(Ο νόμος της αγοράς)
του Stéphane Brizé
Ακολουθώντας, κατά πόδας, έναν μεσήλικα άνεργο στις διαδρομές της ζωής του, ο σκηνοθέτης σχεδιάζει έναν πορτραίτο της ανεργίας και της εργασίας σήμερα.
Ταμείο ανεργίας. Ένας μεσήλικας. Στην αναζήτηση εργασίας. Σεμινάρια επιμόρφωσης. Η οικογένεια: η γυναίκα και ο γιος (με προβλήματα υγείας). Η ψυχολογία ενός άνδρα χωρίς εργασία. Και επιτέλους, η πρόσληψη: σαν σεκιουριτάς σε σούπερ μάρκετ. Τώρα η οπτική του σκηνοθέτη μετακινείται στο τοπίο εργασίας, στις συνθήκες, στις σχέσεις. Και εδώ τα ανθρώπινα δράματα δεν λείπουν…
Ο σκηνοθέτης θέτει στο κέντρο της προσοχής του ένα πρόσωπο και το παρακολουθεί σ’ αυτή τη δύσκολη φάση της ζωής του. Χωρισμένη σε δύο μέρη –η περίοδος της ανεργίας και η περίοδος της εργασίας- με περισσότερη έμφαση στο δεύτερο, η δραματική πλοκή μοιάζει να μην υπακούει στους κανόνες μιας κλασικής δραματουργίας. Προσηλωμένη σ’ αυτόν τον μεσήλικα άνδρα, η αφήγηση συντίθεται από τα επεισόδια της ζωής του –επαγγελματικής κυρίως, αλλά και προσωπικής. Γυμνή από δραματικές εντάσεις και κορυφώσεις, με τη μια σκηνή να παρατίθεται δίπλα στην άλλη, η αφηγηματική γραμμή αποτελείται από επεισόδια –σκηνές εν πολλοίς αυτόνομα, χωρίς κάποιο εμφανή δραματικό λόγο. Κατά αυτόν τον τρόπο, μέσω της συσσώρευσης των επεισοδίων -σκηνών σχεδιάζεται το πορτραίτο της εργασίας (αλλά και της ανεργίας) σήμερα. Είναι οι (σκληροί) νόμοι της Αγοράς που απεικονίζονται.
Ωστόσο η στόχευση της ταινίας (και της σκηνοθεσίας) υπερβαίνει τα προηγούμενα. Το ύφος καθορίζεται από την επιλογή του σκηνοθέτη να κινηματογραφήσει όλη την ταινία ακολουθώντας τα διδάγματα του σινεμά των αδελφών Dardenne, με τους τρόπους και τα μέσα του, το ρεαλισμό αλλά και τον ανθρωπισμό του. Κάμερα στο χέρι και ένας ρεαλισμός που μας υπενθυμίζει τις αρχές του ιταλικού νεορεαλισμού: όλοι οι ηθοποιοί της ταινίας, πλην του υποδυόμενου τον κεντρικό ρόλο Vincent Lindon, είναι ερασιτέχνες υποδυόμενοι τον εαυτό τους. Κατά αυτόν τρόπο, ό,τι παρακολουθούμε έχει τη δύναμη ενός ντοκιμαντέρ, αναδύεται μια αίσθηση πραγματικότητας πολύ ισχυρή.
Και γι’ αυτό, όταν στο κέντρο έρχεται το ηθικό δίλημμα που αντιμετωπίζει ο ήρωας, η βαρύτητα που αυτό έχει δεν έχει καθοριστεί από τους μηχανισμούς και τους νόμους της δραματικής πλοκής. Αλλά από τη δύναμη της πραγματικότητας: ό,τι παρακολουθούμε είναι η πραγματικότητας της εργασίας σήμερα στις δυτικές κοινωνίες. Και γι’ αυτό το ηθικό δίλημμα του ήρωα είναι πραγματικό. Όχι μέρος ενός δραματικού παιχνιδιού. Είναι η ζωή και τα ηθικά διλήμματα της...
Δημήτρης Μπάμπας
Σχετικά με την ταινία
Σε ηλικία 51 ετών και έχοντας μείνει 20 μήνες άνεργος, ο Thierry ξεκινάει μια καινούρια δουλειά, που σύντομα τον φέρνει αντιμέτωπο με ένα ηθικό δίλημμα. Πόσο όμως είναι διατεθειμένος να αποδεχτεί το καινούριο του επάγγελμα; Η ταινία παρακολουθεί τον κεντρικό της ήρωα σε μια μακρά και βασανιστική πορεία αναζήτησης εργασίας, για να προβάλει την ταπείνωση που υφίσταται λόγω της ανεργίας. Κι όταν τελικά τη βρίσκει συνειδητοποιεί ότι γίνεται συνεργός στη λειτουργία ενός άδικου συστήματος.
Ο Brizé δηλώνει σχετικά με την ταινία: «Ο Thierry είναι το πρόσωπο πίσω από τους απρόσωπους αριθμούς των στατιστικών ανεργίας. Η ταινία δίνεται μέσα από τη δική του οπτική. Για μακρά χρονικά διαστήματα η κάμερα τον παρακολουθεί σαν ένα boxer που δέχεται συνεχή χτυπήματα. Για αυτό επιλέχθηκε η τεχνική σινεμασκόπ που προβάλλει καλύτερα τι γίνεται γύρω του. Ο άντρας αυτός έδωσε τη ζωή του σε μια εταιρεία για 25 χρόνια για να πεταχτεί τελικά στο περιθώριο, επειδή τα αφεντικά του αποφάσισαν να γίνουν πλουσιότερα. Αποφύγαμε όμως τα δραματικά κλισέ. Πρόκειται για έναν κανονικό άνθρωπο που ξαφνικά βρίσκεται μέσα σε μια βάναυση πραγματικότητα. Το ηθικό δίλημμα που αντιμετωπίζει είναι η ουσία της ταινίας. Το κακό ωστόσο δε δραματοποιείται. Όλοι τελικά συμμετέχουν στη βία αυτού του κόσμου… Το δράμα βρίσκεται στην αδυναμία επιλογών. Η εργασία έχει γίνει σπάνιο αγαθό. Όπως ακριβώς το νερό. Οι εταιρείες το εκμεταλλεύονται. Ειδικά όταν δεν είναι υγιείς, οπότε δρουν σαν μικρές δικτατορίες που κραδαίνουν πυρηνικά όπλα, ενώ οι εργαζόμενοι είναι το αναλώσιμο. Τι μένει τότε όμως από την αξιοπρέπεια τους; Αυτό ήταν που ήθελα να ερευνήσω στην ταινία.»
Ο Brizé πλαισιώνει τον ηθοποιό Vincent Lindon με ερασιτέχνες ηθοποιούς, οι οποίοι υποδύονται επαγγελματικούς ρόλους ανάλογους με αυτούς που ασκούν στην πραγματική ζωή. Μια ερμηνευτική πρόκληση και για τον ίδιο τον πρωταγωνιστή της ταινίας.
Η ταινία βραβεύτηκε με το βραβείο Ανδρικής Ερμηνείας(Vincent Lindon) στο Φεστιβάλ Καννών 2015.
(πηγή επίσημος ιστότοπος, κατάλογος του φεστιβάλ Καννών, δημοσιεύματα του τύπου)