(Πόνος και δόξα)
του Pedro Almodovar
b_505X0_505X0_16777215_00_images_1819_dolor-y-gloria.jpg

Ο Salvador Mallo, σκηνοθέτης που έχει περιπέσει σε φυσική παρακμή (Antonio Baderas), έρχεται αντιμέτωπος με αναμνήσεις ή ανθρώπους που τον στιγμάτισαν. μέσα από μια σειρά συναντήσεων, πραγματικών ή φανταστικών. Έτσι περνούν από μπροστά του: Η παιδική του ηλικία κατά τη δεκαετία του 60, όταν μετανάστευε με την οικογένειά του στην περιοχή της Valencia, το πρώτο ερωτικό σκίρτημα, η πρώτη δυνατή αγάπη στη Μαδρίτη της δεκαετίας του 80 αλλά και ο πόνος του χωρισμού, το γράψιμο ως μέσο θεραπείας και λήθης, οι πρώτες του απόπειρες στο σινεμά, οι επιτυχίες αλλά και το κενό που δημιούργησε η αδυναμία του ήρωα να συνεχίσει να κάνει ταινίες. Αναμοχλεύοντας το παρελθόν ο Salvador ανακαλύπτει τη ζωτική γι αυτόν ανάγκη να το αφηγηθεί και κατ 'αυτό  τον τρόπο να βρει τη λύτρωση. Έχοντας στον πυρήνα του τα θέματα της αγάπης, του πένθους και της συμφιλίωσης, το Dolor y Gloria (Pain and Glory) του Pedro Almodovar θεωρείται ως μια μεταμφιεσμένη αυτοβιογραφία του.  “ Αισθάνθηκα την ανάγκη μιας ενδοσκόπησης στις πιο σκοτεινές πτυχές του εαυτού μου, αλλά να τις δώσω ανακατεμένες με τις πιο λαμπερές μνήμες της παιδικής μου ηλικίας”, αναφέρει σε συνέντευξή του ο σκηνοθέτης.


Οι δηλώσεις του σκηνοθέτη

Η ταινία «Πόνος και Δόξα» διηγείται μια σειρά από συναντήσεις που πραγματοποίησε ο Σαλβαδόρ Μάγιο, ένας σκηνοθέτης του κινηματογράφου που είναι πλέον στην παρακμή του. Κάποιες διαδραματίζονται στο παρόν, άλλες τις θυμάται: την παιδική του ηλικία στη δεκαετία του ’60, τη στιγμή που μετανάστευσε μαζί με τους γονείς του σε ένα χωριό στη Βαλένθια αναζητώντας μια καλύτερη ζωή, την πρώτη του ερωτική επιθυμία, τον πρώτο του έρωτα στη Μαδρίτη τη δεκαετία του ’80, τον πόνο αυτού του χωρισμού ενώ ο έρωτας ήταν ακόμα έντονος, τη συγγραφή ως τη μόνη θεραπεία να ξεχνάς ό,τι δεν ξεχνιέται, την πρώτη επαφή με το σινεμά, και το απέραντο κενό που δημιουργεί η αδυναμία να συνεχίζεις να κάνεις ταινίες. Το «Πόνος και Δόξα» μιλάει για τη δημιουργία, για την δυσκολία να την διαχωρίζεις από τη ίδια τη ζωή και για τα πάθη που της δίνουν νόημα και ελπίδα. Εξερευνώντας το παρελθόν του, ο Σαλβαδόρ ανακαλύπτει την άμεση ανάγκη να το διηγηθεί λεπτομερώς, και μέσα από αυτό βρίσκει τη σωτηρία του.

