(Μαζί ή τίποτα)
του  Fatih Akin
b_505X0_505X0_16777215_00_images_1617_in-the-fade.jpg

Η ζωή της Katja καταρρέει μετά το θάνατο του συζύγου και του γιου της σε βομβιστική επίθεση. Μετά από την εποχή της αδικίας και του πένθους, έρχεται η εποχή της εκδίκησης.

Η συνέντευξη του σκηνοθέτη

(...)  Η έμπνευση μού ήρθε από τους φόνους που διέπραξαν οι Γερμανοί νεοναζί της Εθνικοσοσιαλιστικής Παρανομίας (Nationalsozialistischer Untergrund) με ξενοφοβικά κίνητρα από το 2000 ως το 2007 σε όλη τη Γερμανία. Ήταν σοκ για μένα, αφού είμαι τούρκικης καταγωγής. Ο αδελφός μου, μάλιστα, γνώριζε ένα από τα θύματα στο Αμβούργο. Το μεγάλο σκάνδαλο ήταν ότι η αστυνομία επικέντρωσε την έρευνά της στην κοινότητα γύρω από τα θύματα και προσπάθησε να βρει το κίνητρο στα ναρκωτικά ή τον τζόγο. Η πίεση από την αστυνομία ήταν τέτοια, που ακόμη και ο Τύπος και οι ίδιες οι κοινότητες άρχισαν να έχουν παρόμοιες υποψίες.
(...)   Άρχισα να κάνω έρευνα σχετικά με την έννοια της εκδίκησης. Υπάρχει πραγματικά; Ποιος θα την αποζητούσε; Θα την αποζητούσα κι εγώ; Η Κάτια έχει τον δικό της ηθικό κώδικα, τον δικό της ορισμό για τη δικαιοσύνη. Με αυτήν την έννοια η Κάτια συμβολίζει κάτι αδρανές μέσα σε όλους μας - κάτι που πρέπει πάντα να παραμένει αδρανές. Δε με ενδιέφερε η οπτική γωνία των δολοφόνων. Ήμουν πολύ ξεκάθαρος για το πού ήθελα να στρέψω το ενδιαφέρον μου, την ευαισθησία μου. Το «In the Fade» εξελίχθηκε σε μια πολύ προσωπική ταινία για μένα. Παρόλο που πρόκειται για μια ξανθιά, γαλανομάτα Γερμανίδα, ο χαρακτήρας της Κάτια είναι το alter ego μου. Η ταινία μιλά για το οικουμενικό συναίσθημα της θλίψης και τα πολλά της επίπεδα.
(...) [Ο συνσεναριογράφο, Χαρκ Μπομ]    Ήταν μέρος του πρότζεκτ από την αρχή. Είναι δικηγόρος και φυσικά αυτό με βοήθησε πολύ. Και οι δύο ήμασταν στο ακρωτήριο της δίκης του NSU στο Μόναχο. Αυτό μου έδωσε την έμπνευση να μελετήσω την υπόθεση, την οποία και μετά συζήτησα με τον Χαρκ. Με αυτήν την έννοια, ανέλαβε τον ρόλο της επίβλεψης των δικαστικών σκηνών.
(...)  Γνώρισα την Νταϊάν το 2012 στις Κάννες. Ήμουν εκεί για την προβολή του ντοκιμαντέρ μου «Polluting Paradise» και κάναμε ένα μικρό πάρτι στην παραλία. Η Νταϊάν βρέθηκε στο πάρτι και άρχισε να μου μιλά στα γερμανικά. Είπε ότι ήθελε να κάνουμε ταινία μαζί, αν παρουσιαζόταν η ευκαιρία. Της το υποσχέθηκα και η μέρα που εκπλήρωσα την υπόσχεσή μου ήρθε τέσσερα χρόνια αργότερα: αναζητούσα την κεντρική ηθοποιό του «In the Fade» και σκέφτηκα την Νταϊάν. Και εκείνη ενθουσιάστηκε!
    Δε μετάνιωσα ποτέ για αυτή μου την επιλογή, έπαιξε καταπληκτικά. Είναι ατρόμητη και περίεργη και αυτά την κάνουν σπουδαία ηθοποιό. Μπορεί να δοκιμάσει τα πάντα. Επιπλέον, είναι φοβερά συγκεντρωμένη. Πραγματικά πιστεύω ότι απολαμβάνει τη δουλειά, ακόμη και στις πιο επώδυνες σκηνές. Πιστεύω επίσης ότι η Νταϊάν δίνει μια τόσο ξεχωριστή ερμηνεία γιατί, ως διεθνής σταρ, περίμενε χρόνια για έναν μεγάλο γερμανόφωνο ρόλο, αφού μεγάλωσε στο Ανόβερο και θεωρεί τον εαυτό της γερμανίδα. Της άρεσε πολύ που έπαιζε στη μητρική της γλώσσα, αφού με αυτόν -σε αντίθεση με τους συνηθισμένους ρόλους της στα αγγλικά ή τα γαλλικά- μπορούσε να εκφραστεί ακόμη πιο ελεύθερα, στη γλώσσα με την οποία μεγάλωσε. Συνειδητοποίησα ότι έχει αλάνθαστο ένστικτο και αμέσως διαισθάνεται όταν κάτι δεν πάει καλά σε κάποια σκηνή. Γι’ αυτό τη συμβουλευόμουν πολύ σε τέτοιες περιπτώσεις.
(...) [Ο διευθυντή φωτογραφίας, Ράινερ Κλάουσμαν]   Μετά από τόσα χρόνια συνεργασίας με τον Ράινερ, είμαστε σαν παντρεμένοι. Η επικοινωνία μας στο γύρισμα έχει καταλήξει σε μουγκρητά γιατί δεν έχουμε τίποτα άλλο να συζητήσουμε! Ο Ράινερ πάντα με παροτρύνει να δοκιμάζω νέα πράγματα και ποτέ δε με εμποδίζει. Με στηρίζει πάντα, αλλά ξέρει και πώς να με φρενάρει, όταν ξεχνάω τους αρχικούς μου στόχους ή εγκλωβίζομαι σε αδιέξοδα. Μου λέει ευθέως όταν θεωρεί ότι κάτι είναι γελοίο ή δεν καταλαβαίνει το σκεπτικό μου πίσω από ένα πλάνο – ή ενίοτε με κατηγορεί ότι διαλέγω ένα πλάνο για αισθητικούς και μόνο λόγους...
(...) [Ο Τζος Ομ από το συγκρότημα Queens of the Stone Age]     Άκουγα πολύ τη μουσική τους όταν έγραφα το σενάριο. Έχουν πεσιμιστικά τραγούδια και συνειδητοποίησα ότι ήταν η σωστή ατμόσφαιρα για την ταινία. Έκανα μια playlist με τραγούδια του συγκροτήματος για τον χαρακτήρα της Κάτια και ζήτησα από την υπεύθυνη να εξασφαλίσει τα δικαιώματα από το συγκρότημα. Εκείνη μου πρότεινε να ρωτήσω το συγκρότημα απευθείας. Μίλησα με Τζος, που είναι ο ιδρυτής της μπάντας και βασικός τραγουδιστής. Είδε ένα πρώτο cut της ταινίας και του άρεσε πολύ! Ήταν απασχολημένος με το νέο άλμπουμ του, αλλά δέχθηκε να δουλέψει στην ταινία. Δεν είχε πολύ χρόνο, όμως κατάφερε να γράψει απίστευτη μουσική. Είναι θλιμμένη, όμορφη, μοναδική. Πάντα ήθελα να κάνω ένα θρίλερ ή τουλάχιστον να δουλέψω με κάποια στοιχεία του είδους αυτού. Αυτή η μουσική έχει δώσει την αύρα αυτή στην ταινία.

(πηγή σημειώσεις για την παραγωγή)