του Δημήτρη Γκότση
(η κριτική της Ζωής- Μυρτώς Ρηγοπούλου)
Ο Άρμπι έχει μεγαλώσει στην Ελλάδα αλλά είναι Αλβανός. Ή μήπως Έλληνας; Ή μήπως κάτι κι απ’ τα δύο; Ο ίδιος θέλει ν’ ανήκει αποκλειστικά στη χώρα που ζει και το λέει ξεκάθαρα. Αρνείται στον πατέρα του να πάει σε γάμο με το άγνωστο σ’ αυτόν Αλβανικό σόι και υφίσταται επίθεση από νεαρούς Αλβανούς στο καφενείο για τη στάση του. Γοητεύεται, ωστόσο, από μια Αλβανή σερβιτόρα και της ζητά να βγουν. Εκείνη, όμως, δεν βγαίνει με Αλβανούς. Μόνο με Έλληνες. Τι απ’ τα δύο είναι τελικά ο Άρμπι; Και πόσο επικίνδυνο μπορεί να αποδειχτεί γι αυτόν να μην ξέρει;
Εξαιρετική δουλειά, πάνω σ’ ένα πολυδιάστατο και λεπτών αποχρώσεων θέμα τη συνθετότητα του οποίου δεν βλέπουμε συχνά στην οθόνη, το Pendulus του Δημήτρη Γκότση άμεσο, ειλικρινές, συμπυκνωμένο και πολύ συγκροτημένο ως προς την αφηγηματική του δομή, κατορθώνει να αποδώσει, με ανθρωπιά, υπόγεια τρυφερότητα και πολύ καλές ερμηνείες, την εξ ορισμού περιπλοκότητα του συναισθηματικού βιώματος των παιδιών των μεταναστών, που αναζητούν μέσα τους ένα χώρο/χώρα για να νοιώσουν ολόκληρα κι ότι ανήκουν. Χωρίς να αναζητά εύκολες απαντήσεις -που δεν υπάρχουν έτσι κι αλλιώς-, αλλά ξεδιπλώνοντας μια κατάσταση που απλά υπάρχει η ταινία, -υπαινισσόμενη περισσότερα απ’ όσα δείχνει- και μ’ ένα τέλος καμπανάκι κινδύνου για την επικινδυνότητα του μονοσήμαντου - ανοίγει στο θεατή μια ολόκληρη προβληματική θεμάτων ταυτότητας και αποδοχής, που σχετίζονται με το δίπολο ίδιο-διαφορετικό, έτσι όπως έρχεται εσωτερικά κι όχι απέξω, βάζοντας όλους τους ρόλους - τον καθένα από εντελώς διαφορετική σκοπιά- να μην αντέχουν την διπλή υπόστασή τους.
Κι αν όλα αυτά μοιάζουν να αντανακλούν μια συγκεκριμένη κοινότητα κι η κατάσταση ν’ αφορά μόνο μετανάστες, με χιλιάδες τρόπους βρίσκονται οι άνθρωποι σε παρόμοιες θέσεις κάθε στιγμή να κατατρέχονται απ’ αυτά που δεν αντέχουν στον εαυτό τους και τα βλέπουν ενσαρκωμένα στους άλλους, έτσι που η αυτό-απόρριψη να γίνεται ρατσισμός που δεν αφορά στο διαφορετικό, αλλά σ’ αυτό που εσωτερικά δεν θέλουμε να ταυτιζόμαστε, γιατί δεν αντέχουμε ότι απλά και μόνο είναι το ίδιο.