Το Κλείσιμο της Τριλογίας
Χωρίς να το είχα σχεδιάσει από την αρχή, το «Πόνος και Δόξα» αποτελεί το τρίτο μέρος μιας άτυπης τριλογίας που χρειάστηκαν 32 χρόνια για να ολοκληρωθεί. Τα άλλα δύο μέρη είναι οι ταινίες «Ο Νόμος του Πόθου» (1987) και «Κακή Εκπαίδευση» (2004). Σε αυτές τις τρεις ταινίες, οι πρωταγωνιστές είναι άντρες  και σκηνοθέτες του κινηματογράφου. Επίσης, η επιθυμία και η μυθοπλασία αποτελούν τους πυρήνες της ιστορίας. Η μυθοπλασία και η ζωή είναι στις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος και η ζωή, όπως είναι φυσικό, περιλαμβάνει πόνο και δόξα.
Η ταινία αποκαλύπτει, ανάμεσα σε διάφορα θέματα, δυο ερωτικές ιστορίες που άφησαν το σημάδι τους στον πρωταγωνιστή, δυο ιστορίες που κρίθηκαν με το πέρασμα του χρόνου και της μοίρας. Στην πρώτη ιστορία, ο πρωταγωνιστής αγνοεί την ύπαρξη της επιθυμίας ενώ στην δεύτερη ζει μία ερωτική περιπέτεια στη δεκαετία του ’80.

Ένας Εθισμός
Η ιστορία του Εθισμού αναφέρεται στο πάθος του Σαλβαδόρ και του Φεντερίκο όταν ήταν ακόμα νέοι στη δεκαετία του ’80. Επιπλέον, εξηγεί τους λόγους που χώρισαν παρόλο που αγαπούσε ο ένας τον άλλον. Ο Φεντερίκο επιστρέφει στη Μαδρίτη ύστερα από τριάντα χρόνια. Πηγαίνει σε ένα θέατρο να περάσει την ώρα του και έκπληκτος συνειδητοποιεί πως παρακολουθεί την ιστορία του με το Φεντερίκο. Τα ονόματα μπορεί να έχουν αλλάξει αλλά ο πόνος, η ευτυχία και οι λόγοι για τους οποίους παράτησε τον Σαλβαδόρ είναι το θέμα της παράστασης. Στο μονόλογο του Αλμπέρτο Κρέσπο, ο Φεντερίκο αναγνωρίζει τον Σαλβαδόρ σε κάθε του λέξη, παρόλο που τον έχει γράψει ο Κρέσπο. Ο μονόλογος λειτουργεί ως αφορμή να συναντηθούν ξανά οι δύο πρώην εραστές.

Αυτοαναφορικότητα
Αν γράφεις για έναν σκηνοθέτη (και η δουλειά σου αυτή), είναι αδύνατο να μην πάρεις ως παράδειγμα τον εαυτό σου ή την εμπειρία σου. Είναι ό,τι πιο πρακτικό. Το σπίτι μου είναι το σπίτι όπου ζει ο χαρακτήρας του Αντόνιο Μπαντέρας, τα έπιπλα στην κουζίνα και όλα τα υπόλοιπα είναι δικά μου. Προσπαθήσαμε να κάνουμε το στυλ του Αντόνιο - ειδικά τα μαλλιά του -  ίδιο με το δικό μου. Τα παπούτσια του και πολλά από τα ρούχα του είναι δικά μου. Επίσης, πολλά από τα αντικείμενα στο σπίτι μου χρησιμοποιήθηκαν σε σκηνές. Αυτή είναι και η πιο αυτοβιογραφική άποψη της ταινίας και αποδείχθηκε ιδιαίτερα βολική για το συνεργείο μας. Για την ακρίβεια, ο Χοσέ Λουίς Αλκέιν ήρθε στο σπίτι μου αρκετές φορές για να παρατηρήσει το φως τις διάφορες στιγμές μέσα στη μέρα ώστε να το αναπαραστήσει μετά στο στούντιο με το δικό του τρόπο.

