Ο πλακατζής και φαρσέρ Winfried μεταμφιέζεται σε έναν λαμπερό "Toni Erdmann" για να τραβήξει την προσοχή της πολυάσχολης Ines και να της αλλάξει τον απορροφημένο από τη δουλειά τρόπο ζωής της. Η σχέση πατέρα-κόρης αποκτά κάποιες παράλογες διαστάσεις, μέχρι που η Ines αρχίζει να βλέπει ότι ο εκκεντρικός πατέρας της αξίζει μια θέση στη ζωή της ...
Η Maren Ade, σκηνοθέτις της ταινίας δηλώνει στον ιστότοπο hollywoodreporter.com: "Στην αρχή, υπάρχει πάντα ο αστερισμός των χαρακτήρων. Και στις τρεις ταινίες μου, όλα άρχισαν με τους χαρακτήρες. Είχα στο μυαλό μου αυτόν τον πατέρα, τον Winfried, έναν δάσκαλο μουσικής με ένα χίπικο στυλ ζωής, ο οποίος είναι ένας παθιασμένος φαρσέρ. Και από την άλλη πλευρά υπήρχε η κόρη του, Ines, η οποία επέλεξε μια ζωή πολύ μακριά από τα δική του, ως σύμβουλος επιχειρήσεων. Με ενδιέφερε να αφηγηθώ κάτι σχετικό με την οικογένεια – για τους ρόλους που ο καθένας παίζει, σχετικά με τις τελετουργικές συνήθειες μιας οικογένειας και για τη κρυφή επιθυμία να ξεφύγει κάποιος από όλα αυτά και να αρχίσει από το μηδέν. "
Οι δηλώσεις της σκηνοθέτιδος
(...) Όλες μου οι ταινίες είναι εν μέρει αυτοβιογραφικές, με την έννοια ότι ξεκινάω πάντα με κάτι που ήδη ξέρω. Όσον αφορά το θέμα της οικογένειας, ήταν πολύ ενδιαφέρον που συνειδητοποιούσα ενώ έγραφα, το πόσο λίγο μπορούσα να παρεκκλίνω από τη δική μου οικογένεια. Δεν υπάρχει κάτι που να γνωρίζει κανείς καλύτερα από το την ίδια του την προέλευση. Ο καθένας μας έχει μόνο μια οικογένεια και οι σχέσεις μεταξύ παιδιών και γονέων είναι για μια ζωή-δεν μπορείς να ξεφύγεις έτσι απλά. Αυτό ακριβώς συμβαίνει και με την Ινές και τον Τόνι. Πιστεύει πως η οικογένεια στην οποία μεγάλωσε δεν έχει καμία σχέση με την ζωή της σήμερα. Είναι όλοι παγιδευμένοι στους ρόλους που τους έχουν αναθέσει και η επικοινωνία τους έχει καταλήξει άκαμπτη, γίνεται με σχεδόν τελετουργικό τρόπο, και δεν μπορούν να το αποφύγουν.
(...) Ο Τόνι Έρντμαν γεννήθηκε από την απελπισία. Το χιούμορ είναι συχνά ένας τρόπος να αντιμετωπίζουμε τα πράγματα και έτσι αυτό το καθιστά και προιόν πόνου. Ο Γουίνφριντ δεν μπορεί να επικοινωνήσει ουσιαστικά με την κόρη του με κανέναν άλλον τρόπο. Προσπαθεί να επαναπροσδιορίσει την σχέση του μαζί της σαν πατέρας αλλά αποτυγχάνει και τώρα είναι αμήχανος, διχασμένος ανάμεσα στην επιθυμία του για περισσότερη οικειότητα με την Ινές και την πίκρα που αισθάνεται για το πρόσωπο της. Βρίσκει λύση στο δίλλημα του με την άκομψη αμφίεση του Τόνι. To χιούμορ είναι το μόνο του όπλο και πλέον το χρησιμοποιεί στο μέγιστο. Έτσι παίζει ένα ακόμη πιο σκληρό παιχνίδι και αφού η Ινές είναι από τη φύση της σκληρή, ξαφνικά βρίσκεται να της μιλάει σε μια γλώσσα που καταλαβαίνει.
