(για την ταινία L' Ivresse du pouvoir του Claude Chabrol)
Στις πρώτες εικόνες της ταινίας ένα από τα κεντρικά πρόσωπα της αφήγησης, ο Ιμό διευθυντής μιας δημόσιας επιχείρησης, φαίνεται να απολαμβάνει το γεγονός ότι βρίσκεται στο κέντρο της προσοχής όλων: ασκεί την εξουσία περιβαλλόμενος από την αύρα και τη λάμψη της. Όμως η συνέχεια μοιάζει απρόοπτη: το ίδιο αυτό πρόσωπο συλλαμβάνεται από την αστυνομία και μεταφέρεται για ανάκριση στο γραφείο μιας ανακρίτριας. Τώρα μέσα στο στενό και μάλλον περιορισμένο χώρο (μια αντίθεση σε σχέση με τα πολυτελή και ευρύχωρα γραφεία της αρχής) η λάμψη έχει θαμπωθεί και η αύρα της εξουσίας του έχει διαλυθεί. Αντίθετα αυτό που βλέπει ο θεατής είναι κάποιο άλλο πρόσωπο να ασκεί την εξουσία και τον διευθυντή απογυμνωμένο από κάθε προνόμιο, πεισματικά αρνούμενο να αποδεχθεί αυτή την αλλαγή: Εδώ έχουμε είναι μια μεταφορά, μια μεταβίβαση της εξουσίας από ένα πρόσωπο σ’ ένα άλλο. Τώρα είναι η ανακρίτρια αυτή που βρίσκεται στο κέντρο της προσοχής, που απολαμβάνει των προνομίων της εξουσίας. Παρακολουθώντας τις κρυφές και αφανείς διαδρομές της εξουσίας η ταινία του Claude Chabrol αυτό που περιγράφει είναι εντέλει οι αδιόρατες επιπτώσεις έχει η άσκηση της εξουσίας στη ψυχολογία ενός γυναικείου προσώπου.
Άλλη μια συνεργασία -η 7η του σκηνοθέτη με την αγαπημένη του ηθοποιό (την Isabelle Huppert) - η ταινία L' Ivresse du pouvoir (ε.τ. Η Γοητεία της Εξουσίας) αντανακλά κατά κάποιο τρόπο το πνεύμα των καιρών αφού αντλεί το θέμα της από τη σχετικά πρόσφατη ειδησεογραφία της Γαλλίας: την υπόθεση Elf και την όχι και τόσο ανοίκεια διαπλοκή επιχειρηματιών και πολιτικών. Βασίζοντας το κεντρικό πρόσωπο της αφήγησης δηλαδή την ανακρίτρια Jeanne Charmant- Killman σ’ ένα πραγματικό πρόσωπο -την ανακρίτρια Eva Joly (1)- ο Chabrol σε μια πρώτη προσέγγιση κάνει ένα πολιτικό σχόλιο για τη διαπλοκή και τη διαφθορά στις δυτικές κοινωνίες. Όμως όπως υπονοεί και το μάλλον ειρωνικό ωστόσο σύνηθες για την περίσταση, εισαγωγικό, σχόλιο- «Κάθε ομοιότητα με πρόσωπα υπαρκτά είναι όπως λένε, συμπτωματική»- η εστίαση του σκηνοθέτη δεν είναι η τυπική. Άλλωστε μια τέτοιου είδους εστίαση εξυπηρετείται από την τηλεόραση και τις σαπουνόπερες τύπου Λάμψη. Είναι λοιπόν λόγω αυτής της άρνησης του σκηνοθέτη να ασχοληθεί μ’ ένα τρόπο ενδελεχή και αποκαλυπτικό μ’ ένα υλικό ήδη οικείο που κάνει σε μια πρώτη προσέγγιση την ταινία να μοιάζει πολιτικά ανώδυνη και άνευρη.
Ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί τη δικαστική διερεύνηση ενός σκανδάλου και τις πολιτικές προεκτάσεις της ως μια αφορμή για να σχεδιάσει ένα γυναικείο πορτραίτο. Η βάση γι’ αυτό το εγχείρημα είναι η ίδια η ηθοποιός που υποδύεται τον κεντρικό γυναικείο ρόλο, η Isabelle Huppert, και η εικόνα που έχει δημιουργήσει μέσα στο χρόνο. Άτεγκτη, αυστηρή φαίνεται ως ένα πρόσωπο που κατατρύχεται από μια εμμονή (στην περίπτωση της ταινίας την εμμονή της για δικαιοσύνη) ενώ την ίδια στιγμή βρίσκεται στο κέντρο της προσοχής των άλλων, ένα πρόσωπο που στιγματίζεται από ένα ιδιότυπο ναρκισσισμό. Αυτή μοιάζει να ’ναι και η περίπτωση της κεντρικής ηρωίδας. Όμως εδώ ο ναρκισσισμός της είναι προφανές ότι είναι απότοκος τού ότι συνήθως αποκαλείται «η μέθη της εξουσίας». Πρόσωπο που ορίζει την τύχη των άλλων διερευνώντας τις φανερές και κρυφές όψεις της ζωής τους, η Jeanne Charmant- Killman δείχνει να απολαμβάνει την άσκηση της εξουσίας της. Η ανάκριση είναι ο χώρος που ασκείται η εξουσία της ωστόσο το πεδίο δράσης είναι πολύ ευρύτερο αφού αντανακλάσεις και απόηχοι διαχέονται και εισβάλλουν και στην δική της προσωπική ζωή.
