του François Ozon
(οι δηλώσεις του σκηνοθέτη)
b_505X0_505X0_16777215_00_images_2223_peter-von-kant.jpg

Το έργο του Fassbinder, η φιλοσοφία του και η οπτική του για τον κόσμο πάντα με στοίχειωνε. Η απίστευτη δημιουργική του ενέργεια με συναρπάζει και αποτελεί για εμένα παράδειγμα για τον δικό μου τρόπο δουλειάς. Ηθελα να αποδώσω Τα πικρά δάκρυα της Πέτρα Φον Καντ εδώ και πολύ καιρό, όμως δίσταζα να πειράξω μια τόσο cult ταινία. Η επιθυμία μου να προσαρμόσω αυτό το κλασικό έργο έγινε πιο έντονη υπό την επιρροή σύγχρονων θεατρικών σκηνοθετών όπως οι Thomas Ostermeier, Krzysztof Warlykowski και Christophe Honoré, οι οποίοι έχουν καταπιαστεί με κλασικά έργα με μεγάλη ελευθερία και τα έχουν επαναεφεύρει, τα έχουν απομυθοποιήσει και εκσυγχρονίσει, εμποτίζοντας τα με το προσωπικό τους όραμα.
(...) Ηξερα βαθιά μέσα μου ότι έπρεπε να φτιάξω μια βερσιόν των Πικρών δακρύων της Πέτρα Φον Καντ με την οποία θα μπορούσα να ταυτιστώ απολύτως. Ετσι, αντάλλαξα τον κόσμο της μόδας με τον κόσμο του σινεμά και άλλαξα το φύλο των τριών βασικών πρωταγωνιστών.
Πάντα είχα την υποψία ότι η ιστορία ήταν ένα ελαφρά μασκαρεμένο αυτόπορτραίτο με επίκεντρο μια από τις παθιασμένες ερωτικές περιπέτειες του Fassbinder. Η τελευταία του σύντροφος Juliane Lorenz, την οποία γνωρίζω από την προσαρμογή του Water Drops on Burning Rocks, επιβεβαίωσε αυτήν την υποψία μου. Στα Πικρά δάκρυα της Πέτρα Φον Καντ ο Fassbinder είχε μετατρέψει τον δικό του ατυχή έρωτα με έναν από τους αγαπημένους του ηθοποιούς, τον Günther Kaufmann, σε μία λεσβιακή ερωτική ιστορία μεταξύ μιας σχεδιάστριας και του μοντέλου της. Και ο χαρακτήρας του Karl (Marlene) ήταν εμπνευσμένος από τον Peer Raben, που συνέθετε μουσική για τις ταινίες του Fassbinder και ήταν επίσης βοηθός του.
Από αυτό το σημείο και μπροστά ο τρόπος προσέγγισης μου για το πως θα επιχειρούσα την προσαρμογή έγινε ξεκάθαρος: Θα άλλαζα το φύλο του χαρακτήρα της Πέτρα σε άνδρα – τον Πέτερ Φον Καντ- και θα τον έκανα σκηνοθέτη. Αυτό θα μου επέτρεπε να εξερευνήσω τον Fassbinder, αλλά και τον εαυτό μου, μέσα από έναν καθρέφτη. Ηταν ένας τρόπος, προδίδοντας τον Fassbinder, να τον  προσεγγίσω, και να προσεγγίσω και τον εαυτό μου, μέσω μιας παγκόσμιας ιστορίας ενός παθιασμένου έρωτα. Η ιστορία είναι πιο επίκαιρη από ποτέ με τον τρόπο που επεξεργάζεται τα θέματα εξουσίας στις σχέσεις, τον έλεγχο και την υποταγή στις τέχνες, τις σχέσεις Πυγμαλίωνα/Μούσας....