Ο Σαλβαδόρ
Μέσα στην ιστορία, βλέπουμε το βετεράνο σκηνοθέτη Σαλβαδόρ Μάγιο σε τρεις φάσεις τις ζωής του: την παιδική του ηλικία στη δεκαετία του ’60, την εφηβεία του στη Μαδρίτη της δεκαετίας του ’80 και στην τωρινή του περίοδο που είναι πια απομονωμένος, θλιμμένος, θύμα διάφορων ασθενειών, αποκομμένος από τον κόσμο και από τον χώρο του κινηματογράφου. Ταυτίζομαι με όλες αυτές τις περιόδους, γνωρίζω τα μέρη αυτά και καταλαβαίνω τα συναισθήματα και τις σκέψεις του πρωταγωνιστή, αλλά ποτέ μου δεν έζησα σε υπόγειο και ποτέ μου δεν ερωτεύτηκα κάποιον εργάτη όταν ήμουν παιδί, για παράδειγμα, αν και τα δυο θα μπορούσαν να συμβούν. Στην αρχή, πήρα τον εαυτό μου ως αναφορά, αλλά από την στιγμή που αρχίζεις να γράφεις, η μυθοπλασία σού δίνει τους δικούς της κανόνες και κάνει τον εαυτό της ανεξάρτητο. Η πραγματικότητα μού δίνει το σημείο της έναρξης, τα υπόλοιπα τα εφευρίσκω εγώ στη συνέχεια.

Γεωγραφία και Ανατομία
Μέσα σε τρεις σελίδες κατάφερα να συνοψίσω το φτωχό μαθησιακό υπόβαθρο του πρωταγωνιστή στην παιδική του ηλικία και να τον καθιερώσω ως σκηνοθέτη του κινηματογράφου που είχε πολλές επιτυχίες. Την ίδια στιγμή τον παρουσιάζω να έχει προβλήματα υγείας. Ο πόνος είναι κάτι το παθητικό, όχι κάτι το ιδιαίτερα κινηματογραφικό και σχετικά βαρετό να το αφηγηθείς. Υπήρξε, ωστόσο, ανάγκη να αναφέρω και να εξηγήσω την αυτοκαταστροφική τάση και τη μελαγχολία του ήρωα.

Η Μουσική
Τη μουσική σύνθεση της ταινίας ανέλαβε ο Αλμπέρτο Ιγκλέσιας, που συνθέτει μουσική για τις ταινίες μου από την εποχή του «Το Μυστικό μου Λουλούδι» (1995). Σε αυτή την περίπτωση κάνει ένα διαχωρισμό της μουσικής του σε τρεις διαφορετικές ατμόσφαιρες. Η πρώτη έχει να κάνει με τις επιστροφές του ήρωα στο παρελθόν του. Η δεύτερη έχει να κάνει με τις στιγμές του πόνου και της απομόνωσης. Και η τρίτη σχετίζεται με τις σκηνές της ηλικιωμένης μάνας και του γιου της στη Μαδρίτη. Ο Αλμπέρτο Ιγκλέσιας για μια ακόμα φορά κατάφερε να συνθέσει μουσική που πηγάζει από το βάθος των εικόνων και τις συνοδεύει με ένα συναρπαστικό τρόπο στο αφηγηματικό αυτό ταξίδι. Μια ακόμα αφορά με εξέπληξε με την αυθεντικότητά του, την ευστροφία του και την αφοσίωσή του.

