(Ο γιός του Σαούλ)
του László Nemes
saul-fia.jpg

Βυθισμένη μέσα στο ζόφο του θανάτου και τη φρίκη της ανθρώπινης βαρβαρότητας, η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του László Nemes αφηγείται τα τελευταία μέτρα πριν την έξοδο.
Το κεντρικό πρόσωπο της αφήγησης, ένας Sonderkommando στο Auschwitz-Birkenau (στο ρόλο ο εξαιρετικός Géza Röhrig), ζει την ανθρώπινη τραγωδία εκ των έσω. Όχι ως ένα ακόμα θύμα της ανθρώπινης βαρβαρότητας. Όχι ως ένας μάρτυρας στο βωμό της ανθρώπινης μισαλλοδοξίας. Αλλά, ως εξ ανάγκης συνεργός, ως ένας ακούσιος (;) συμμετέχων στην ανατριχιαστικής οργάνωσης αλυσίδα γεγονότων που οδηγούσε στον αφανισμό τους συνανθρώπους του. Καμία φωνή, κανένα βλέμμα προς τον συνάνθρωπο, που «ως πρόβατον επί σφαγήν» οδηγείται στον αφανισμό. Μόνο η εκτέλεση των εντολών.
Ο σκηνοθέτης επιβάλλει σ’ όλη την ταινία ένα σκηνοθετικό σχήμα και το διατηρεί σταθερό και αναλλοίωτο μέχρι το τέλος της αφήγησης. Χρησιμοποιώντας το κλασικό φορμά του 4:3, με πλάνα μεγάλης χρονική διάρκειας , κινηματογραφεί τον ήρωα εκ του σύνεγγυς, από πίσω αλλά και από μπροστά, τον ακολουθεί κατά πόδας. Την εικόνα καταλαμβάνει το πρόσωπο του ήρωα. Πρόσωπο σκοτεινό, βλέμμα βυθισμένο στο ζόφο. Τίποτε άλλο δεν υπάρχει.
Το φόντο πάντα θόλο, ο περίγυρος συχνά αδιευκρίνιστος. Ο ρυθμός του ήρωα αγωνιώδης, ασθματικός: ο ρυθμός και οι νόρμες μιας διαβολικής μηχανής (του θανάτου).
Είναι ο ήχος που οικοδομεί το περιβάλλον του ήρωα. Οι διαταγές των δεσμοφυλάκων, οι κραυγές, οι θόρυβοι. Και οι γλώσσες: γερμανικά (η γλώσσα της εξουσίας), ουγγρικά (η γλώσσα της ομάδας του ήρωα), γίντις (η γλώσσα του στρατοπέδου).
Ελάχιστα γενικά πλάνα. Καμία γενική εικόνα. Άμορφες ανθρώπινες φιγούρες και σκιές που κινούνται στο φόντο. Ένα τείχος μοιάζει να περιβάλλει (και να προστατεύει) τον ήρωα. Το μόνο που αληθινά υπάρχει είναι η χαοτική πραγματικότητα του ήρωα. Η πραγματικότητα του κολαστηρίου μέσα στο οποίο ζει. Η πραγματικότητα του θανάτου. Το χάος του θανάτου...
Και γι’ αυτό, η επιλογή του ήρωα να κηδεύσει με την κάθε αρμόζουσα θρησκευτική τιμή το πτώμα ενός αγοριού, που ξεψύχησε μπροστά τα μάτια του, μοιάζει άκρως παράδοξη.
Ήταν ο ήχος από την ανάσα του καθώς ξεψυχούσε, που διαπέρασε το απροσπέλαστο τείχος του ήρωα;
Η εξόδιος ακολουθία μέσα σ’ αυτό το τοπίο, όπου η οσμή των καμμένων πτωμάτων διαποτίζει σώματα και ψυχές, είναι μια πολυτέλεια.
Ένδειξη ότι λυγίζει από το βάρος των όσων βλέπει και βιώνει;  Εκδήλωση μιας ψυχικής διαταραχής του ήρωα;
Ή ίσως είναι η έκφραση ενός βαθιού ανθρωπισμού;
Η αναγνώριση, επιτέλους, του ανθρώπινου προσώπου μέσα σ’ αυτήν την άμορφη μάζα των ανθρώπινων σωμάτων που κατευθύνονται προς τον θάνατο;
Μια ηθική στάση;
Μάλλον ως ένα προείκασμα και του δικού του τέλους θα πρέπει να θεωρηθεί η προσπάθεια του ήρωα να οργανώσει τη θρησκευτική εξόδια ακολουθία. Το πένθος του ήρωα για το παιδί δεν είναι παρά πένθος για το αναπόδραστο τέλος της κάθε διαδρομής στη ζωή....

Δημήτρης Μπάμπας