(...) Η Ινές εργάζεται σε έναν ανδροκρατούμενο κλάδο και έχει ενσωματωθεί πλήρως σε αυτόν. Θεωρεί τον εαυτό της ‘’έναν απο αυτούς’’, ωστόσο δεν ισχύει το ίδιο και γι’αυτούς. Έχω πάρει συνέντευξη από αρκετές γυναίκες σε ηγετικές θέσεις και οι περισσότερες ισχυρίζονται ότι απολαμβάνουν να είναι η εξαίρεση στο κανόνα, παρ΄όλο που νιώθουν μόνες καμία φορά. Με αυτή την έννοια θεωρώ πως η Ινές είναι μια σύγχρονη ηρωίδα. Ξεκίνησε πεπεισμένη πως η αποφασιστικότητα και η ισότητα ήταν πράγματα τα οποία οι γυναίκες της γενιάς της μπορούσαν να έχουν δεδομένα, κι ότι δεν είχε ανάγκη το φεμινισμό. Όταν λέει, ‘’ δεν είμαι φεμινίστρια, διαφορετικά δε θα ανεχόμουν άνδρες σαν εσένα’’ , πραγματικά εννοεί αυτό που λέει. Αναφέρεται στη ‘’γυναικεία ομάδα’’ και στη ‘’σεξουαλική παρενόχληση στον χώρο εργασίας’’ ειρωνικά. Για να είμαι όμως ειλικρινής, πότε δεν ενδιαφέρθηκα να κάνω κάτι συγκεκριμένα πάνω στον σεξισμό στον εργασιακό χώρο. Απλά ήθελα να δείξω τα πράγματα όπως είναι και ο σεξισμός είναι κομμάτι αυτής της πραγματικότητας. Όλο αυτό το θέμα του γένους τη θυμώνει, ειδικά όταν του δίνουν τόση βαρύτητα. Ως γυναίκα, έχω συνηθίσει να ταυτίζομαι με αρσενικούς χαρακτήρες. Όταν βλέπω τις ταινίες του James Bond, δεν είμαι το κορίτσι του, αλλά ο ίδιος ο Μποντ. Ίσως είναι προτιμότερο να σκέφτομαι την Iνές ως ένα σύγχρονο , ουδέτερου γένους χαρακτήρα, παρά σαν έναν άνδρα που κλαίει που και που και έχει θέματα με τον πατέρα του.
(...) Το να στήσω μεγάλο μέρος της ταινίας σε άλλη χώρα είχε δύο βασικά πλεονεκτήματα σε σχέση με την ιστορία που ήθελα να πω. Το γεγονός ότι οι δύο βασικοί πρωταγωνιστές συγκρούονται μακριά από το σπίτι, απομονωμένοι και ανενόχλητοι από περιορισμούς του οικογενειακού περιβάλλοντος, τονίζει τη σύγκρουση και της προσθέτει δυναμική. Επίσης, η επίσκεψη του Γουίνφριντ σε μια άλλη χώρα, φέρνει το «σπίτι» μαζί του και τονίζει πόσο ξένο είναι αυτό το στοιχείο για την Ινές.
(...) Μερικές φορές βοηθάει να μη γνωρίζεις πολλά. Δεν ξέρω αν θα είχα γυρίσει τη σκηνή με το kukeri με τον τρόπο που το έκανα αν γυρίζαμε στο Βερολίνο, για παράδειγμα.
(...) Για μένα, η «χαλάρωση» ακούγεται λίγο σαν παραίτηση, σα συμβουλή από φτηνό βιβλίο. Η ταινία μου είναι περισσότερο μια έκκληση για ξεκαθάρισμα, παρά για χαλάρωση. Αυτό που κάνει η Ινές στο τέλος είναι πολύ δραστικό και απαιτεί θάρρος. Μπορεί να είναι τρελό, αλλά είναι μια νέα αρχή: από εκείνη την ημέρα κι εξής θα είναι για πάντα η γυναίκα που άνοιξε την πόρτα στο αφεντικό της γυμνή. Δεν αφήνεται με αυτή την ταινία, αλλά παίρνει τα ηνία στα χέρια της. Στο τέλος βλέπουμε δύο ανθρώπους που μπορεί να έχουν ωριμάσει λίγο και να έχουν δεχτεί ο ένας τον άλλον περισσότερο.
(...) Οποιαδήποτε σχέση γονέα- παιδιού είναι γεμάτη αποχαιρετισμούς. Όταν κάτι νέο ξεκινάει για ένα παιδί, αυτό σημαίνει ότι κάτι τελειώνει για το γονιό του. Το βλέπω αυτό και στα παιδιά μου. Κάθε φορά που ο γιος μου ψηλώνει ένα εκατοστό, εκείνος ενθουσιάζεται κι εγώ μελαγχολώ. Για το λόγο αυτό, έχω συμπεριλάβει μια σειρά από αποχαιρετισμούς στην ταινία. Ο μαθητής του Γουίνφριντ παραιτείται, ο σκύλος του πεθαίνει, εκείνος και η κόρη του αποχαιρετιούνται συχνά χωρίς ιδιαίτερη θέρμη. Η αγκαλιά στο τέλος είναι μια απόπειρα να διορθωθεί αυτό. Η στολή του kukeri αλλάζει το Γουίνφριντ, και για μία μικρή στιγμή εμφανίζεται στην Ινές ως το μεγάλο, βραδυκίνητο, θερμό πατέρα που γνώριζε ως παιδί, κι εκείνη μπορεί να είναι το μικρό κορίτσι που ήταν κάποτε.
(πηγή σημειώσεις για την παραγωγή, κατάλογος Φεστιβάλ Καννών)