(Συνηθισμένοι Άνθρωποι)
του Vladimir Perišić
Απαιτητικό ως προς την υπομονή του θεατή που δοκιμάζεται και με το ρίσκο να τα παρατήσει κάποιος στο πρώτο 20λέπτο, το ντεμπούτο του Perisic κερδίζει έστω και οριακά το στοίχημα της απόδοσης της κτηνωδίας, δίχως καταφυγή στη «δραματοποίηση» της δράσης στην οποία έχει εθιστεί ο θεατής του συμβατικού πολεμικού έργου.
Πως θα μπορούσε λοιπόν να οικοδομηθεί η «δράση» μέσα από τους επαναλαμβανόμενους ήχους της συσπανσιόν του πούλμαν που μεταφέρει αμούστακους φαντάρους από έναν «τόπο» σε έναν άλλο, «μη-τόπο», δίχως τα διακριτικά της ιδιαιτερότητας του «τοπίου» αλλά «ουδετεροποιημένο» μέσα από την άναρχη βλάστηση των αγριόχορτων και των τσιμεντένιων κτιρίων που χάσκουν σαν σιωπηλοί μάρτυρες των εκτελέσεων και λειτουργούν ως αποκούμπι σιωπηλού στοχασμού η διαλείμματος για ένα τσιγάρο;
Τούτη την κινηματογραφική πρόκληση «παντρεύει» ο Perišić στο επίπεδο της αφηγηματικής φόρμας με το περιεχόμενο και καταγράφει με ιδιαίτερο, αλλά φαινομενικά μόνο, αποστασιοποιημένο τρόπο, όχι σε μια απόπειρα «ισοφάρισης» των εγκλημάτων που διέπραξαν οι αντιμαχόμενες πλευρές κατά τον εμφύλιο στην πρώην Γιουγκοσλαβία αλλά, μάλλον, για να «αρθούν» τα διακριτικά των εγκληματιών, έτσι ώστε το ιστορικό βάρος της σύγκρουσης να υπαχθεί, όσο αυτό είναι εφικτό, στην ευρύτερη προβληματική μετατροπής απλών, ανίδεων ως προς τα «ιδεώδη» της σύρραξης, στρατιωτών σε δολοφόνους αιχμαλώτων και αμάχων.
Κεντρικός άξονας ο νεοσύλλεκτος Dzoni, ο οποίος ακούει στο ραδιοφωνικό σταθμό του λεωφορείου ανακοινώσεις που καλούν το έθνος σε μάχη απέναντι στους τρομοκράτες. («Μελετημένη» η αντιπαραβολή του «τρομοκράτη» με τις «δημοκρατικές αξίες», οι οποίες εδώ λαμβάνουν χαρακτηριστικά Τρόμου στη μαζική και δίχως δίκη εκτέλεση.) Δίχως καμία διευκρίνιση από τους ανωτέρους του, ο Dzoni εκπαιδεύεται σιωπηλά, και με συνοπτικές διαδικασίες, στον τρόπο εκτέλεσης και στη συνέχεια μυείται στο «καθήκον», σταδιακά όμως μέσα από πέντε, επώδυνα ομοιόμορφες, εκτελέσεις θυμάτων, γονατισμένων και με γυρισμένη την πλάτη στην κάνη του όπλου: Πρώτα με την αποστροφή του βλέμματος, έπειτα ως παθητικός θεατής, στην συνέχεια ως εκτελεστής υπό την επήρεια αλκοόλ, μέχρι την «αδιάφορη» αποκτήνωσή του όταν αποτελειώνει με τον υποκόπανο τον γονατισμένο αιχμάλωτο ως άμυνα (!) στο διαπεραστικό βλέμμα του ετοιμοθάνατου (το οποίο ο Perišić σοφά δεν επιλέγει να δείξει σε «κοντινό» πλάνο) ή όταν δολοφονεί εφήβους!
Επί της ουσίας πρόκειται για μια θαυμάσια κριτική στην κουλτούρα του ανδρισμού με όλα τα χαρακτηριστικά της ηθικής της αγριάδας και της τραχύτητας τα οποία έχουν επιβεβαιωθεί και από κοινωνιολογικές μελέτες ως προϋποθέσεις της βαρβαρότητας που εκτυλίχθηκε στον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία και αλλού.
Η κινηματογράφηση της Φύσης ανήκει στα επιτεύγματα του εγχειρήματος, καθώς η «αδιαφορία» της αντανακλά την «αδιαφορία» των εκτελεστών προς τα θύματα, εμφανή στην ολοκληρωτική περιθωριοποίηση της συμπόνιας· σε άλλο επίπεδο αφαίρεσης όμως, εκτείνεται στην παθογένεια της «αδιαφορίας» ως γενικής τάσης στη νεωτερικότητα και της «αδιάφορης», με στοιχεία τεχνικής διεκπεραίωσης, εκτέλεσης της πολεμικής «αποστολής».
Το «κουράστηκα» που εκστομίζει ο Dzoni είναι ανάλογο της διαπίστωσης της κόπωσης της ρουτίνας που επιφέρει η ισοπέδωση του χρόνου στον χώρο, όπου τα γεγονότα επαναλαμβάνονται δίχως θεαματική κατ’ αρχήν επίδραση στους δρώντες, όμως με καρκινογόνο επέκταση στα μέλη της ομάδας, δίχως συνειδητοποίηση εκ μέρους τους της μετάλλαξης που συντελείται. Αυτή την κόπωση της κοινοτοπίας του Κακού «κινηματογραφεί» ο Perišić, δοκιμάζοντας, ομολογουμένως, τις συμβατικές προκείμενες του θεατή, και, τελικά, παραδίδοντας σε εμάς ένα νέο, μα καθόλου αδιάφορο, τρόπο «θέασης» του πολέμου.
Σπύρος Γάγγας
Ordinary People / Συνηθισμένοι Άνθρωποι (Vladimir Perišić, Σερβία/Ολλανδία/Γαλλία/Ελβετία, 2009)