(Ο ήχος της σιωπής)
του Joachim Trier
louder-than-bombs.jpg

Με αφορμή την αναδρομική έκθεση του φωτογραφικού έργου μιας διάσημης φωτορεπόρτερ –στον αντίστοιχο ρόλο η εξαιρετική Isabelle Huppert-τρία χρόνια μετά τον άδοξο θάνατό της σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, η οικογένειά της θα έρθει αντιμέτωπη με θέματα που υπόβοσκαν καιρό πριν το τραγικό γεγονός, με προβλήματα που δημιούργησε στο καθένα από τα μέλη της η ίδια η απώλεια, αλλά και με αυτήν καθαυτή τη δυσλειτουργική της ύπαρξη.
Στην τρίτη του μεγάλου μήκους ταινία ο Νορβηγός σκηνοθέτης του Reprise και του Oslo, August 31st επιχειρεί να συνθέσει το μωσαϊκό μιας οικογένειας σε αποσύνθεση, κάτι που γίνεται αντιληπτό με την παράδοξη, τραγελαφική σχεδόν εισαγωγική σκηνή. Στη συνέχεια και σε αντιδιαστολή με τον ηχηρό της τίτλο η ταινία εισάγει το θεατή σε μια μη γραμμική και χαμηλών τόνων αφήγηση, της οποίας η φόρμα και οι συναισθηματικές αποχρώσεις αλλάζουν  ανάλογα με την οπτική των ηρώων. Διαφορετικές εκδοχές μιας πραγματικότητας που στον πυρήνα της βρίσκονται η έλλειψη επικοινωνίας, η αβεβαιότητα και η αδυναμία λήψης αποφάσεων.
Κρατώντας μια διακριτική σύνδεση με ένα ρευστό κινηματογραφικό παρόν το Louder than Bombs επιστρέφει συνεχώς στο παρελθόν για να αποκαλύψει διαδοχικά μια σειρά παράλληλων, στην ουσία κοινότυπων θεμάτων: την προβληματική σχέση του ζευγαριού, τη δυσκολία προσαρμογής της  φωτογράφου στην οικογενειακή εστία και τη δραπέτευσή της από αυτήν, την ιδιαίτερη σχέση της με τους  γιούς της, τις απόψεις της για τη φωτογραφική τέχνη. Και είναι αυτές οι αναδρομές που φωτίζουν κατά κάποιο τρόπο το παρόν, χωρίς όμως ποτέ να απαντούν άμεσα  στα ερωτήματα που αιωρούνται ως το τέλος πάνω από την ταινία. Έχοντας πολλαπλά κέντρα βάρους η ταινία, ως ένα ιδιότυπο κολάζ διαφορετικών αναμνήσεων, δυσκολεύεται να βρει την ισορροπία της, όπως ακριβώς και οι ήρωές της.
Ωστόσο –πέρα από το μελαγχολικό πρόσωπο της φωτογράφου που στοιχειώνει σε κάποια κοντινά πλάνα το θεατή- υπάρχει ένας χαρακτήρας που ξεχωρίζει, δίνοντας  μια διαφορετική διάσταση  στην ταινία. Αυτός του έφηβου γιου. Όντας το πιο ευάλωτο και προβληματικό μέλος της οικογένειας, υπερισχύει των υπολοίπων, όχι μόνο λόγω της ιδιόρρυθμης και συναισθηματικά πολύπλοκης προσωπικότητάς του, όσο και για την ονειρική διάσταση που δίνει στη φιλμική γλώσσα. Μέσα από το συγγραφικό του παραλήρημα και έναν εκρηκτικό συνδυασμό φαντασιακού και αναμνήσεων,  εικονοποιείται με παιγνιώδη  αλλά και ειρωνικό τρόπο ό,τι δεν μπορεί να εκφραστεί μέσα από την αφήγηση. Το πάθος, η ομορφιά αλλά και η φρίκη της μοναχικής ανθρώπινης ύπαρξης. Τραγικό ίσως κληροδότημα της μητέρας στον αγαπημένο της γιο.

της Καλλιόπης Πουτούρογλου [ Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.]