του Ben Sharrock
(το σημείωμα του σκηνοθέτη)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_1718_pikadero.jpg

Με την ανεργία των νέων στο 55% στην Ισπανία, το μέλλον φαίνεται άπιαστο για πολλούς, καθώς οι περισσότεροι νέοι άνθρωποι δεν είναι ικανοί να περάσουν στην ενήλικη ζωή. Αυτή η γενιά είναι λιγότερο πιθανό να αποκτήσει δικό της σπίτι, να παντρευτεί και να κάνει παιδιά, και για πρώτη φορά στην ιστορία οι σημερινοί νέοι θα είναι μάλλον φτωχότεροι από τους γονείς τους. Η ταινία Πικαδέρο αφηγείται την απλή ιστορία της εύθραυστης σχέσης ενός νέου ζευγαριού μέσα από την κωμωδία παρατήρησης που προσπαθεί, πέρα από τα νούμερα και τις στατιστικές της οικονομικής κρίσης, να αποτυπώσει την παράλογη και μερικές φορές γελοία θέση στην οποία βρίσκονται ο Γκόρκα και η Άνε, καθώς προσπαθούν να ζήσουν τη σχέση τους μετ’ εμποδίων. Επίσης, ήθελα να εξετάσω πώς οι εικοσάρηδες βλέπουν το μέλλον τους και παίρνουν αποφάσεις για το τι θα κάνουν στη ζωή τους. Φυσικά, η οικονομική κρίση σε όλη την Ευρώπη κάνει αυτές τις αποφάσεις ολοένα και πιο δύσκολες, αφού υπάρχει έλλειψη ευκαιριών.
Η αισθητική του Πικαδέρο είναι συνδεδεμένη με το στυλ του χιούμορ και τον τρόπο αφήγησης. Η έμπνευση μου έρχεται εν μέρει και από τους σκηνοθέτες Ελία Σουλεϊμάν, Ο Χρόνος που Απομένει ήταν η ταινία που με έκανε να θέλω να γίνω σκηνοθέτης καθώς μέχρι τότε δεν είχα δει κάτι ανάλογο. Άλλη μία ταινία που με επηρέασε ήταν Η Επίσκεψη της Μπάντας του Έραν Κολιρίν που επίσης δημιουργεί χιούμορ από απλές καταστάσεις μέσα από την θέση της κάμερας, τα χρώματα και την παρατήρηση.
Ήθελα το χιούμορ να βγαίνει μέσα από την ίδια την εικόνα και όχι τόσο πολύ από αστείους διαλόγους. Ο διάλογος είναι βέβαια κεντρικός για το χιούμορ μιας ταινίας αλλά είναι περισσότερο σημαντικός ο τρόπος που παρουσιάζεται ο διάλογος μέσα από την κάμερα. Ο Άκι Καουρισμάκι είναι ακόμα μία μεγάλη έμπνευση και υποστηρικτής αυτής της αισθητικής μαζί με τον Τζιμ Τζάρμους, τον Φερνάντο Έιμπκε και ως ένα σημείο και την Τζοάνα Χογκ. Σε συνδυασμό με τις κινηματογραφικές αναφορές, άντλησα στοιχεία και από τους πίνακες του Έντουαρντ Χόπερ και του Τζορτζ Σο όσον αφορά στον τρόπο που δημιουργούσαν το αίσθημα απομόνωσης μέσα από τη σύνθεση, τα χρώματα και το φως.
Η αισθητική της ταινίας είναι σχεδιασμένη για να προσφέρει ομορφιά, παραξενιά, γοητεία και ένα βάθος στα κωμικά στοιχεία της ιστορίας που πιστεύω δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί με άλλες πιο ορθόδοξες μεθόδους. Φυσικά, η έλλειψη κίνησης της κάμερας αντιπροσωπεύει τη μουδιασμένη στάση του πρωταγωνιστή, της οικονομίας και συνολικά αυτής της «χαμένης γενιάς». Χωρίς αυτή την επιλογή θα ήταν μια άλλη ταινία.
Ωστόσο, δεν ήθελα να με καθοδηγήσει αποκλειστικά η αισθητική. Ήταν πολύ σημαντικό για μένα να δημιουργήσω μια ισορροπία ανάμεσα στο δράμα και την κωμωδία, τον σουρεαλισμό και τον ρεαλισμό. Ήθελα η ταινία να είναι αστεία και εκκεντρική στο χιούμορ της αλλά ήθελα ταυτόχρονα να αναδείξω την πραγματικότητα στις ζωές των χαρακτήρων. Ήθελα να φτιάξω αληθοφανείς χαρακτήρες αλλά να τους εντάξω σε ένα σχετικά μη νατουραλιστικό περιβάλλον που να δίνει έμφαση σε όσα τους ταλανίζουν μέσα στο πλαίσιο της οικονομικής κρίσης.

(πηγή σημειώσεις για την παραγωγή)