Στη σχεδίαση αυτού του πορτραίτου ο Chabrol αρνείται τις κυριολεξίες προκρίνοντας τις αφηγηματικές ελλείψεις και τα υπονοούμενα. Όπως σε κάθε ταινία του Chabrol έτσι και εδώ υπάρχει κάτι υπόγειο και αόρατο (2). Η «πολιτική» διάσταση της ταινίας είναι ένα χιτσκοκικό «McGuffin», δηλαδή η ενασχόληση του θεατή με κάτι παραπλανητικό και εντέλει άνευ ουσίας, μέχρι που να αναδυθεί η αληθινή εικόνα της ταινίας. Στα παρασκήνια της μυθοπλασίας, στο περιθώριο της αφήγησης παίζεται ένα άλλο δράμα ελάχιστα πολιτικό: υπάρχει ένα τρίγωνο σχέσεων στο οποίο κεντρικό πρόσωπο είναι ανακρίτρια και οι άλλες δύο κορυφές ο σύζυγός της και ο ανιψιός του. Είναι λοιπόν η ιχνογράφηση της αισθηματικής ενδοχώρας της ηρωίδας που άλλοτε αναδύεται και άλλοτε αποκρύπτεται μέσα από μια θραυσματική αφήγηση. Η υπερτονισμένη στην αφήγηση και δραματουργικά αναίτια, παρουσία του ανιψιού του συζύγου ήδη από μόνη της προκαλεί το ενδιαφέρον του θεατή και τον οδηγεί σε κάποια συμπεράσματα: αν και τίποτε «ένοχο» δεν συμβαίνει η ηρωίδα παρόλα αυτά απολαμβάνει την παρουσία του. Για τη συζυγική της σχέσης υπονοούνται με ένα τρόπο μάλλον συμπτωματικό και αδρό τρόπο κάποια προβλήματα και είναι η κατάρρευση του συζύγου της που κάνει την ηρωίδα (και μαζί της τους θεατές) να αντιληφθούν την σαθρότητα της έγγαμης συμβίωσης της. Ασκώντας την εξουσία της η ηρωίδα απομακρύνεται από την συζυγική εστία, γοητεύεται και ναρκισσεύεται από τη δύναμη της και αυτό δημιουργεί μια ύβρη, μια διαταραχή στην ισορροπία των (συζυγικών της) σχέσεων.
Το τέλος είναι αποκαλυπτικό του προβληματισμού που διατρέχει την ταινία: η ανακρίτρια και ο ήδη φυλακισμένος πρώην διευθυντής συναντιούνται στο διάδρομο ενός νοσοκομείου. Η πρώτη βρίσκεται εκεί λόγω της απόπειρας αυτοκτονίας του συζύγου της, ενώ ο δεύτερος είναι βαριά άρρωστος και εγκαταλειμμένος από τους πάντες. Σ’ αυτήν τη σκηνή καμία αύρα της η εξουσίας δεν υπάρχει και τα δύο πρόσωπα δείχνουν ίσα: Είναι η ισότητα εμπρός στην ασθένεια και το θάνατο. Εδώ ο Ιμό είναι μια υπόμνηση για την ηρωίδα τού που οδηγεί η μέθη της εξουσίας και τι συνέπειες έχει η απογύμνωση της απ’ αυτήν. Τώρα δεν υπάρχει καμιά έπαρση, κανένας ναρκισσισμός απλώς συνειδητοποίηση του τι σημαίνει στα αλήθεια η εξουσία. Η έξοδος της ηρωίδας από αυτή την κατάσταση («ας τα βγάλουν πέρα μόνοι τους») μπορεί να μοιάζει ως ιδιώτευση, ως μια στάση εγωκεντρική, αλλά στην κατάληξη της είναι βαθύτατα πολιτική: επιλέγει μια ζωή χωρίς τη μέθη της εξουσίας (και την εξάρτηση που αυτή προκαλεί).
Δημήτρης Μπάμπας
L' Ivresse du pouvoir (ε.τ. Η Γοητεία της Εξουσίας) (2006)
Σκηνοθέτης: Claude Chabrol
Σεναριογράφος: Odile Barski, Claude Chabrol
Ηθοποιοί: Isabelle Huppert, Francois Berleand, Patrick Bruel, Marilyne Canto, Robin
Διάρκεια: 105’
DVD περιοχής 2, με ελληνικούς υπότιτλους.
1 Σχετικά με την Eva Joly ο αναγνώστης μπορεί να ανατρέξει στην Καθημερινή (19-05-2002) . Επίσης κυκλοφορεί στην ελληνική γλώσσα το βιβλίο Η δικαιοσύνη είναι υπόθεση όλων μας, Εύα Ζολύ, μτφρ: Πηνελόπη Γιακουμάκη, Εκδόσεις Καστανιώτη.
2 «Στον Chabrol όλα οδηγούν σε μια αμφιταλάντευση του νοήματος. Τα συμπτώματα συσσωρεύονται αλλά διαφεύγουν της ερμηνείας. Τα σημεία δεν παράγουν ακριβώς νόημα αλλά επενδύουν υπόγεια στη συνείδηση του θεατή, χωρίς εκείνος να μπορεί να βρει μια άκρη απ’ τον αποκρυπτογραφικό μίτο που θα τον απελευθερώσει» (Thierry Jousse, Πέντε Μοτίβα για τον Claude Chabrol , Cahires du Cinema τ.χ. 494, Σεπτέμβριος 1995, μτφρ. Μελίτα Β. Γκούφα, στο Claude Chabrol, επιμέλεια Μπάμπης Ακτσόγλου, Εκδόσεις Καστανιώτης & Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης).