Βενετία, 27η Μαΐου 1886. Στο Teatro Fenice παίζεται η όπερα «Il Trovatore» του Βέρντι. Η παράσταση γίνεται αφορμή να διαδηλώσει το κοινό τον αλυτρωτισμό του, ενάντια στην κατοχή της περιοχής από την Αυστροουγγρική αυτοκρατορία και ο πατριώτης μαρκήσιος Ουσόνι, μετά από μια διένεξη, προκαλεί σε μονομαχία τον λοχαγό Φραντς Μάλερ. Για να βοηθήσει τον Ουσόνι, η εξαδέλφη του, κόμισα Λίβια Σερπιέρι, που διακατέχεται κι αυτή από φιλελεύθερα αισθήματα, μολονότι ο σύζυγός της είναι πιστός υπήκοος του αυτοκρατορικού καθεστώτος, προσεγγίζει τον Μάλερ. Ο ωραίος λοχαγός δέχεται να μην μονομαχήσει, ο Ουσόνι εξορίζεται, αλλά η Λίβια τον ερωτεύεται και γίνεται ερωμένη του. Όταν εκείνος την εγκαταλείπει, εκείνη τον αναζητά απεγνωσμένα παντού και καθώς ο πόλεμος είναι προ των πυλών, η Λίβια παραλαμβάνει από τον εξάδελφό της (για να το φυλάξει) ένα μεγάλο χρηματικό ποσό για τις ανάγκες της εξέγερσης. Ενώ ο πόλεμος έχει ξεσπάσει, ο Φραντς εμφανίζεται απρόσμενα και τρυπώνοντας κρυφά στην κρεβατοκάμαρα της Λίβια της ζητά χρήματα για να δωροδοκήσει τον στρατιωτικό γιατρό, προκειμένου να τον απαλλάξει από την θητεία. Η Λίβια τυφλωμένη από ερωτικό πάθος του δίνει τα χρήματα, αλλά όταν αργότερα τον αναζητά και τον βρίσκει στην Βερόνα, συντροφιά με μια πόρνη, εκείνος την αντιμετωπίζει με περιφρόνηση. Η Λίβια, με πληγωμένη τη γυναικεία περηφάνια της, τον εκδικείται, καταγγέλλοντάς τον στους ανωτέρους του ως λιποτάκτη. Τη νύχτα, κι ενώ οι Αυστριακοί γιορτάζουν τη νίκη τους, ο Φραντς εκτελείται, ενώ η Λίβια περιπλανιέται, στα πρόθυρα της τρέλας, καθώς έχει προδώσει και τον έρωτά της και την πατρίδα της.
«Ο Βισκόντι, διανοούμενος με ποικίλες αισθητικές εμπειρίες, δεν θα μπορούσε παρά να δημιουργήσει έργα με πολλαπλές αναφορές και χάρη σ’ αυτές να ξεφεύγει από τον ρεαλισμό. Στο Senso, εκτός από τον Βέρντι, υπάρχουν και ισχυρές επιρροές από τον Τσέχωφ. Οι δύο ήρωες διασχίζουν την ταινία σαν να τους έχει ξεχάσει ο κόσμος μέσα στον οποίο κινούνται, χωρίς να πάψουν στιγμή να του ανήκουν. Αποκαθιστώντας (και όχι αναπαριστώντας) την εποχή στην οποία εγγράφεται το πεπρωμένο τους, ο Βισκόντι διδάσκει Τέχνη και Ιστορία. Και απ’ αυτή την άποψη, οι αντιστοιχίες αποτελούν ουσιαστικά στοιχεία μιας ταινίας όπου ο κινηματογράφος γεννιέται ακόμα και μέσα από όσα του είναι ξένα. Ο Βισκόντι, κατά την γνώμη μου, είναι ένας από τους σπάνιους εκείνους κινηματογραφιστές που προσέγγισαν αυτό το μπωντλερικό ιδεώδες των αντιστοιχιών. Οι αντιστοιχίες αυτές αστράφτουν στην ταινία, σ’ αυτή την αρμονική κατασκευή, όπου ήχοι, χρώματα, κίνηση και ιστορία συναρθρώνονται χάρη στην ύψιστη ικανότητα της τέχνης να επινοεί την αλήθεια ξεκινώντας από το ψέμα - το ψέμα του μύθου. Το Senso είναι ένα καθαρό έργο τέχνης».
(Απόσπασμα από το κείμενο του Yves Alix για το Senso, δημοσιευμένο στο περιοδικό Positif, με τίτλο H όπερα εκτός σκηνής).
Με τους: Farley Granger, Alida Valli, Farley Granger, Heinz Moog
(δ.τ.)