(...) Ηθελα να εμποτίσω την δική μου βερσιόν των Πικρών δακρύων της Πέτρα Φον Καντ με συμπόνοια. Με την ηλικία και την πείρα πιστεύω ότι έχω φτάσει να κατανοώ τον Fassbinder καλύτερα. Τον τρόπο που βλέπει την ζωή, την δημιουργία και τον έρωτα, ακόμα και στις πιο κτηνώδεις του πτυχές Ο Fassbinder δεν είναι αξιαγάπητος κινηματογραφιστής. Οι ταινίες του το ίδιο. Αλλά ήθελα να νιώσουμε ένα εύρος συναισθημάτων για τον Peter.
Την μια στιγμή να μας συγκινεί και την επόμενη τον βρίσκουμε αποτρόπαιο ή αξιαγάπητο.
Η βασική μου αναφορά για την δουλειά του Fassbinder είναι το πανέμορφο ντοκυμαντέρ μικρού μήκους Germany in Autumn. Κινηματογραφεί μόνος του, στο διαμέρισμα του, την μητέρα του και τον εραστή του, χωρίς πολλά πολλά, και τους βάζει να πάρουν θέση για τα κοινωνικά θέματα στην Γερμανία, την τρομοκρατία....Μπλέκει το προσωπικό με το πολιτικό με τον πιο γυμνό τρόπο, τόσο μεταφορικά, όσο και κυριολεκτικά. Το αποτέλεσμα είναι ταυτοχρόνως αρρωστημένο, ειλικρινές, και συντριπτικό.
(...) Ο Fassbinder αρχικά έγραψε την ιστορία για το θέατρο. Το έκανε ταινία το 1972 όταν ήταν μόλις 25 χρονών. Είχε μόλις πρόσφατα ανακαλύψει τα αμερικανικά μελοδράματα του Douglas Sirk, και χρησιμοποίησε όλα τα θεατρικά και κινηματογραφικά τεχνάσματα που είχε στην διάθεση του για να κινηματογραφήσει την συναισθηματική εξάρτηση και την αδυναμία του να υπάρξει έρωτας επί ίσοις όροις. Στην προσαρμογή μου συντόμευσα το κείμενο, και απλοποίησα τον κάποιες φορές πολύ ‘λογοτεχνικό’ διάλογο, για να μπω στην ιστορία πιο γρήγορα και να δημιουργήσω ισχυρή ταύτιση με τους χαρακτήρες. Χρησιμοποίησα μια πιο γαλλική θεατρικότητα, σχεδόν “boulevard” στο στυλ. Αυτό είναι κάτι που υπάρχει στις ταινίες του Fassbinder, αλλά με έναν πιο «Μπρεχτικό» τρόπο, με μεγαλύτερη απόσταση. Ηθελα να τονίσω την συναισθηματική δύναμη του κειμένου, να προβάλω την ανθρωπιά και τα συναισθήματα του χαρακτήρα, να αφήσω πίσω μου τις «μαριονέτες» του Fassbinder και να τους αντικαταστήσω με χαρακτήρες με σάρκα και οστά. Τα «Πικρά δάκρυα» του Fassbinder τόσο στο θέατρο όσο και η ταινία είναι artificial, και αυτό είναι που τα κάνει όμορφα, τόσο θεατρικά όσο και εγκεφαλικά. Η δική μου προσπάθεια όμως είναι να τα κάνω πιο ‘πραγματικά’ για το κοινό του σήμερα. Ηθελα να δάκρυα να μοιράζονται όχι μόνο να θαυμάζονται.
