Μια νεαρή γυναίκα, στο απόγειο της θηλυκότητας της περπατά στο δρόμο. Η κάμερα την ακολουθεί από πίσω, καταγράφει το ελαφρύ λίκνισμα αυτού του ποθητού γυναικείου σώματος, τον ήχο που κάνουν τα τακούνια, το ρυθμό που δημιουργείται από αυτόν. Σαν ένα ανδρικό βλέμμα σαγηνεμένο και αδύναμο να αντισταθεί, η κάμερα ακολουθεί από κάποια απόσταση. Ξαφνικά το πλάνο ανοίγει και αποκαλύπτεται ένας νεαρός άνδρας στα 20, να την ακολουθεί από κάποια απόσταση. Είναι το βλέμμα του που ο θεατής είχε οικειοποιηθεί προηγουμένως. Η παρακολούθηση συνεχίζεται, όμως τώρα είναι τα δύο πρόσωπα που υπάρχουν στο πλάνο, που παρακολουθούνται.
Η κεντρική ηρωίδα της αφήγησης είναι η Cristina –το ρόλο υποδύεται η Claudia Ardelean-, μια 30χρονη ηθοποιός, που ανήκει στην ουγγρική μειονότητα της Ρουμανίας. Μένει στην πόλη Sibiu, είναι μητέρα ενός μικρού κοριτσιού και ζει σ’ ένα γάμο που δεν της προσφέρει ιδιαίτερες συγκινήσεις. Και απέναντί της βρίσκεται ο Rafael, ένας 19χρονος μποξέρ που προσπαθεί να ξεφύγει από τη φτώχια και να κάνει καριέρα στην πυγμαχία.
Εξ’ αρχής, ο Florin Şerban τοποθετεί αυτά τα πρόσωπα σε μια απόσταση. Μια απόσταση, η οποία, καταρχάς πέραν από τη προφανούς διάστασης -της ηλικιακής διαφοράς-, έχει και εθνοτικές, κοινωνικές, πολιτισμικές διαστάσεις. Και αυτήν την μεταξύ τους απόσταση επιχειρούν τα δύο πρόσωπα να καλύψουν, να διανύσουν.
Ο Florin Şerban, έχοντας ήδη την εμπειρία χειρισμού ενός ανάλογους θέματος στην προηγούμενη ταινία του, το Eu cand vreau sa fluier, fluier/ Αν θέλω να σφυρίξω, σφυράω (2010), αποφεύγει τις παγίδες της ιστορίας –τόσο τη σκανδαλοθηρικού τύπου πρόκληση, όσο και τον αισθησιασμό. Ό,τι υπάρχει εδώ είναι λεπτότητα, ευαισθησία και αφηγηματική οικονομία, όταν σχεδιάζει, χρησιμοποιώντας το σχήμα των αντιθέσεων, τα πορτραίτα των δύο προσώπων: Η βαρβαρότητα και η βιαιότητα της πυγμαχίας αντιδιαστέλλονται με τις δυσκολίες της θεατρικής ερμηνείας. Δίνει έμφαση, η σκηνοθεσία στις δυσκολίες της ζωής τους, όχι μόνο της προσωπικής αλλά και της επαγγελματικής. Και είναι εδώ σ’ αυτές τις δυσκολίες και στους συμβιβασμούς που οι ήρωες κάνουν, που δημιουργούνται οι όροι και οι συνθήκες για τον έρωτα τους. Εδώ είναι ο κοινός τόπος που θα ανθίσει ο σαρκικός πόθος. Ο έρωτας τους είναι εντέλει πραγματικός: υπάρχει ως μια διέξοδος σε μια συμβιβασμένη και αδιέξοδη ζωή…
Δημήτρης Μπάμπας