Αποκαμωμένος από τις ευθύνες ενός βίου μακρού, βυθισμένος σ’ ένα κρεββάτι, ελάχιστα κινούμενος, ο ήρωας ετοιμάζεται για το τελευταίο ταξίδι. Είναι ο “Sire”, ο βασιλιάς, ο Λουδοβίκος ΙΔ΄, επονομαζόμενος και «βασιλιάς Ήλιος», ένας από τους μακροβιότερους μονάρχες της Ευρώπης και μια από τις πιο σημαντικότερες προσωπικότητες της Ευρώπης πριν τη Γαλλική Επανάσταση.
Η αφήγηση εστιάζει στο τέλος ενός βίου πολυκύμαντου και τόσο σημαντικού: τον Αύγουστο του 1715 ο Λουδοβίκος διαγνώστηκε με γάγγραινα, και στις 1η Σεπτεμβρίου πέθανε. Καθηλωμένος στο κρεβάτι, περιτριγυρισμένος από τους αυλικούς και τους γιατρούς του, ο βασιλιάς με ζήλο εκτελεί τα καθήκοντα του. Παράλληλα, ασχολείται και με τα της βασιλικής αυλής: κουτσομπολιά, σχόλια και κρίσεις για τις γυναίκες της αυλής -ας μην ξεχνάμε ότι ο βασιλιάς Ήλιος υπήρξε μεγάλος εραστής: απέκτησε 17 παιδιά, 11 εξώγαμα και 6 νόμιμα από την σύζυγο του Μαρία Θηρεσία. Ωστόσο είναι η διαρκώς επιδεινούμενη υγεία του που βρίσκεται στο κέντρο της προσοχής όλων: και του σκηνοθέτη, και των θεατών.
Η καθημερινότητα της ασθένειας του 77χρονου άνακτος -οι ιατρικές εξετάσεις (...και διαμάχες), οι φροντίδες των αυλικών, οι συναντήσεις και οι συζητήσεις- συνθέτουν τα επεισόδια της αφήγησης. Η ταινία εγκλωβισμένη στο εσωτερικό των προσωπικών του διαμερισμάτων, αναπτύσσεται με ρυθμούς αργούς: ό,τι παρακολουθούμε είναι αργή καταβύθιση ενός ανθρώπου στις επικράτειες της ασθένειας, η σταδιακή έκπτωση των ικανοτήτων του σώματος. Απεκδυόμενο κάθε αξιώματος του ανθρώπινο σώμα σιγά -σιγά νεκρώνεται: και αυτό συμβαίνει παρουσία όλων. Ο πόνος σχηματίζεται στο πρόσωπο του και η σωματική αδυναμία γίνεται όλο και πιο έκδηλη. Κάθε σωματική εκδήλωση της βασιλικής του υπόστασης χάνεται: Ο άναξ είναι ένας άνθρωπος.
Στο ημίφως των βασιλικών διαμερισμάτων, υπό το φως των κεριών η δυσαρέσκεια και ο πόνος ζωγραφίζονται στο πρόσωπο του βασιλιάς Ήλιου. Με αναφορές στην ταινία του Roberto Rossellini, La prise de pouvoir par Louis XIV, αλλά κυρίως στη φλαμανδική ζωγραφική της εποχής -στους φωτισμούς και τη στάση των προσώπων και των σωμάτων-, αυτή η ταινία είναι ουσιαστικά παράσταση για ένα ρόλο, για την ακρίβεια για ένα πρόσωπο: το πρόσωπο του Jean-Pierre Léaud. Καθώς υποδύεται ένα ρόλο στον οποίο η σωματική ικανότητα είναι διαρκώς φθίνουσα, είναι το πρόσωπό του που γίνεται το πεδίο της υποκριτικής του και εντέλει το θέμα της ταινίας. Είναι τα τελευταία βήματα που διανύει υποβασταζόμενος πριν το πέρασμα στο επέκεινα, είναι οι τελευταίες βαριές ανάσες, τα τελευταία κουρασμένα βλέμματα σ’ ό,τι τον περιβάλλει, η τελευταία στιγμιαία ματιά πίσω από τις γρίλιες στο τοπίο των Βερσαλιών: είναι η θνητότητα, το αναπόδραστο τέλος, η κοινή μας μοίρα...
Καθώς το πρόσωπο χάνει την όποια ικμάδα του και η έκφραση του εξαχνώνεται, γίνεται μια μάσκα ακίνητη. Τα βλέφαρα κινούνται ελάχιστα και αργά. Και στο τέλος μένουν ακίνητα. Η ανάσα σταματά: “Ο Βασιλιάς είναι νεκρός” .
Δημήτρης Μπάμπας