της Jessica Hausner
(οι δηλώσεις της σκηνοθέτιδος)
amour-fou.jpg

(...) Πριν από δέκα χρόνια έγραψα ένα πρόχειρο σενάριο για μία διπλή αυτοκτονία για ερωτικούς λόγους. Αλλά ένιωσα ότι αυτό που είχα γράψει δεν ήταν αρκετά κοντά στη ζωή και ότι ήταν πολύ δομημένο. Πέντε χρόνια μετά το έβγαλα από το συρτάρι και το ξαναδούλεψα. Ούτε τότε μου άρεσε, αλλά εν τω μεταξύ έπεσα πάνω σε ένα άρθρο για τους Kleist και Vogel. Μου φάνηκε ενδιαφέρον το γεγονός ότι ο Kleist είχε ζητήσει από αρκετούς ανθρώπους να αυτοκτονήσουν μαζί του, τον καλύτερο του φίλο, έναν ξάδελφο και στο τέλος την Henriette Vogel. Το βρήκα κάπως χοντροκομμένο. Έδωσε σε αυτή την ρομαντική, τραβηγμένη ιδέα της διπλής αυτοκτονίας για την αγάπη μία κακόγουστη και ελαφρώς γελοία υφή. Αυτό το στοιχείο έλειπε από τα πρόχειρα μου. Η αμφιθυμία αυτού που όλοι ξέρουμε ως αγάπη.
(...) Η εικόνα μιας διπλής αυτοκτονίας είναι γενικά πολύ ρομαντική. Με ενδιέφερε να το πάρω από την αρχή του, εκεί όπου το να πεθάνεις με τον άλλο είναι στην πραγματικότητα να πεθάνει ο καθένας μόνος του. Ζευγάρι, αλλά όχι μαζί.
(...) Η απεικόνιση του έρωτα στην ταινία σχετίζεται με και βασίζεται στις παρεξηγήσεις. Υπό αυτό το πρίσμα, αυτό που με ενδιέφερε περισσότερο στη βιογραφία του Kleist ήταν ότι η σύντροφος του στον θάνατο προέκυψε τυχαία. Για μένα, αυτό είναι το ζουμί όλης της ταινίας και έχω αλλάξει κάποιες λεπτομέρειες στη βιογραφία.
(...) Η αυτοψία που έγινε [στην Henriette ] το 1811 έχει αναλυθεί ξανά από σύγχρονους γιατρούς και μπορεί να πει κανείς ότι κάτι που τότε θεωρούσαν κακοήθη όγκο, δε σημαίνει ότι σήμερα θα είχε την ίδια διάγνωση. Οπότε η εκτίμηση ότι δεν έπασχε από καταληκτική ασθένεια είναι λογική. Δεν είναι απαραίτητο ότι θα πέθαινε από αυτό. Αυτό που δείχνω στην ταινία δεν είναι λανθασμένο, αλλά μάλλον τραβηγμένο.
(...) Το παράδοξο για μένα ήταν να  νομίζεις ότι μπορείς να πεθάνεις μαζί με κάποιον. Τη στιγμή που πεθαίνεις, είσαι αναπόδραστα μόνος και ο θάνατος σε χωρίζει πάντα από το άλλο πρόσωπο. Το Amour Fou δεν είναι νατουραλιστικό. Είναι ένα δοκίμιο στον έρωτα ως αμφιθυμικό συναίσθημα. Τη μία είσαι κοντά σε κάποιον, είσαι ένα με τον άλλο, καταλαβαίνει ο ένας τον άλλον και την επόμενη στιγμή αντιλαμβάνεσαι πόσο παραπλανητικό είναι αυτό. Το γεγονός ότι την ίδια στιγμή μπορείς να τρέφεις αντιφατικά συναισθήματα για ένα πρόσωπο, που ούτως ή άλλως μπορεί να μη σε αγαπάει πια εδώ και καιρό.
(...) Ένα συγκεκριμένο περιστατικό χρησιμοποιείται ως παράδειγμα μίας γενικής ανθρώπινης κατάστασης. Σε όλες τις ταινίες μου όμως και ειδικά σε αυτή δεν έχει να κάνει με το συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός αλλά με τις διαφορετικές εκδοχές ενός ισχυρισμού. Του έρωτα εν προκειμένω.
(...) Αναζητούσα μία φόρμα που να έχει κάτι το τεχνητό. Οπότε η ιστορία δεν κολλάει στα βιογραφικά γεγονότα. Δεν είναι biopic, απλώς βασίζεται σε ένα παράδειγμα. Με την  Geraldine Bajard, που δούλεψε μαζί μου στο σενάριο, αναπτύξαμε κάτι σαν παρτίδα πινγκ πονγκ. Ο διάλογος και οι καταιγιστικές ατάκες κλιμακώνονται. Για παράδειγμα, όταν η Henriette υπνωτίζεται και εκφράζει μία βαθιά δήλωση αυτογνωσίας σε πανέμορφα, σύνθετα Γερμανικά, είναι την ίδια στιγμή αστείο. Προφανώς οποιοσδήποτε θα μπορούσε να μιλάει έτσι σε καθεστώς ύπνωσης, σωστά; Πηγή έμπνευσης ήταν και η σκηνή από το Zelig του Woody Allen, όπου ο ήρωας είναι υπνωτισμένος και στην ερώτηση του γιατί παίρνει τη μορφή άλλων ανθρώπων απαντάει ότι θέλει να είναι αρεστός. Χτυπάει διάνα. Απλώς λέει την αλήθεια χωρίς περιστροφές. Το ίδιο γίνεται και με τη Henriette Vogel που λέει ποιο είναι το πρόβλημα: ανησυχεί για την καθημερινότητα.

(πηγή σημειώσεις για την παραγωγή)