(All My Good Countrymen)
του Vojtĕch Jasný
b_505X0_505X0_16777215_00_images_1819_vsichni-dobri-rodaci-1969.jpg

Βραβευμένο στις Κάννες το αριστούργημα του Jasný πιστοποιεί την εξαιρετική τέχνη και τη γενναιότητα των δημιουργών του ανατολικοευρωπαϊκού σινεμά όταν αυτοί εξέθεσαν τον ανορθολογισμό του υπαρκτού σοσιαλισμού, τόσο στον οικονομικό σχεδιασμό, όσο και στην εγγενή ανελευθερία του.
Η εναρκτήρια σεκάνς του Jasný δεν προαναγγέλλει απλώς τον εικαστικό θρίαμβο που θα ακολουθήσει και τη σκηνοθετική μαεστρία με την οποία στήνονται τα επεισόδια στα χρόνια από το 1945 έως το 1957 τα οποία διανύει η ταινία, αλλά και το συμπαγές διανοητικό υπόβαθρο του σκηνοθέτη της. Στην αρχή λοιπόν της ταινίας παρατηρούμε τον Očenáš (καταπληκτική η ομοιότητα με τον Jean-Paul Sartre) να διευθύνει, παίζοντας εκκλησιαστικό όργανο, μια χορωδία. Πέρα από το φιλμάρισμα που εστιάζει στα πρόσωπα των χωρικών και τονίζει έτσι την αυθεντικότητά τους, οι στίχοι συμπυκνώνουν την εγελιανή και μαρξική φιλοσοφία της ιστορίας διαστρεβλωμένη από τη Σταλινική εσχατολογία. Τραγουδούν οι χωρικοί για τη δημιουργία του σύμπαντος και την ανθρώπινη δράση στην ιστορία, με τους αγώνες, τους κόπους και τις σφαγές που έχουν διαδραματιστεί ανά τους αιώνες. Η τομή στην ιστορία και η «επανεκκίνησή» της όταν οι άνθρωποι φώναξαν «Αρκετά!» σηματοδοτείται από τον Κόκκινο Στρατό, την «κατάκτηση–απελευθέρωση» χωρών όπως η Τσεχοσλοβακία και την κολεκτιβοποίηση του παραγωγικού πλούτου (σημειωτέων, η ταινία ολοκληρώθηκε λίγο πριν την σοβιετική εισβολή). Αυτή η αναπάντεχη εκκίνηση της ταινίας με το περιεχόμενο αυτό να υμνείται με ελεγχόμενο ενθουσιασμό από τη χορωδία θέτει εντυπωσιακά τη μετάβαση από μια εξωτερική προς μια εσωτερική τελεολογία (πχ. είναι αναγκαίο, άραγε, η «προϊστορία» ενός πλανήτη που δημιουργήθηκε τυχαία με το ανθρώπινο είδος όπου μοχθεί, επίσης τυχαία, και υπό εκμετάλλευση, να λάβει τη μορφή της χειραφετημένης και πλήρους κοινωνικοποιημένης παραγωγής του πλούτου, έτσι ώστε υπό αυτούς τους (ελεύθερους) όρους να ξημερώσει η (πραγματική) Ιστορία; Μόνο που για τον Jasný και τους ρυτιδιασμένους αγρότες του το Συλλογικό Υποκείμενο που ανέλαβε αυτόν τον ρόλο, αποδεικνύεται αναποτελεσματικό, ανίκανο και απάνθρωπο.
Οι αρετές της ταινίας πολλές και ποικίλες: από την εξαιρετική έγχρωμη φωτογραφία των τοπίων, τα ζεστά καλοθρεμμένα χωριάτικα πρόσωπα, τις παχουλές και φιλήδονες Τσέχες που φαντασιώνουν τη νομή των προνομίων του δυνητικά ανερχόμενου κομματάρχη, τις σκηνές χορού με την άφθονη μπύρα να ρέει στα ποτήρια, τη διονυσιακά φολκλόρ ζωγραφική στους τοίχους και τα χοροπηδητά  στο μελανό πάτωμα που δονείται και τις εξαιρετικές σκηνές «ξεπαστρέματος» των εραστών της κοκκινομάλλας χήρας, μέχρι τους πολύχρωμους «δαίμονες» που εμφανίζονται στο τέλος της ταινίας ως το πολιτιστικό απόθεμα, το οποίο δεν ξεφορτώνεται εύκολα η Κομμουνιστική Εποχή.
Συνδέοντας την εναρκτήρια με την καταληκτική σεκάνς, διαπιστώνουμε το πόσο καλά γνωρίζει ο Jasný το θνησιγενές «πρόταγμα» του περιβόητου «Υπαρκτού Σοσιαλισμού» και την εκατόμβη με την οποία «επέβαλλε» την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής: Εισαγωγή επί ιστορικής σκηνής με τυμπανοκρουσίες και ωδές στα Σοβιέτ και αποχώρηση με την απορία τι πήγε στραβά στη σχέση ντετερμινισμού και ελευθερίας κατά την ποδηλατάδα στο δειλινό. Η κύρια αρετή της ταινίας είναι η διαμεσολάβηση, καθώς τα μέλη του κόμματος είναι συγχωριανοί και ποτέ δεν αφαιρείται η ανθρώπινή τους διάσταση ή τα διλήμματά τους. Την προγενέστερη κοινοτική ενότητα επιχειρεί να διασώσει μάλλον η νοσταλγική ματιά του Jasný.
Θερμό, αγαπητικό, πολιτικά οξύ και χορταστικό στο μάτι αφού μάλλον κουβαλάει κάτι από το ρεύμα του Φωβισμού, πρόκειται, επί της ουσίας, για μια «έκρηξη» αισθήσεων και φωτός. Δεν θα πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι επηρεάστηκε από αυτό ο Michael Haneke αλλά και Edgar Reitz (στο μαραθώνιο Heimat) στον τρόπο, ωστόσο διαφορετικό για τον καθένα, με τον οποίο προσέγγισαν το ζήτημα της «επιστροφής στην πατρίδα» και την «κοινότητα».

Σπύρος Γάγγας

Všichni dobří rodáci / All My Good Countrymen (Vojtĕch Jasný, Czechoslovakia, 1968)