής που κουβαλάει ο Jimmy από τη Νέα Υόρκη. Η δραστηριοποίηση της κοινότητας τρομάζει ωστόσο τους τοπικούς άρχοντες και πυροδοτεί ένα νέο πόλεμο. Οι κάτοικοι του Leitrim θα βρουν απέναντι τους την άρχουσα τάξη των μεγαλογαιοκτημόνων και την παντοδύναμη καθολική εκκλησία. Η εκπαίδευση θεωρείται εξάλλου αποκλειστικό προνόμιο της τελευταίας, ενώ η μουσική του Χάρλεμ προκαλεί τα χρηστά ήθη και συνιστά πειρασμό. Τα βέλη γι άλλη μια φορά θα στραφούν κατά του Gralton, χαρισματικού ηγέτη και πράου αλλά δεινού ομιλητή, που έχει τον τρόπο του να εμψυχώνει τους πολίτες. Και να τους παρακινεί να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους, χωρίς να σκύβουν το κεφάλι στους «άρχοντες και τους πάστορες». 
Βασισμένο σε θεατρικό έργο του Donal O’Kelly, το Jimmy’s Hall αφηγείται με απλότητα αλλά και ευαισθησία μια πραγματική ιστορία. Αυτήν του φερόμενου ως κομμουνιστή James Gralton, ο οποίος στη δεκαετία του 20 τόλμησε να τα βάλει με την πανίσχυρη καθολική εκκλησία, ανοίγοντας μια αίθουσα χορού, που εκτός από την ψυχαγωγία και την εκπαίδευση προωθούσε και την ελεύθερη διακίνηση ιδεών. Με μια ιστορία που θα μπορούσε να θεωρηθεί συνέχεια του «Ο άνεμος χορεύει το κριθάρι»(2006) ο Ken Loach επιστρέφει στην Ιρλανδία για να κάνει κάτι που γνωρίζει καλά. Να αναβιώσει μια από τις πιο ταραγμένες περιόδους της πολιτικής ιστορίας του τόπου του. Αν και η διαλεκτική αντιπαράθεση του κεντρικού ήρωα με τον εκπρόσωπο της καθολικής εκκλησίας βρίσκεται στο επίκεντρο της ταινίας, ο Loach φαίνεται ωστόσο να φωτίζει λιγότερο τα πολιτικά στοιχεία, δίνοντας περισσότερο έμφαση στο ρομαντικό ενθουσιασμό που πηγάζει από τη συνεύρεση, την κοινωνική αλληλεγγύη και το χορό. Το δραματικό εναλλάσσεται συνεχώς με το ανάλαφρο, σε όλη τη διάρκεια της ταινίας. Με αποκορύφωμα τη σκηνή της θείας λειτουργίας, όπου με ένα γρήγορο, παράλληλο μοντάζ η ευδαιμονία του χορού έρχεται σε καθαρή αντιπαραβολή με τη δαιμονοποίηση του ήρωα από τον άμβωνα. Ο σκηνοθέτης εξανθρωπίζει το φερόμενο ως κακό με τον πιο απτό τρόπο, ενώ η εκκλησία αναγορεύεται σε φορέα μίσους, αφού ενδιαφέρεται μόνο στο να διατηρήσει την εξουσία της δίπλα στο κράτος. Εδώ είναι που η μουσική και ο χορός φαίνεται να λειτουργούν ως όχημα για τη σωματική και πνευματική απελευθέρωση. Και ως κινητήρια δύναμη όχι μόνο των ηρώων αλλά και του ίδιου του κινηματογραφικού έργου.  
Το Jimmy’s Hall , αποτελεί ωστόσο μια ταινία που βασίζεται περισσότερο στη διαλεκτική παρά στη δράση. Κρατώντας σε πολλά σημεία το θεατρικό του χαρακτήρα, διαπνέεται από έναν έντονο λεκτικό ακτιβισμό, συχνά αποφθεγματικό, που η συμβολική του ξεπερνάει τα εθνικά σύνορα της Ιρλανδίας. Η ανάκτηση της χαμένης υπερηφάνειας και αισιοδοξίας, η διάθεση αντίστασης στη πνευματική λογοκρισία, αλλά και η αποτίναξη του φόβου που καλλιεργείται από την άρχουσα τάξη σε περιόδους οικονομικής κρίσης βρίσκονται σταθερά στον πυρήνα της ταινίας. Το αρχειακό υλικό που προβάλλεται στα credits μπορεί να συνδέεται με τη ζωή του ήρωα, είναι όμως και ενδεικτικό του γενικότερου πνεύματος του έργου. Από τη μια η Μεγάλη Ύφεση του 1929, η οικονομική εξαθλίωση και η ανεργία, και από την άλλη η επανάσταση της τζαζ, η απόλυτη έκφραση ελευθερίας. Ο Loach, στην τελευταία σύμφωνα με τις δηλώσεις του ταινία, δε θα μπορούσε να είναι περισσότερο επίκαιρος.

της Καλλιόπης Πουτούρογλου [ Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.]