(Το πορτρέτο μιας γυναίκας που φλέγεται)
της Céline Sciamma
(το σχόλιο της Μαρίας Γαβαλά)
Συνειδητοποιημένη ερωτική επανάσταση ή έκρηξη συναισθημάτων και αισθήσεων, κυρίως παρορμήσεων, υπό καθεστώς φίμωσης, εγκλεισμού, επιτήρησης και απαγορεύσεων, όταν το σώμα εντάσσεται σε διάφορα συστήματα εξαναγκασμού και στερήσεων, υποχρεώσεων και απαγορεύσεων;
Βρισκόμαστε στη Γαλλία του 1770, μια στυγνή πραγματικότητα απαιτεί οι γυναίκες να μην έχουν σώματα (έγκλειστες σε μοναστήρια, σε απροσπέλαστα ενδιαιτήματα, προετοιμαζόμενες να γίνουν συστημένα πακέτα για γάμους συμφερόντων), πολύ περισσότερο να μη ζουν την επιθυμία τους (να μην ερωτεύονται, να μην έχουν δικαίωμα στην επιθυμία τους, να μην υπογράφουν τα δημιουργήματά τους). Οι κάθε είδους κολασμοί, συνεπώς, πλήττουν την ψυχή παρά το ίδιο το σώμα, ενώ και τα δύο είναι αγαθά ουσιαστικά χαμένα. Όταν η Μαριάν, η ζωγράφος, πέφτει με τα ρούχα στην αγριεμένη θάλασσα της Βρετάνης για να πιάσει το βαλιτσάκι με τα σύνεργα της ζωγραφικής, το κάνει εντελώς παρορμητικά, χωρίς δεύτερη σκέψη, επειδή γνωρίζει ότι αν δεν το σώσει από τα κύματα, δεν θα μπορέσει να εκπληρώσει τους λόγους του ταξιδιού της. Άρα, δεν έχει άλλες επιλογές. Όταν οι δύο νεαρές γυναίκες, ακολουθώντας τη φωνή της επιθυμίας τους, στριμωγμένες στη σκοτεινή γωνία όπου τις αναγκάζει να στέκονται μια κοινωνική και οικογενειακή, πατερναλιστική ή και μητριαρχική, τιμωρητική εξουσία, εξαναγκασμένη και η ίδια κάποιες φορές να τιμωρεί τις πλέον στοιχειώδεις ανθρώπινες ανάγκες και ορμές, ρίχνονται η μία στην αγκαλιά της άλλης από ανάγκη λήψης οξυγόνου και όχι ανάγκης για ευχαρίστηση. Η ηδονή και η αγάπη θα ’ρθουν στη συνέχεια, ως φυσικό επακόλουθο. Η Ελοΐζ, η έγκλειστη στο απομονωμένο κάστρο της κατά παραγγελία νύφη, θα πέσει με τη σειρά της στα παγωμένα νερά της θάλασσας χωρίς να γνωρίζει αν ξέρει κολύμπι, και θα ριχτεί στη γλυκιά μάχη του έρωτα, χωρίς να είναι σίγουρη, εκ των προτέρων, τι της μέλλεται να δοκιμάσει. Για τούτο, υπό μία ευρεία έννοια, η ταινία της Σελίν Σιαμά μπορεί να χαρακτηριστεί μια πολύ τολμηρή ταινία, διότι ακολουθώντας τις αυτονόητες σωματικές και ψυχικές απαιτήσεις και διεκδικήσεις των ηρωίδων της, ρίχνεται με τη σειρά της σε μια πολύ απαιτητική, πολύ γενναία, πολύ φιλόδοξη, αλλά και πολύ καλά σχεδιασμένη και εκτελεσμένη κινηματογραφική περιπέτεια. Δεν θα επιμείνω στις πασιφανείς αρετές της ταινίας (σεναριακές, σκηνοθετικές, εικαστικές, ερμηνείας των ηθοποιών κ.ο.κ.) Θα πω μόνο αυτό που προσωπικά μου έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση. Πώς χειρίζεται τα δίπολα/αντιθετικά στοιχεία, την τόλμη και τη συστολή, το νερό και τη φωτιά, το κρύο και τη ζέστη, τη γυναικεία αλληλεγγύη και τη γυναικεία συνενοχή, το mise en abyme (ο εαυτός μέσα στον εαυτό), μέσω της ζωγραφικής κυρίως, και την καταστροφή του καλλιτεχνικού έργου, τον εγκλωβισμό και την απείθεια, την υπακοή και την παραβατική πράξη, την πράξη του έρωτα και την πράξη του θανάτου, βλέπε την άμβλωση στο σώμα της υπηρέτριας, μιας μορφής που μας έρχεται κατευθείαν από τον χρωστήρα κάποιου αναγεννησιακού μετρ… Και άλλα πολλά, φυσικά, που δεν χωρούν στο περιορισμένο διάστημα μιας ανάρτησης. Την πρώτη, πολύ σημαντική ταινία της νέας κινηματογραφικής χρονιάς, υπογράφει η Σελίν Σιαμά, το έργο της οποίας παρακολουθούμε εδώ και χρόνια με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Στο τωρινό της, πολύ ώριμο δημιούργημα, αποδεικνύει περίτρανα πως είναι μια σκηνοθέτις κλάσεως.