(...) Για τον Fassbinder, ο κόσμος της τέχνης ήταν απλώς ένα πλαίσιο. Η δουλειά της Πέτρα ούτε αναπτύσσεται ούτε αναλύεται. Γνωρίζουμε μόνο ότι είναι πετυχημένη, ότι χρειάζεται να κάνει νέα σχέδια και ότι έχει βοήθεια σε αυτό.Στην δική μου ιστορία ήθελα να βάλω τον κόσμο του σινεμά στο κέντρο της ιστορίας. Δεν  ́βλέπουμε γύρισμα αλλά τοποθέτησα την πρώτη συνάντηση του Peter με τον Amir στην διάρκεια ενός κάστινγκ. Ο Peter τον ρωτάει ερωτήσεις. Θέλει να τον γνωρίσει μέσα από την κάμερα. Η δουλειά του είναι ο τρόπος του να γνωρίσει άλλους, να τους ανακαλύψει και να τους απογειώσει. Ο Amir αποκαλύπτεται μπροστά στην κάμερα, όχι μόνο στον Peter, αλλά και στον θεατή. Ξαφνικά τον βλέπουμε αλλιώς, γίνεται ηθοποιός, πράγμα που μας κάνει να αμφιβάλουμε για την ειλικρίνεια του. Είναι η ιστορία του πραγματική ή είναι υπολογισμένη να συγκινήσει τον Peter, να τον οδηγήσει να δημιουργήσει;
Όταν ο Peter πιάνει την κάμερα είναι ξεκάθαρο ότι επιθυμεί να κινηματογραφήσει τον Amir. Αυτή του η κίνηση τον βυθίζει στην δημιουργικό οίστρο σαν του Πυγμαλίωνα για την Γαλάτεια. Η Sidonie είναι επίσης μια παραλλαγή του θέματος του Πυγμαλίωνα και της Μούσας. Ο Peter την αγαπά και την μισεί ταυτοχρόνως. Προτιμώ την ηθοποιό από την ίδια την γυναίκα, λέει.
Στον Fassbinder αυτός ο χαρακτήρας είναι ένας έμπιστος, ένας καλύτερος φίλος. Εγώ ήθελα να κάνω τον χαρακτήρα πιο ενεργό. Η μούσα του θρέφεται από την σχέση που ο Fassbinder έχει με τις ηθοποιούς του και έχω και εγώ μερικές φορές με τις δικές μου.
(...) Αυτή είναι μια κεντρική φράση στο κείμενο του Fassbinder, το απόσταγμα των σκέψεων του για τις ανθρώπινες σχέσεις. Συνεχώς ανατρέχει στο αδύνατο τού να υπάρξει ζωή ως ζευγάρι, το αναπόφευκτο της ρουτίνας της καθημερινότητας μολυσμένης με μάχες για επικράτηση, ψέματα, απιστία. Για τον Fassbinder κάθε πτυχή του έρωτα είναι καταπιεστική. Είχα πολλές ευκαιρίες να συζητήσω αυτό το θέμα με την Hanna Schygulla. Σύμφωνα με εκείνη, ο Fassbinder αναζητούσε ένα έρωτα αγνό αλλά υπέφερε καθώς αντ’ αυτού ερχόταν αντιμέτωπος με καταστάσεις χειριστικές, κρυφά κίνητρα, κα πόνο. Ο έρωτας ήταν πιο κρύος από τον θάνατο.... Και αυτό ήταν η τραγωδία της ζωής του και αυτό που νομίζω ότι τελικά τον σκότωσε, με έναν τρόπο.
Στην δική μου βερσιόν ήθελα να είμαι πιστός στην σκοτεινή και σκληρή του εικόνα για τον έρωτα, αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα τους μηχανισμούς χιούμορ και ειρωνείας του δυστυχισμένου πάθους. Φαντάστηκα τον Peter ως drama queen, πάντα να μεγαλοποιεί τα πράγματα. Και στην ταινία του Fassbinder υπάρχει μια queer πλευρά με τις γυναίκες να προβάλουν υπερβολικά την θηλυκότητα τους. Ο Peter συνεχώς πνίγεται στα συναισθήματα του. Είναι υπερβολικός, υπέρ του δέοντος εμφατικός. Πολύ συχνά είναι και λιώμα στο αλκοόλ ή τα ναρκωτικά. Το τρικ είναι να αγκαλιάσουμε την θεατρικότητα του χαρακτήρα χωρίς να αποκοπούμε από το συναίσθημα.

(πηγή σημειώσεις για την παραγωγή)