Οι Ηθοποιοί
Υπήρξε μια πραγματική έκπληξη και ανακάλυψη το να συνεργαστώ με τον Ασιέρ Ετσεαντία και τον Λεονάρντο Σμπαράλια. Μπορώ μονάχα να δείξω τον ενθουσιασμό μου για αυτούς τους δύο τόσο σημαντικούς χαρακτήρες που η ταινία δεν θα μπορούσε να σταθεί χωρίς αυτούς. Όμως, ο κεντρικός άξονας της ταινίας είναι ο Αντόνιο Μπαντέρας που υποδύεται τον πληγωμένο και απομονωμένο Σαλβαδόρ Μάγιο. Πιστεύω πως είναι η καλύτερη δουλειά του Αντόνιο Μπαντέρας μετά το «Δέσε Με!» (1990). Το «Πόνος και Δόξα» θεωρώ πως είναι η αναγέννησή του ως ηθοποιός και η αρχή μιας νέας εποχής. Όλοι όσοι από εμάς είδαν την ερμηνεία του, μέρα παρά μέρα, συγκινήθηκαν. Κατάφερε να ερμηνεύσει ένα δύσκολο χαρακτήρα που καλείται να πάρει πολλά ρίσκα.
Η Πενέλοπε Κρουζ υποδύεται τη μητέρα του στη δεκαετία του ’60 όταν ο ήρωας μας είναι στην παιδική του ηλικία. Από τότε που αρχίσαμε να δουλεύουμε μαζί, θεωρώ την Πενέλοπε ως το παράδειγμα για την Ισπανίδα μητέρα στην κινηματογραφική της εκδοχή. Στο «Πόνος και Δόξα» η μητέρα που υποδύεται είναι διαφορετική για παράδειγμα από αυτή που υποδύεται στο «Γύρνα Πίσω» (2006). Και οι δυο έχουν καταγωγή από την επαρχία και έχουν μια δυναμική για αγώνα και επιβίωση, οι χρονικές περίοδοι που ζουν όμως είναι εντελώς διαφορετικές. Στο «Πόνος και Δόξα», η Πενέλοπε  υποδύεται μια μητέρα σαν τις υπόλοιπες της γενιάς της, μόνο που υπάρχει μια δόση πίκρας, κάτι σαν εξευτελισμός, το οποίο μας μεταφέρει πολύ ωραία η Πενέλοπε.
Την ηλικιωμένη μητέρα του ήρωα υποδύεται η Χουλιέτα Σεράνο, μια ηθοποιό που αγαπώ πολύ και έχω συνεργαστεί μαζί της από την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία μου το 1980, το «Η Πέπη, η Λούσι, η Μπομ και τα άλλα κορίτσια...», και σε πολλές ακόμη στη συνέχεια. Επίσης, η ταινία δίνει τη δυνατότητα σε δύο ανθρώπους να κάνουν την πρώτη τους κινηματογραφική εμφάνιση. Πρόκειται για τους Ασιέρ Φλόρες – που υποδύεται τον Σαλβαδόρ σε μικρή ηλικία – και τον εννιάχρονο Σεζάρ Βιθέντε.

Η Φωτογραφία
Για μια ακόμα φορά δηλώνω χαρούμενος που συνεργάστηκα με τον Χοσέ Λουίς Αλκέιν ως διευθυντή φωτογραφίας. Ο Αλκέιν είναι αυτός στον οποίο έχω στηριχτεί περισσότερο από κάθε άλλο, έχω κάνει τις μισές μου ταινίες μαζί του. Σε κάθε κοινή μας ταινία, τού παρουσιάζω από πριν τις χρωματικές αποχρώσεις που θέλω να υπάρχουν σε όλη τη διάρκεια της ταινίας. Το γεγονός είναι πως διαθέτουμε το ίδιο κριτήριο δίχως να λέμε πολλά λόγια. Ο Αλκέιν έχει επιρροές από μερικούς πολύ σημαντικούς ζωγράφους και βάζει στοιχεία από τις δουλειές τους συχνά στις ταινίες που δουλεύει.
Για το «Πόνος και Δόξα» τού έκανα δύο υποδείξεις. Αρχικά, χρειαζόμουν σκούρα χρώματα, όχι μόνο για τη νύχτα αλλά και για το σκοτάδι στο οποίο ζει ο πρωταγωνιστής μας. Ο χαρακτήρας του Μπαντέρας ζει απομονωμένος.
Παρόλο που ο ήρωας διανύει μια πολύ σκοτεινή περίοδο της ζωής του, τα αντικείμενα γύρω του είναι γεμάτα από χρώματα, η ομορφιά και η τέχνη είναι γύρω του. Αυτή η επιλογή δείχνει πως πριν από την κρίση που βιώνει ο ήρωας, υπήρξε ιδιαίτερα επιτυχημένος στη δουλειά του.

(πηγή σημειώσεις για την παραγωγή. επιμέλεια Π.)