της Kim Longinotto
b_505X0_505X0_16777215_00_images_1819_shooting-the-mafia.jpg

    Πορτρέτο της σιτσιλιάνας Letizia Battaglia, δυναμικής φωτορεπόρτερ και ακτιβίστριας αλλά και χρονικό της σκοτεινής επικράτειας της Μαφίας στο νησί της Σικελίας, το Shooting the Mafia της γνωστής ντοκιμαντερίστριας Kim Longinotto έρχεται να προσθέσει άλλη μία ξεχωριστή γυναικεία προσωπικότητα στο έργο της βρετανίδας δημιουργού.
    Με ευθύτητα και αφοπλιστική ειλικρίνεια , αλλά και με μία εγκράτεια όταν αναφέρεται σε κάποια προσωπικά θέματα, η ογδοντατριάχρονη πλέον Battaglia μιλάει μπροστά στο φακό για τη φωτογραφία και κυρίως για τη ζωή της μέσα από ένα πλούσιο αρχειακό υλικό. Για τα ανέμελα χρόνια της παιδικής ηλικίας, την καταπιεστική περίοδο της πατρικής και μετέπειτα συζυγικής εξουσίας στο Παλέρμο και για τα ξέφρενα χρόνια της προσωπικής της επανάστασης, όταν τα πάθη και το ανήσυχο πνεύμα της την ώθησαν να αφήσει πίσω της συμβάσεις και οικογένεια και να ακολουθήσει ό,τι την ολοκλήρωνε προσωπικά και πολιτικά. Aπό τις αναδρομές αυτές δε λείπουν και οι κατά πολλά χρόνια νεότεροι σύντροφοί της, άνθρωποι που τη σημάδεψαν και με τους οποίους τη συνδέουν ακόμα σχέσεις αγάπης. Για τη Battaglia ωστόσο (που το όνομά της στα ιταλικά σημαίνει μάχη) ό,τι την απελευθέρωσε και της έδωσε πραγματική υπόσταση ήταν η φωτογραφία και συγκεκριμένα το φωτορεπορτάζ,  που στόχευε στο κοινωνικό και εγκληματικό τοπίο της Μαφίας και  που ερχόταν σε μια κρίσιμη περίοδο της ζωής της (στα σαράντα της) ως πρόκληση,  ιδανικό μέσο έκφρασης αλλά και ως σανίδα σωτηρίας.
    Η ταινία αρθρώνεται πάνω σε τρεις άξονες, τις τρεις διαφορετικές πτυχές της Battaglia: τη φωτογράφο, την επαναστάτρια και τη γυναίκα. Αυτή τη φορά η Longinotto καταφεύγει σε ένα διαφορετικό τέχνασμα όσον αφορά τη φόρμα. Με τη βοήθεια του μοντέρ Ollie Huddleston υφαίνει φωτογραφίες και οικογενειακά βίντεο της Battaglia με αρχειακό τηλεοπτικό υλικό της εποχής αλλά και με αποσπάσματα από κλασικές ιταλικές ταινίες των δεκαετιών του 50 και του 60 για να αποδώσει το  ελεύθερο πνεύμα της νεαρής Letizia (αναγνωρίζουμε σίγουρα μέσα από τα αποσπασματικά πλάνα τη Silvana Mangano στην Anna). Μια πινελιά γοητείας που σε συνδυασμό με τραγούδια όπως το Volare λειτουργούν ως αντίβαρο στην τραγικότητα του σκληρού φωτορεπορτάζ της ηρωίδας.  Παράλληλα από την αρχή ακόμα βρίσκεται σε εξέλιξη και η αφήγηση της δράσης της Cosa Nostra, μέσα από τις εμβληματικές ασπρόμαυρες φωτογραφίες της τολμηρής φωτογράφου, τις προσωπικές της μαρτυρίες και ένα πλούσιο βιντεοσκοπημένο δημοσιογραφικό υλικό (όπως οι περίφημες δίκες των μαφιόζων και οι κηδείες των δικαστικών Φαλκόνε και Μπορσελίνο, προσωπικών φίλων της φωτογράφου). Η εξιστόρηση αυτή σταδιακά καταλαμβάνει όλο και μεγαλύτερο χώρο στο σώμα του ντοκιμαντέρ σε βαθμό που να του προσδίδει και ιστορικό χαρακτήρα.  
   Επιχειρώντας να ισορροπήσει το βιογραφικό με το ιστορικό η Kim Lοnginotto μας παραδίδει τελικά ένα ετερογενές αλλά γοητευτικό ντοκιμαντέρ στο οποίο η φωτογραφία δυστυχώς αυτή καθεαυτή αποδυναμώνεται προς χάρη της πληροφορίας. Η δύναμη ωστόσο των  ασπρόμαυρων φωτογραφιών, κυρίως στις πρώτες εισαγωγικές σκηνές, είναι από τις πιο ενδιαφέρουσες στιγμές αυτού του πολυδιάστατου ντοκιμαντέρ.  

της Καλλιόπης Πουτούρογλου [Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.]