(Με σειρά εξαφάνισης)
του Hans Petter Moland
Εστιάζοντας στο πρόσωπο ενός πατέρα που πενθεί, η ταινία του νορβηγού σκηνοθέτη διακρίνεται για τους σκοτεινούς αλλά χιουμοριστικούς της τόνους.
Νορβηγία. Χειμώνας. Ο εσωστρεφής και εργατικός Νιλς οδηγεί το εκχιονιστικό όχημα μέσα σ’ ένα αφιλόξενο παγωμένο τοπίο. Έχει μόλις ανακηρυχθεί «πολίτης της χρονιάς» για την εργατικότητα του, όταν μαθαίνει ότι ο γιος του είναι νεκρός από υπερβολική δόση ηρωίνης. Αρνούμενος να πιστέψει την επίσημη εκδοχή του θανάτου του γιου του και υποψιαζόμενος ότι δολοφονήθηκε, αρχίζει μια έρευνα. Μια απροσδόκητη ανατροπή τον αναγκάζει να γίνει ένας ήρωας -τιμωρός που μάχεται τον υπόκοσμο.
Μια μακάβρια μαύρη κωμωδία, που διαδραματίζεται μέσα σ’ ένα χειμερινό λευκό τοπίο, γεμάτη από εντυπωσιακές εικόνες. Η σκηνοθεσία χρησιμοποιεί στοιχεία από μια μαύρη κωμωδία για να απεικονίσει την εισόδο αυτού του συνηθισμένου ανθρώπου, του Νιλς, στο σύμπαν των γκάνγκστερ. Παρακολουθεί τις διαδρομές του ήρωα μέσα σ’ αυτόν το τοπίο και απέναντι του τοποθετεί χαρακτήρες από τη μυθολογία της γκανγκστερικής ταινίας, σχεδιάζοντας, με λεπτότητα και πάντα χιούμορ, τα πορτραίτα των σουηδικής, νορβηγικής και της σερβικής καταγωγής μαφιόζων.
Ο Hans Petter Moland, σκηνοθέτης της ταινίας σημειώνει: "Ήθελα να κάνω μία ιστορία εκδίκησης για πολύ καιρό. Η εκδίκηση είναι μια πρωτόγονη και μαζί ανθρώπινη υπόθεση. Ως παιδί επιθυμούσα την εκδίκηση: πολεμούσα ανθρώπους που με είχαν αδικήσει, ταπεινώσει, κλέψει ή προδώσει. Μέσα από την εκδίκηση έλπιζα ότι θα αποδιδόταν η δικαιοσύνη. Φανταζόμουν ότι έβαζα τα πράγματα σε τάξη. Φανταζόμουν ότι ένας τραμπούκος θα αναγνώριζε το λάθος του, όταν θα βρισκόταν και αυτός ταπεινωμένος. Όπως ξέρουμε όλοι, αυτό δεν συμβαίνει. Αντί να αποδοθεί η δικαιοσύνη, η βία κλιμακώνεται. Οπότε αν δεν μπορείς να επανορθώσεις την αδικία, τουλάχιστον ας περάσεις καλά.
Δύο από τις κινητήριες δυνάμεις της ταινίας, ο Count και ο Papa, αντιμετωπίζουν τους εχθρούς τους απάνθρωπα. Είναι φανατισμένοι. Οι συμμορίες απαιτούν αυστηρούς κανόνες εσωτερικού δικαίου, ωμότητα, φόβο και αφοσίωση που αποκλείουν κάθε μοντέρνα προσέγγιση της διοίκησης. Απειλούν τη σύγχρονη κοινωνία, ενώ ταυτόχρονα είναι δεινόσαυροι.
Οι γκάνγκστερ ζουν σε έναν φιλελεύθερο κόσμο γεμάτο πειρασμούς που τους απειλούν περισσότερο απ’ ό,τι η ζωώδης συμπεριφορά τους απειλεί τον φιλελεύθερο κόσμο γύρω τους. Είναι απίστευτα παρωχημένοι. Αλλά κανείς δεν τολμάει να τους το πει. Οπότε συνεχίζουν να είναι επικίνδυνοι.
Οι περισσότεροι χαρακτήρες της ιστορίας αγνοούν την έννοια της αυτογνωσίας. Αποτελούν πηγή γέλιου και έχουν παρανοϊκά ακραίες πεποιθήσεις και παιδαριώδεις κοσμοθεωρίες σαν παιδιά με όπλα στα χέρια. Που συναντούν άλλα παιδιά με μεγαλύτερα όπλα. Μέχρι που συναντούν κάποιον με δίψα για εκδίκηση που ξεπερνάει ό,τι έχουν υπόψη τους μέχρι τότε. Ο Nils είναι ερασιτέχνης, κινείται εκτός του αναμενόμενου πλαισίου της εγκληματικής συμπεριφοράς. Χωρίς να το ξέρει, παρασύρει τους γκάνγκστερ σε έναν κόσμο που δεν γνωρίζουν, έναν παιχνιδιάρη, αγαθό κόσμο άγνοιας. Αυτός ο κόσμος γίνεται η μεγαλύτερη απειλή. Η ασφαλής και τακτοποιημένη ζωή είναι πολύ ελκυστική όταν είσαι ένας δουλευταράς γκάνγκστερ".
Δ.Μ.